Τα Μουσεία του Κρεμλίνου της Μόσχας (ρωσικά Музеи Московского Кремля, MMK ή Государственный историко-культурный музей-заповедник «Московский Кремль») είναι ένα σημαντικό κρατικό μουσείο στο Κρεμλίνο της Μόσχας. Οι ρίζες του βρίσκονται στο μουσείο Οπλοστάσιου του Κρεμλίνου που ιδρύθηκε το 1806, ενώ η σημερινή μορφή του μουσείου ξεκίνησε το 1991. Επικεφαλής του μουσείου (από το 2001) είναι η Γιελένα Γκαγκάρινα, κόρη του κοσμοναύτη Γιούρι Γκαγκάριν. Υπήρχαν 424.922 επισκέπτες στα Μουσεία του Κρεμλίνου το 2020, μια πτώση 86 % από το 2019 λόγω της πανδημίας COVID-19, αλλά εξακολουθεί να βρίσκεται στην 46η θέση στη λίστα με τα μουσεία τέχνης με τις περισσότερες επισκέψεις στον κόσμο το 2020. [2]
Τα Μουσεία του Κρεμλίνου της Μόσχας απαρτίζονται από τα:
Το «Κρατικό Ιστορικό και Πολιτιστικό Μουσείο και Μνημείο Κληρονομιάς του Κρεμλίνου της Μόσχας»11111 αποτελείται από την αίθουσα Οπλισμού και την Πλατεία των καθεδρικών ναών. Στην Πλατεία των Καθεδρικών ναών βρίσκονται οι τρεις καθεδρικοί ναοί της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το Μέγαρο του Πατριάρχη με την Εκκλησία των Δώδεκα Αποστόλων και το συγκρότημα του Κωδωνοστασίου «Ιβάν ο Μέγας», καθώς και οι εκθεσιακοί χώροι στο Καμπαναριό της Κοιμήσεως και στον Μονόστυλο Θάλαμο του Πατριαρχικού Μεγάρου.
Κατά τη διάρκεια της εισβολής του Ναπολέοντα Α΄ στη Ρωσία, το προσωπικό του Μουσείου του Κρεμλίνου ανέλαβε να διατηρήσει τις συλλογές του μουσείου. Κατά τη διάρκεια της εισβολής, πολλά πολιτιστικά αντικείμενα υπέστησαν ζημιές, καταστράφηκαν, χάθηκαν ή μεταφέρθηκαν. Τα καθήκοντα που εκτελούσε το προσωπικό ίδρυσαν το Κρατικό Οπλοστάσιο ως εθνικό-ιστορικό μουσείο.
Η πρώτη έκθεση του μουσείου ήταν ανοιχτή στους επισκέπτες το 1814. Ο αυτοκράτορας Νικόλαος Α' άλλαξε το όνομα του μουσείου και το έκανε "Οι θάλαμοι Οπλισμού της Μόσχας", στις 22 Αυγούστου 1831.
Το κτίριο του Οπλοστασίου είναι μέρος του συγκροτήματος του Μεγάλου Ανακτόρου του Κρεμλίνου. Βρίσκεται στο κτίριο που ανατέθηκε στον αρχιτέκτονα Koνσταντίν Τον το 1851. Το Οπλοστάσιο αποθηκεύει τις βάσεις των συλλογών του μουσείου. Διατηρεί αρχαία κρατικά διάσημα, τελετουργικά βασιλικά ρούχα και ενδύματα στέψης, άμφια ιεραρχών της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, την πιο εκτεταμένη συλλογή χρυσών και αργυρών από Ρώσους τεχνίτες, δυτικοευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ασημικά, τελετουργικά όπλα και πανοπλίες, άμαξες και τελετουργικές ιμάντες αλόγων. Το Οπλοστάσιο περιέχει περισσότερα από τέσσερις χιλιάδες αντικείμενα από τη Ρωσία, τις ευρωπαϊκές και ανατολικές χώρες από τον 4ο έως τις αρχές του 20ού αι.
Ο Καθεδρικός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου βρίσκεται στην Πλατεία των Καθεδρικών Ναών, που περιέχει, σύμφωνα με την παλαιά ρωσική αρχιτεκτονική, καθεδρικούς ναούς και εκκλησίες, το κωδωνοστάσιο του Ιβάν του Μεγάλου, το Ανάκτορο των Όψεων και το Μέγαρο του Πατριάρχη. Ο καθεδρικός ναός είναι αφιερωμένος στην εορτή της Κοιμήσεως της Αειπαρθένου Μαρίας και κτίστηκε ως η κύρια εκκλησία του ρωσικού κράτους. Το 1326, ο πρώτος Μητροπολίτης Μόσχας Πέτρος διέταξε να μεταφερθούν οι συνοικίες από το Βλαντίμιρ στη Μόσχα. Ένα νέο κτίριο κατασκευάστηκε το 1479 με διάταγμα του μεγάλου πρίγκιπα της Ρωσίας Ιβάν Γ', όπου ο αρχιτέκτονας Αριστοτέλης Φιοραβάντι της Μπολόνια κλήθηκε να το σχεδιάσει και να το κατασκευάσει.
Για έξι αιώνες, ο Καθεδρικός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ήταν το εθνικό και θρησκευτικό κέντρο της Ρωσίας: Τσάροι και Αυτοκράτορες στέφθηκαν εκεί. Ο καθεδρικός ναός έγινε τόπος ταφής των Ρώσων Ιεραρχών του 14ου-17ου αι. Υπάρχουν ιερά με τα λείψανα των Πέτρου, Ιωνά, Φίλιππου και Ερμογένη των θαυματουργών της Μόσχας στον καθεδρικό ναό.
Ο Καθεδρικός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ξεπέρασε όλες τις παλαιότερες εκκλησίες, τόσο σε μέγεθος όσο και σε μεγαλοπρέπεια στο εσωτερικό του. Οι τοίχοι του είναι γεμάτοι με τοιχογραφίες από εξαιρετικούς ζωγράφους από όλο τον κόσμο και τελικά γέμισε με μια μοναδική συλλογή από μνημεία μεσαιωνικής τέχνης της Ρωσίας. Μετά την Επανάσταση του 1917, η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου έγινε μουσείο. Οι θείες λειτουργίες επαναλήφθηκαν στον καθεδρικό ναό το 1990.
Ο Καθεδρικός Ναός του Αρχαγγέλου Μιχαήλ κατασκευάστηκε από το 1505 έως το 1508 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Aλοΐσιο Νόβυι και θεωρείται το πιο μοναδικό μνημείο σε ολόκληρο το σύνολο της πλατείας των Καθεδρικών Ναών του Κρεμλίνου της Μόσχας. Ο καθεδρικός ναός κτίστηκε για να σηματοδοτήσει το τέλος της μογγολικής κυριαρχίας και τη δύναμη των μεγάλων πριγκίπων της Ρωσίας. Ο καθεδρικός ναός είναι αφιερωμένος στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, τον προστάτη άγιο των πριγκίπων στους άθλους των όπλων. Οι μεγάλοι πρίγκιπες πήγαιναν εκεί για να προσευχηθούν πριν φύγουν για πόλεμο και ο μικρότερος αδελφός των πριγκίπων ορκιζόταν πίστη στους μεγάλους πρίγκιπες εδώ. Αργότερα, οι τσάροι θα απέτειαν φόρο τιμής στους προγόνους τους μετά από μια τελετή στέψης στον καθεδρικό ναό.
Ο καθεδρικός ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου κτίστηκε το 1484-1489 κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ηγεμόνα Πασών των Ρωσιών Ιβάν Γ'. Σε αντίθεση με το άλλο νέο κτίριο κατοικιών στο Κρεμλίνο, ο καθεδρικός ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου κτίστηκε από αρχιτέκτονες του Πσκοφ και όχι από Ιταλούς αρχιτέκτονες. Διαθέτει χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής παράδοσης τόσο της Μόσχας, όσο και του ΠΣκοφ. Ο καθεδρικός ναός καθαγιάστηκε προς τιμήν της Ημέρας του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, αφιερωμένη στην ανακοίνωση από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ στην Παναγία ότι επρόκειτο να γεννήσει τον γιο του Θεού. Το 1508, με διάταγμα του μεγάλου πρίγκιπα Βασίλειου Ιβάνοβιτς, οι θόλοι επιχρυσώθηκαν και οι εικόνες του τέμπλου καλύφθηκαν με ασημένιες, χρυσές και γυάλινες χάντρες. Ο Τσάρος Ιβάν Δ' ο Τρομερός πρόσθεσε τέσσερις μικρές πλευρικές εκκλησίες στις γωνίες των στοών, ενώ δύο μαύροι τρούλοι κτίστηκαν επάνω από το δυτικό τμήμα του καθεδρικού ναού και οι θόλοι και η οροφή καλύφθηκαν με χάλκινες επιχρυσωμένες πλάκες. Ο καθεδρικός ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου χρησίμευσε ως το ιδιωτικό παρεκκλήσι των μεγάλων πριγκίπων και τσάρων της Μόσχας για αιώνες. Μετά την Επανάσταση του 1917, ο καθεδρικός ναός έκλεισε και το Μουσείο του Κρεμλίνου ανέλαβε τη φροντίδα του καθεδρικού ναού σε προσπάθειες να διατηρήσει και να αποκαταστήσει τα έργα τέχνης του.
Πατριαρχικό μέγαρο και Εκκλησία των Δώδεκα Αποστόλων
Το 1450, ο Μητροπολίτης Ιωνάς έκτισε την Εκκλησία της Εναπόθεσης του Ιματίου της Παναγίας, ωστόσο μια πυρκαγιά το 1473 κατέστρεψε ολόκληρη την κατοικία. Οι αρχιτέκτονες του Πσκοφ έχτισαν μια νέα εκκλησία της εναπόθεσης του ιματίου της Παναγίας από το 1484 έως το 1485. Μια άλλη πυρκαγιά το 1626 κατέστρεψε την Πατριαρχική Αυλή και οι αναστηλώσεις ξεκίνησαν το 1643 επί Πατριάρχη Ιωσήφ. Εκεί κτίστηκαν οι θάλαμοι του Σταυρού, του Χρυσού, του Κελιού και του Θησαυροφυλακίου. Στην επόμενη περίοδο της ζωής του η Πατριαρχική Αυλή στο Κρεμλίνο ανακαινίστηκε από τον Πατριάρχη Νίκωνα, μέχρι να φύγει. Αργότερα Πατριάρχες ανακατασκεύασαν και διακόσμησαν το παλάτι σε διάφορους βαθμούς. Όταν το πατριαρχείο και οι θεσμοί της Ιεράς Συνόδου, βρισκόταν εκεί, το Συνοδικό Γραφείο της Μόσχας τον 18ο – 19ο αι. Μόλις το 1918 το Πατριαρχικό Μέγαρο μεταφέρθηκε στη δικαιοδοσία του μουσείου. Έκτοτε, το μουσείο έχει ξεκινήσει μια μακρά διαδικασία συντήρησης και αποκατάστασης των αρχικών εικόνων. Πρόσφατα το 2013, αποκαλύφθηκαν αρκετοί πίνακες του 17ου αι.
Η Εκκλησία της Εναπόθεσης του Ιματίου της Θεοτόκου βρίσκεται μεταξύ του Καθεδρικού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και της Αίθουσας των Όψεων. Για αιώνες, η εκκλησία ήταν μέρος του μητροπολιτικού οίκου και ιδιωτικό παρεκκλήσιο για Ρώσους Μητροπολίτες και Πατριάρχες.
Το κωδωνοστάσιο είναι το επίκεντρο του Κρεμλίνου, και βρίσκεται μεταξύ της πλατείας του καθεδρικού ναού και της πλατείας Iβανόφσκαγια. Το κωδωνοστάσιο χρειάστηκε περισσότερα από τριακόσια χρόνια για να ολοκληρωθεί και αποτελείται από το καμπαναριό «Ιβάν ο Μέγας», το καμπαναριό της Κοίμησης και το Παράρτημα του Φιλάρετου. Χτίστηκε από το 1505 έως το 1508 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Μπον Φριαζίν και υψώνεται στα 81 μ.. Κατά την υποχώρησή του από τη Μόσχα, ο στρατός του Ναπολέοντα Α΄ ανατίναξε το καμπαναριό, ωστόσο επέζησε, και μόνο το καμπαναριό και το παράρτημα του Φιλάρετου καταστράφηκαν. Αυτά ξανακτίστηκαν στις αρχικές τους διαστάσεις το 1814-1815. Το μνημείο της παλαιάς ρωσικής αρχιτεκτονικής στεγάζει το μουσείο αφιερωμένο στην ιστορία του αρχιτεκτονικού συνόλου του Κρεμλίνου της Μόσχας.
Διεθνείς συνεργασίες
Το Μουσείο του Κρεμλίνου της Μόσχας και το Διεθνές Μουσείο του Κάνσας συνεργάστηκαν για να μεταφέρουν ένα έκθεμα στο Tοπίκε, KS το 2002. Η έκθεση «Τσάροι: 400 έτη Αυτοκρατορικού Μεγαλείου» επρόκειτο να εκτεθεί στο μουσείο του Κάνσας. Το Κρεμλίνο μισθώνει τα εκθέματά του, έτσι ώστε οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο να έχουν την ευκαιρία να δουν τη ρωσική ιστορία.
Ακόμη και εντός της Ρωσίας, είναι δύσκολο για όλους να επισκεφτούν το Μουσείο του Κρεμλίνου. Το Κρατικό Ιστορικό και Πολιτιστικό Μουσείο-Αποθετήριο και το Κρατικό Μουσείο Πριμόρσκυ υπέγραψαν Συμφωνία Συνεργασίας το 2018, δηλώνοντας ότι το Μουσείο του Κρεμλίνου της Μόσχας θα επιτρέψει στο Κρατικό Κρατικό Μουσείο Πριμόρσκυ να εκθέσει ορισμένα από τα εκθέματά του για τα επόμενα πέντε χρόνια.