Το 1088 ο βυζαντινός αυτοκράτοραςΑλέξιος Α' Κομνηνός παραχώρησε το νησί της Πάτμου στον μοναχό Χριστόδουλο τον Λατρηνό. Ο όσιος Χριστόδουλος αρχικά ασκήτευε στην περιοχή του όρους Λάτρος ή Λάτμος κοντά στη Μίλητο. Οι συνεχείς επιθέσεις όμως των Σελτζούκων Τούρκων στην περιοχή τον έκαναν να καταφύγει στην παραλιακή πόλη Στροβύλιο. Εκεί γνωρίζει ένα άλλον ασκητή τον Αρσένιο Σκηνούρη ο οποίος τον προτρέπει να ιδρύσει μοναστήρι στην Κω. Και οι δύο πηγαίνουν και ιδρύουν μοναστήρι στην Κω με την επωνυμία Μονή Θεοτόκου των Καστριανών ή του Πυλίου. Όμως ο συγχρωτισμός με την πολύβουη πρωτεύουσα του νησιού ώθησε τον όσιο Χριστόδουλο να πάει στην Κωνσταντινούπολη και να ζητήσει από τον τότε βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό να του παραχωρήσει την Πάτμο ως πιο κατάλληλο για μοναστική διαβίωση.[2]
Ο Αλέξιος τον έστειλε όμως στη Θεσσαλία με σκοπό να οργανώσει τα εκεί μοναστήρια. Όμως συνάντησε αντιδράσεις και τελικά με προτροπή της μητέρας του αυτοκράτορα Άννας Δαλασηνής, η οποία διακρινόταν για την έντονη θρησκευτικότητά της τον φιλομοναχισμό της[3], και επιθυμώντας ο ίδιος ο αυτοκράτορας να ενισχύσει μια παραμεθόρια περιοχή της αυτοκρατορίας διά του επανεποικισμού[4] της και της συγκέντρωσης της τοπικής αγροτικής παραγωγής τον έστειλε στην Πάτμο.[5]
Η παραχώρηση του νησιού έγινε αφού μετά από καταγραφή της κατάστασης στο νησί από τον βασιλικό νοτάριο Νικόλαο Τζάνζη και διαπίστωση ότι το νησί ήταν έρημο μετά από πειρατικές επιδρομές συνέταξε το σχετικό πρακτικό της παράδοσής του στην αδελφότητα του οσίου. Στη συνεχεία εκδόθηκε αυτοκρατορικό χρυσόβουλο που σώζεται σήμερα στη Μονή. Με το χρυσόβουλο καθιερωνόταν η ανεξαρτησία της Μονής και καθοριζόταν φορολογικές και άλλες διευκολύνσεις της.[5] Χαρακτηριστικό είναι το αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την παραχώρηση της δωρεάς έως την παράδοση του νησιού που ήταν μόλις τέσσερις μήνες.[6]
Στα 1092 η Μονή εγκαταλείπεται προσωρινά και η αδελφότητα μεταβαίνει στην Εύβοια επειδή ο Εμίρης της Σμύρνης Τζαχάς πραγματοποιεί επιδρομές στα νησιά που βρίσκονται κοντά στα Μικρασιατικά παράλια.[7] Στα 1095 επιστρέφουν στο νησί και συνεχίζουν την ανέγερση της Μονής.[8] Ο Χριστόδουλος είχε στο μεταξύ πεθάνει στην Εύβοια και το σώμα του μεταφέρθηκε και θάφτηκε στο νάρθηκα του καθολικού της Μονής.[7]
Η μονή λαμβάνει διάφορες χορηγίες από τους αυτοκράτορες Αλέξιο Κομνηνό: ποσότητες σιταριού, χρυσά νομίσματα, Ιωάννη Κομνηνό: σιτάρι, Μανουήλ Κομνηνό σιτάρι και νομίσματα[9]
Ο όσιος όσο απουσίαζε εμπιστευόταν προσωρινά τη διοίκηση της Μονής στους Σάββα και Ιωσήφ, δύο συμμοναστές του, ενώ στη Διαθήκη του όριζε διάδοχο και κληρονόμο τον μοναχό Αρσένιο Σκηνούρη και αν αυτός δεν δεχόταν τον τον Θεοδόσιο. Επειδή δεν βρέθηκε ο Αρσένιος απευθύνθηκαν στον δεύτερο ο οποίος αρνήθηκε να έλθει από την Κωνσταντινούπολη να αναλάβει την ηγουμενία της Μονής και οι μοναχοί εξέλεξαν από τους κόλπους της αδελφότητας ηγούμενο.[10]
Στα 1132 εκδίδεται ένα Πατριαρχικό Μολυβδόβουλλο από τον Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Θ΄Αγαπητό με το οποίο κατοχυρώνεται το αυτοδιοίκητο της Μονής, υπαγόμενης στην πατριαρχική δικαιοδοσία καθιστάμενη πατριαρχική σταυροπηγιακή.[11]
Ξένες επιδρομές
Στα 1186 επιτίθενται οι Νορμανδοί στα 1192 οι Φράγκοι με τον Φίλιππο Αύγουστο χωρίς όμως ουσιαστικές επιδράσεις στη Μονή. Στα 1196 αριθμεί εκατόν πενήντα μοναχούς.[8]
Στην Λατινοκρατία
Στα 1204-1261 η Μονή συνδέεται με αυτοκρατορία της Νίκαιας και αποκτά πολλά μετόχια στη Μικρά Ασία.[8] Ο Θεόδωρος Α' Λάσκαρις της παρέχει ατέλεια φορολογική για την άσκηση από τα πλοία του εμπορίου.[12] Οι ηγούμενοι αλληλογραφούν με σημαντικά πρόσωπα της Νίκαιας.[13] Παράλληλα σχετίζεται και με τις δυτικές δυνάμεις: τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας. Στα 1219 απαλλάσσονται από τον δούκα της Κρήτης Domenico Delfino από κάθε αντίποινα για τη βοήθεια που έδωσαν στους Κωνσταντίνο Σεβαστό και Θεόδωρο Μελισσηνό, επαναστάτες Κρήτες. Στη συνέχεια πετυχαίνει την εξαγωγή ποσοτήτων σιταριού- δικαίωμα που είχε το μετόχι της Μονής στην Κρήτη-δυο φορές στα 1271 και 1385. Φορολογικές απαλλαγές με δικαίωμα προστασίας των μοναχών εξασφαλίζεται από τις Βενετικές αρχές, υπαγορευμένα όλα αυτά από την επιθυμία περιορισμού των φιλοδοξιών των Λατίνων Αρχιεπισκόπων της Κρήτης και του Παπικού Κράτους[14] Την περίοδο αυτή ξεχωρίζει ο ηγούμενος Γερμανός(1252-1258) για το ήθος και τις πνευματικές δράσεις του.[15]
Στην Υστεροβυζαντινή περίοδο
Επί της βασιλείας του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου ανανεώνονται παλιά και χορηγούνται νέα προνόμια.[16] Στα 1402 η Μονή αρνείται να συμβάλει κατά διαταγή της Γερουσίας της Βενετίας στη χρηματοδότηση εξοπλισμού δύο γαλερών κατά των Τούρκων.[17]
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας
Κατά την υποταγή της Πάτμου στους Τούρκους ηγούμενος της Μονής είναι ο μητροπολίτης Μύρων Ματθαίος.[15] Εκπρόσωποι της μονής επισκέφθηκαν τον Μωάμεθ στην Αδριανούπολη μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης όπου εκεί πιθανώς δήλωσαν υποταγή με ευνοϊκούς γι΄ αυτήν όρους. Έτσι εκδόθηκε φιρμάνι μεταξύ 25 Αυγούστου και 3 Σεπτεμβρίου με το ο οποίο ο Matyos, ο ηγούμενος Ματθαίος, να παραδίδει τους φόρους του νησιού,40 φλουριά, στον δούλο του σουλτάνου Αλή.[18] Στα 1457 ο πατριάρχης της Βενετίας Ludovicus Scarampa διέταξε να μην πληγεί η Πάτμος από τους στρατιώτες που ήταν επικεφαλής κατά την εκστρατεία του κατά των Τούρκων. Η Μονή έστειλε έκκληση σε Πάπα Πίο Β' για να προστατευθεί η Μονή από τυχόν αυθαιρεσίες και ο Πάπας κάλεσε τους αρχιεπισκόπους Κρήτης και Ρόδου να τη σεβαστούν. Στα τέλη του 15ου αιώνα. απαλλασσόταν από την καταβολή της δεκάτης για την κυριότητα του Μετοχίου της στην Κρήτη.[19] Η Μονή αποσπά προνομιακά έγγραφα από του Ιππότες της Μάλτας και τον Πάπα Παύλο Ε' για την προστασία του στόλου της Μονής: πλοία της μπορούσαν να φέρουν τη σημαία των Ιωαννιτών της Ρόδου π.χ.[20] Στα 1577 στέλνει μοναχό της για σπουδές στο Ελληνικό Κολέγιο του Αγίου Αθανασίου της Ρώμης.[21] Τον 17ο αι. είχε 150 μοναχούς.[22]
Στα 1743 σύμφωνα με μαρτυρία του Άγγλου περιηγητή Charles Perry οι μοναχοί δεν ξεπερνούσαν τους 60.[23]
Έτσι μαζί με το μοναστήρι ή χάριν της προστασίας που απολάμβανε η Μονή από τις δυτικές δυνάμεις ευημερούν και οι ίδιοι οι κάτοικοι του νησιού.[24]
Η Μονή μέσα από τα μάτια των περιηγητών
Ο Γάλλος Pierre Bellon, τον 16ο αι. αναφέρει πως οι καλόγεροι της Μονής του έδειξαν το χέρι ενός νεκρού του οποίου τα νύχια μεγαλώνουν και είναι του αγίου Ιωάννη, ενώ για τους Τούρκους ανήκει σε δικό τους προφήτη.[25] Η ίδια πληροφορία επαναλαμβάνεται και από τον Άγγλο Aaron Hill στα 1709.[26] Μια ομάδα τριών Γάλλων, πάλι περιηγητών αναφέρει τη φιλοξενία των μοναχών: έλαβα δώρα κι εφόδια για δυο μέρες ενώ τους έγινε μικρή λειτουργία για καλό ταξίδι.[27] Περιηγητές κυνηγοί χειρογράφων την περίοδο του ύστερου 18ου αι. επισκέπτονται τη βιβλιοθήκη της προς εύρεση χειρογράφων [28] Άλλοι, προτεστάντες στο θρήσκευμα, αμφισβητούν τη συγγραφή της Αποκάλυψης από τον Ιωάννη επισκεπτόμενοι το σπήλαιο μέσα στη Μονή.[29]
Την άνοιξη του 1776 ο κόμης Ωγκύστ ντε Σουαζέλ Γκουφιέ, φτάνει στο νησί με σκοπό να επισκεφθεί τη Μονή προς αναζήτησης βιβλίων και συναντά έναν μοναχό που τον ρωτάει για τους Βολταίρο και Ρουσσώ αν ζουν ακόμα. Οι ριζοσπαστικές ιδέες του Διαφωτισμού δεξιώνονται στο ιδιωτικό επίπεδο της μοναστικής απομόνωσης.[30] Ταυτόχρονα ο ίδιος σκέπτεται αντικρίζοντας το μοναστήρι, «Θα ήταν αδύνατο να επιβιώσουν τόσοι καλόγεροι αν δεν υπήρχαν τα μετόχια στα γειτονικά νησιά και τα δοσίματα που προσφέρει η δεισιδαιμονία των Ελλήνων»[31] Τέλος μας πληροφορεί πως οι καλόγεροι πουλούσαν κομμάτια από το βράχο του Σπηλαίου της Αποκάλυψης στους επισκέπτες ως θεραπευτικό ασθενειών.[32]
Το 1787 ο φυσιοδίφης John Sibthorp πληροφορείται από τον μοναχό Γρηγόριο Ζένο, γνώστη της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, για βότανα του νησιού.[33]
Ο Τhiersch εγκωμιάζει το το ψωμί που ζύμωναν οι μοναχοί.[34]
Η εκπαιδευτική δράση
Πληροφορούμαστε στα 1494 πως λειτουργούσε στη Μονή σχολείο για τα παιδιά του νησιού[35]
Μετά την ενσωμάτωση στο Ελληνικό κράτος
Η Μονή συμμετείχε στο ζήτημα της Αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Δωδεκανήσου με τον ιερομόναχο Ιερεμία τον Οκτώβριο του 1924, όταν συγκεντρώθηκαν στη Ρόδο εκπρόσωποι της Εκκλησίας Δωδεκανήσου. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1989 με το υπ' αρίθμ. 677 Πατριαρχικό Συνοδικό Σιγίλιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όρισε εκ νέου εισαγωγή του κοινοβιακού μοναστικού συστήματος στη Μονή.[36]
Τα οικονομικά της Μονής
Γαιοκτησία
Ο Αυτοκράτορας αποδεχόμενος σχετικό αίτημα του Όσιου Χριστόδουλου προέβη σε αφιέρωση του νησιού στον Θεό κάνοντας δωρεά του νησιού στους μοναχούς που θα το κατοικούσαν. Ήταν δωρεά δημόσιας γης. Ωστόσο ο όσιος δώριζε, σύμφωνα με το ίδιο χρυσόβουλο κτήματά του στη νήσο Κω στο δημόσιο.[37] To 1089 σε κτήση της στη Λέρο περιλάμβανε μια κατοικία για τους αγρεργάτες και μια για τους παροίκους.[38] Η Μονή έλαβε διάφορες παραχωρήσεις: ο Αλέξιος Α' Κομνηνός έδιδε τα νησάκια Λειψώ, Αρκιοί και Αγαθονήσι, ο Αλέξιος Γ' Κομνηνός έδωσε ως μετόχι της Μονής στα 1197 μονή στην περιοχή Ψυχρού στην Κρήτη, ο Αλέξιος Γ' Άγγελος 1201 μετόχι τη Μονή Αγίου Γεωργίου του Δυσικού στα Φύγελα της Μ. Ασίας. Το 1216 ο Θεόδωρος Α' Λάσκαρις μετόχι του Πύργου στα Παλάτια Μ.Ασίας, ενώ στην ίδια περιοχή ο Ιωάννης Βατάτζης τη μονή Θεοτόκου της Κεχιονισμένης.[39] Το 1267 αναγνωρίζεται η κυριότητα του χωριού Στύλος της Κρήτης από τους μοναχούς της Πάτμου κι όχι από τους αδελφούς Σκορδίλη που το διεκδικούσαν. Η γη του Μετοχίου ήταν γύρω από το χωριό Στύλος Αποκορώνου και τον ποταμό Κοιλιάρη, είχε δηλαδή μια μικρή και εύφορη κοιλάδα με διεκδικητές τους γύρω φεουδάρχες, τον καστελλανό Αποκορώνου και τους ρέκτορες Χανίων. Το 1271 αποκτούν δικαίωμα εξαγωγής 1000 μουζουριών σιταριού, από την παραγωγή της Μονής και με προορισμό την Πάτμο, με σκοπό την συντήρηση των μοναχών και των κατοίκων του νησιού. Η εξαγωγή συχνά παρεμποδιζόταν από τις βενετικές αρχές, όπως στα 1835 οπότε μετά από διαμαρτυρία τους πέτυχαν την ανανέωση του σχετικού δικαιώματος. Η Μονή κατέβαλε κάθε χρόνο ορισμένη ποσότητα κρασιού ή 25 υπέρπυρα στο δούκα, ένα ταύρο στο ρέκτορα Χανίων και μια δεκάτη στο κράτος, από την οποία απαλλάχτηκε στα 1401.[40] Το 1292 ο Ανδρόνικος Β' Παλαιολόγος με νέο χρυσόβουλο επικύρωσε τη δωρεά και έδωσε και δύο νησίδες στη Μονή: τους Λειψούς και το Αγαθονήσι. Ο Ανδρόνικος Γ΄ Παλαιολόγος με χρυσόβουλο το 1329 επικύρωσε τις προηγούμενες δωρεές.[41] Με την Οθωμανική κατάκτηση η ακίνητη περιουσία της δεν δημεύεται παραμένοντας στην κυριότητά της ως μουλκ.[42]
Μέχρι τον 17ο αιώνα η Μονή διαχειρίζεται το νησί μόνη της. Στα τέλη του 17ου αιώνα το Κοινό της Πάτμου εμφανίζεται με αξιώσεις ιδιοκτησίας και διοικήσεως και με συμφωνία Κοινού και Μονής στα 1720 το νησί διαιρείται σε δύο τμήματα.[43] Έτσι οι γαίες της Μονής αντιστοιχούσαν στο μισό της επιφάνειας του νησιού.[44]
Οικονομικές δραστηριότητες
Η Μονή από τον 16ο έως το 19ο αι. διατηρεί το αποκλειστικό δικαίωμα ίδρυσης και λειτουργίας ελαιοτριβείων ενώ στα 1588 χρηματοδότησε την κατασκευή δύο μύλων. Στα 1794 στη Μήλο δωρήθηκε στο εκεί μετόχι της ένας ανεμόμυλος.[45]
Ο στόλος της Μονής
Από τους βυζαντινούς κιόλας χρόνους είχε ιδιόκτητα πλοία που κάλυπταν τις ανάγκες τροφοδοσίας του νησιού και τις εμπορικές συναλλαγές. Με τη σύσταση της Μονής δόθηκε φορολογική ατέλεια στη Μονή στο πρώτο πλοίο που θα κατασκεύαζε, χωρητικότητας 500 θαλασσίων μοδίων δηλ. 8,5 κυβικών μέτρων.[46] Το 1186 αναφέρεται πως είχε τρία πλοία συνολικής χωρητικότητας 1500 μοδίων δηλ. 25, 5 κυβικών μέτρων.[47] Στα 1214 λαμβάνει φορολογική ατέλεια για τα πλοία της από το κράτος της Νίκαιας.[12] Το 1577 ο αριθμός των μοναστηριακών σκαφών με τις ονομασίες Άγιος Ιωάννης Ευαγγελιστής, Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος ή Άγιος Ιωάννης Αποκάλυψη, ανέρχονταν σε τέσσερα, όσα και κατά τη βυζαντινή περίοδο, από τα οποία τα τρία ταξίδευαν μια φορά το χρόνο για τη Βενετία[48]. Όμως σε διάστημα μιας σχεδόν δεκαετίας, το 1589 ο αριθμός ανερχόταν στα έξι. Εκτός των ιδιόκτητων σκαφών η μονή είχε πλοία συνεταιρικά με άλλους νησιώτες.[49]
Τα πληρώματα των σκαφών της ήταν παπάδες ή μοναχοί και λαϊκοί.[50] Όταν πέφτουν θύματα πειρατείας από Μαλτέζους ζητάει η Μονή από τον Μεγάλο Μάγιστρο της Μάλτας να αποζημιώσει τη Μονή.[20]
Αρχιτεκτονική της μονής
Η μονή θεμελιώθηκε πιθανώς πάνω σε ερείπια μεγάλου παλαιοχριστιανικού ναού, από τον οποίο δεν σώζεται παρά μόνο ένα μικρό εκκλησάκι. Η προτεραιότητα δόθηκε στην ασφάλεια της Μονής γι' αυτό φτιάχτηκε αρχικά οχυρός περίβολος. Τότε θεμελιώθηκε το Καθολικό και η Τράπεζα.[8] στην πρώτη ξυλόστεγη μορφή της η κινστέρνα και μερικά κελιά στη νότια διώροφη πτέρυγα και μεγάλο κομμάτι των τειχών.[51]
Τα μεταβυζαντινά οικοδομικά προγράμματα της Μονής
Την περίοδο αυτή έχουμε την ανέγερση παρεκκλησίων, Τιμίου Σταυρού, Αγίων Αποστόλων, αγίου Ονουφρίου, αγίου Βασιλείου, σκευοφυλάκιο. Ο σεισμός του 1646 ωθεί τους μοναχούς να να στερεώσουν τα τείχη με μια μεγάλη σκάρπα (1646 περίπου) και πάλι άλλες (1677 και 1700)[52].
Οι όποιες προσθήκες έγιναν στη Μονή την περίοδο αυτή αφορούσαν την κάλυψη κυρίως επιθυμιών των δωρητών κάτι που δείχνει «τις αμοιβαίες σχέσεις γοήτρου Μονής και δωρητών»[53]
Στα 1609 κοινή συνέλευση μοναχών και λαϊκών αποφασίζει την κατεδάφιση οικιών που γειτνίαζαν με τα τείχη της μονής για λόγους ασφαλείας τόσο της Μονής όσο και της πρωτεύουσας του νησιού.[54]
Πύλη-διαβατικό
Η πύλη είναι μεταξύ δύο πύργων γεφυρωμένη από μεγάλο, ελαφρά οξυκόρυφο λίθινο τόξο ανακουφιστικό του θυρώματος. Το θύρωμα αποτελείται από ογκώδες λίθινο πρέκι, στηριγμένο σε παραστάδες σε εσοχή. Σήμερα η πόρτα είναι σιδερένια αλλά παλιότερα ξύλινη με επένδυση από λάμες σιδήρου με καρφιά. Πάνω από την είσοδο υπάρχει τοξωτός εξώστης χωρίς δάπεδο σήμερα που χρησίμευε για καταχύστρα. Ακολουθεί της πύλης ανηφορικός δρόμος καλυμμένος με επιχρισμένα σταυροθόλια με δυο στροφές που καταλήγουν στη μεγάλη αυλή της Μονής. Απέναντι από την πύλη υπάρχουν τρεις αβαθείς ημικυκλικές εσοχές, ενώ στα αριστερά υπάρχει μικρή είσοδος, που οδηγεί σε καμαροσκέπαστο τυφλό χώρο. Δίπλα στην πόρτα υπάρχει αβαθής κόγχη -παράθυρο μικρού θυρωρείου, που όμως σήμερα είναι τοιχισμένο.[55]
Βόρεια του διαβατικού υπάρχει μικρή αίθουσα που είναι στη βάση του ανατολικού πύργου με περιορισμένο φωτισμό και αερισμό. Στην επόμενη στροφή υπάρχει ισόγειος τυφλός χώρος στη βάση του δυτικού πύργου και μετά από μια αριστερή στροφή φτάνουμε στην αυλή της Μονής. Στα αριστερά μικρή υπερυψωμένη πόρτα οδηγεί στο λεγόμενο Κελλί των Μπαζαίων ένας στενός χαμηλοτάβανος χώρος με μικρή κινστέρνα. Ο ανατολικός τοίχος του κοσμείται με μικρή ταινία. Ο χώρος ανήκει στην παλαιότερη πτέρυγα της Μονής. Νοτίως έχουμε δύο χαμηλοτάβανους χώρους πάνω από το διαβατικό προσεγγιζόμενοι από μικρή είσοδο και ελάχιστα φωτιζόμενοι.[56]
Καθολικό
Στα ανατολικά της ακανόνιστης στην κάτοψη αυλής, μίας από τις πολλές της Μονής και όχι πραγματικού κέντρου της, βρίσκεται το σύμπλεγμα του Καθολικού με τα παρεκκλήσια του. Το καθολικό δεν βρίσκεται στο κέντρο της αυλής αλλά εφάπτεται στα ανατολικά τείχη της Μονής. Ο κυρίως ναός ανήκει τυπολογικά στον σταυροειδή εγγεγραμμένο απλό τετρακιόνιο με αρκετές ιδιορρυθμίες. Η κεντρική αίθουσα έχει εσωτερικές διαστάσεις 6,15 Χ 9 μ. και καλύπτεται από τρούλο με μεσαίου ύψους κυκλικής διατομής τύμπανο με τέσσερα στενά τοξωτά παράθυρα. Το τύμπανο στηρίζεται σε τέσσερις κεραίες του σταυρού, μέσω σφαιρικών τριγώνων που καταλήγουν σε κίονες. Οι κίονες μαρμάρινοι οι ανατολικοί και κτιστοί, βαμμένοι με ελαιόχρωμα οι δυτικοί, επιστέφονται με βαριά κιονόκρανα και στηρίζονται οι πρώτοι σε παλαιοχριστιανικές βάσεις με σπείρα και πλίνθο, επί του στυλοβάτη του τέμπλου, ενώ οι άλλοι δύο απευθείας στο μαρμάρινο δάπεδο του ναού.[57] Τα γωνιακά διαμερίσματα καλύπτονται με εγκάρσιες καμάρες και οι κλείδες τους βρίσκονται ψηλά, στα δυτικά στο ύψος της κεραίας του σταυρού και στα ανατολικά ελάχιστα χαμηλότερα ώστε να έχουμε αλληλοδιείσδυση των επιφανειών με μορφή σταυροθολίων, ίσως για να μπορεί να δημιουργηθεί ένα επίπεδο εκμεταλλεύσιμο δώμα.[58]
Ζωγραφική της Μονής
Βυζαντινή περίοδος
Το Καθολικό στα μέσα του 12ου αι. ίσως ήταν διακοσμημένο με τοιχογραφίες. Ελάχιστο δείγμα της περιόδου αποτελούν τα γραπτά κοσμήματα στις παραστάδες της νότιας πόρτας προς το παρεκκλήσιο της Παναγίας και σε μια άλλη βόρεια που οδηγούσε στο έξω σκευοφυλάκιο, αλλά μετά φράχθηκε.[59]
Μεταβυζαντινή περίοδος
Οι εσωτερικές επιφάνειες του Καθολικού, τρούλος, καμάρες και τοίχοι, καλύπτονται από τοιχογραφίες που χρονολογούνται στα 1600. Το τεταρτοσφαίριο της κόγχης του Ιερού Βήματος κοσμείται με την Παναγία Πλατυτέρα και στον ημικύλινδρο στέκουν συλλειτουργούντες ιεραράρχες. Στην καμάρα που τ καλύπτει απεικονίζεται η Ανάληψη και στις καμάρες των παραβημάτων ιεράρχες. Στην κορυφή του τρούλου έχουμε τον Στηθαίο Παντοκράτορα και ακολουθούν τρεις ομόκεντροι δακτύλιοι με Θεία Λειτουργία, στηθαίους αγγέλους και προφήτες αντίστοιχα. Στα σφαιρικά τρίγωνα του τρούλου έχουμε τους τέσσερις ευαγγελιστές. Στις καμάρες που στεγάζουν το ναό έχουμε τη Μεταμόρφωση, τον Χριστό δωδεκαετή στο ναό, την Ξηρανθείσα συκή, τη Σταύρωση, την Κλίμακα του Ιακώβ, τον Παλαιό των Ημερών και την Παναγία, τη Φιλοξενία του Αβραάμ, τη Θεραπεία πολλών ασθενών, τη Θεραπεία του Σεληνιαζομένου, την Ψηλάφηση του Θωμά, το Μη μου άπτου, και την Παραβολή των εκατό προβάτων. Στις επιφάνειες των τοίχων έχουμε ολόσωμες μορφές οσίων ασκητών (Αντωνίου, Σάββα, Παύλου Θηβαίου, του κτήτορα της Μονής Χριστόδουλου. Δεξιά από το τέμπλο έχουμε τον Ιωάννη να υπαγορεύει το ευαγγέλιο του στον Πρόχορο. Στα 1600 έχουμε τοιχογράφηση του εσωνάρθηκα του καθολικού: στον δυτικό τοίχο έχουμε αριστερά τη βρεφοκτονία και δεξιά τον Κύκλο της Γέννησης του Χριστού: Ασπασμός Παναγίας-Ελισσάβετ, Φόνος Ζαχαρίου, Προσκύνηση φυγή μάγων, δεύτερο όνειρο Ιωσήφ και φυγή στην Αίγυπτο.)Στον βόρειο τοίχο την Παραβολή των δέκα παρθένων στον ανατολικό και νότιο τοίχο και στην καμάρα την Πολυπρόσωπη σκηνή της Δευτέρας Παρουσίας.[61]
Εικόνες
Βυζαντινή περιόδος
Μας έχει σωθεί κατάλογος του 1200 με αναφορά σε δεκαοκτώ εικόνες που προφανώς δεν ήταν και οι μόνες. Πάντως το κριτήριο καταγραφής τους ήταν πολυτελείς μεταλλικές επενδύσεις και τα πετράδια που έφεραν.[62] Της βυζαντινής περιόδου είναι εικόνες του αγίου Ιωάννη Θεολόγου με μεταλλική επένδυση και σμάλτα αυτοκρατορικό δώρο, ο άγιος Θεόδωρος, ο άγιος Ιάκωβος, ο άγιος Νικόλαος[63]
Μεταβυζαντινή περίοδος
Έργα του Ανδρέα Ρίτζου και του Γεώργιου Κλόντζα φυλάσσονται στη Μονή από την περίοδο αυτή.[64]
Έργα ντόπιων ζωγράφων έχουμε στις αρχές του 17ου αι. που μιμούνται Κρητικούς ζωγράφους (Οσίου Χριστόδουλου 1610-1629 και Ένθρονης Παναγίας με αφιερωτές 1590).[65]
Η βιβλιοθήκη και το αρχείο
Τα χειρόγραφα
Η βιβλιοθήκη της Μονής είναι από τις ελάχιστες μοναστηριακές βιβλιοθήκες που έφτασαν ως τις ημέρες χωρίς να καταστραφεί ολοσχερώς το περιεχόμενό τους. Είναι από τις λίγες βιβλιοθήκες που αν και συγκροτήθηκε τον 11ο αι, μετά το Σχίσμα ωστόσο περιέχει υλικό από την περίοδο πριν το Σχίσμα. Αποτελείται κυρίως από ελληνικά χειρόγραφα. Οι βασικότερες ομάδες χειρογράφων αφορούν τα κείμενα της Αγίας Γραφής, πατερικά της ησυχαστικής κίνησης, υμνοράφων και μελωδών. Χαρακτηριστικό είναι πως διασώζει τα παλιότερα και καλύτερα Κοντακάρια με ύμνους του Ρωμανού του Μελωδού. Επίσης μουσικά χειρόγραφα με παλαιά παρασημαντική ειρμολόγια και στιχηράρια. Ως προς τα θύραθεν κείμενα διασώζονταν μέχρι τις αρχές του 19ου αι. ο σημαντικότερος κώδικας Πλατωνικών έργων, έργο του εργαστηρίου του Αρέθα Καισαρείας[66], ο αρχαιότερος κώδικας του Διόδωρου Σικελιώτη, το αρχαιότερο Ανθολόγιο με ρήσεις και αποφθέγματα αρχαίων και χριστιανών συγγραφέων, σχόλια του Πρόκλου στον Τίμαιο του Πλάτωνα, τραγωδίες του Σοφοκλή. Τέλος σημαντικά είναι τα αγιολογικά έργα με παλιότερο τον κώδικα 254 του 10ου αι.[67]
Το 1200 το 20% των χειρογράφων της Μονής ήταν χαρτώα. Λόγω της συνεχούς φθοράς τους στα 1307 το ποσοστό τους έπεσε στα 8,3%[68]
Τα έγγραφα
Το αρχείο των βυζαντινών εγγράφων της Μονής συγκροτείται από την ίδρυσή της και περιλαμβάνει αρχικά τα ιδρυτικά χρυσόβουλα και τα πρακτικά της παράδοσης της νήσου στον όσιο Χριστόδουλο. Τα έγγραφα εμπλουτίζονται με αυτά που αφορούν άλλες κτήσεις της μονής μετόχια. Σήμερα σώζονται 150 χειρόγραφα πρωτότυπα ή επικυρωμένα αντίγραφα βυζαντινών αιώνων. Χρονολογούνται από τον 11ο αι. έως τον 15ο: 35 χειρόγραφα του 11ου, 27 του 12ου, 65 του 13ου, 6 του 14ου-150υ αι. όσον αφορά όσα δεν μας έχουν σωθεί και για τα οποία μας έχουν σωθεί μαρτυρίες έχουμε κατάλογο των αρχών του 13ου αι. με αναφορά σε 200 χειρόγραφα που όμως καταστράφηκαν από τους μοναχούς ως άχρηστα.[69] Πάντως ο αρχαιότερη συνοπτική περιγραφή χειρογράφων τοποθετείται μεταξύ 1193 και 1118.[70]
Πολύ σημαντικά είναι τα αυτοκρατορικά έγγραφα-με δωρεές ή υπηρεσίες προς τη μονή,πολύτιμη πηγή για την εσωτερική διοίκηση της αυτοκρατορίας-[71] της βιβλιοθήκης όπως των Μιχαήλ Ζ' Δούκα, Νικηφόρου Βοτανειάτη, Αλέξιου Α' Κομνηνού και της μητέρας του Άννας Δαλασσηνής, του Ιωάννη και Μανουήλ Κομνηνού[72], του Αλέξιου και Ισάακιου Αγγέλου, του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου και της συζύγου του Θεοδώρας, του Ανδρόνικου Β' και Ανδρόνικου Γ. Επισημαίνεται πως μας έχει σωθεί ο εκτενέστερος σωζόμενος κατάλογος φορολογικών απαλλαγών και που αναφέρεται με το ιδρυτικό χρυσόβουλλο του Αλέξιου Α' Κομνηνού.[73]
Πλούσιο είναι και το αρχείο της μεταβυζαντινής περιόδου έως το 1900: 7.500 έγγραφα έως το 1830 και από το 1831 έως το 1900 σε 6.700 έγγραφα περίπου.[74]
Στη βιβλιοθήκη της Μονής μας έχει σωθεί ένα από τα παλιότερα χειρόγραφα συγχωροχάρτια, του Μητροφάνη Γ΄(1567)[75]
Βιβλία
Η βιβλιοθήκη της Μονής συγκροτήθηκε στο κύριο μέρος της μετά το 1856 με τα βιβλία της Πατμιάδος Σχολής που μεταφέρθηκε στη Μονή.[76] Στη βιβλιοθήκη σώζεται μία από τις παλαιότερες εκδόσεις: σώζεται αντίτυπο της έκδοσης του Αριστοτέλη μάλλον από τον Άλδο Μανούτιο στη Βενετία στα 1497.[77] Ο παλαιότερος κατάλογος βιβλίων είναι του 1769 και υπαγορεύθηκε από την απώλεια και ιδιοποιήση βιβλίων από τη βιβλιοθήκη από τρίτους.[78]
Το εκκλησιαστικό και νομικό καθεστώς της Μονής
Όταν ιδρύθηκε η Μονή ήταν κτητορική, ανήκε στο Όσιο Χριστόδουλο, αφού η γη του δωρήθηκε από τον Αυτοκράτορα. Μετά τον κτήτορα και τους διαδόχους του η μονή άρχισε να δρα συλλογικά.[79] Η εσωτερική οργάνωση και λειτουργία της Μονής καθορίστηκε από τον Όσιο Χριστόδουλο κατά το τυπικό του Μεγάλου Βασιλείου. Ήταν ελεύθερη και αυτεξούσια. Ως προς τις ακολουθίες ακολουθούσε το Τυπικό του Αγίου Σάββα της Ιερουσαλήμ.[80] Στα 1132 εκδίδεται ένα Πατριαρχικό Μολυβδόβουλλο από τον Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη Θ΄Αγαπητό με το οποίο κατοχυρώνεται το αυτοδιοίκητο της Μονής,υπαγόμενης στην πατριαρχική δικαιοδοσία καθιστάμενη πατριαρχική σταυροπηγιακή.[81] Η Μονή μπορούσε να καλεί οποιονδήποτε επίσκοπο προτιμούσε για την τέλεση χειροτονιών και την προχείριση ηγουμένου, εκλεγμένου από τους μοναχούς.[82] Μεταξύ 1145 και 1157 η Μονή μετά από συμφωνία του ηγουμένου Θεόκτιστου και του επισκόπου Ικαρίας Κωνσταντίνου υπήχθη στην εξουσία του Ικαρίας.[83] Ο Πατριάρχης Λουκάς Χρυσοβέργης επαναφέρει την αυτονομία της Μονής στα 1158.[84] Στα μέσα προς τέλη του 13ου αι. ο επίσκοπος Λέρου Νείλος επιχείρησε να υπαγάγει τη Μονή στη δικαιοδοσία του, αλλά ο Πατριάρχης με σιγίλλιό του το απέτρεψε.[85] Το καθεστώς της Μονή φαίνεται να απειλήθηκε από κάποιον από τους πλησιόχωρους επισκόπους αν κρίνουμε από την έκδοση στα 1504 και 1512 δύο σιγιλίων από τον Κωνσταντινουπόλεως Παχωμιο Α' που κατοχύρωναν του πατριαρχικό σταυροπηγιακό καθεστώς της.[86] Η Ιερά Μονή Πάτμου είναι Βασιλική, Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή μονή και ανήκει στην Εκκλησία της Δωδεκαννήσου.[87] Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση 142/1979 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους η Ιερά Μονή Θεολόγου έχει νομική προσωπικότητα ιδιωτικού δικαίου.[88]
Στο άρθρο 18 παράγραφος 8 του Ελληνικού Συντάγματος υπάρχει ειδική πρόβλεψη για το αναπαλλοτρίωτο της αγροτικής ιδιοκτησίας της Μονής Πάτμου όχι όμως και της αστικής ιδιοκτησίας της. Επίσης αναγνωρίζει πως η Μονή έχει άξια λόγου ακίνητη αγροτική ιδιοκτησία την οποία ο νομοθέτης κρίνει προστατευτέα και αναγνωρίζει τη νομική αξία των χρυσόβουλων ως νομικών τίτλων κυριότητας.[89]
↑Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σελ.17
↑Διονύσιος Μαμαγκάκης, «Αλέξιος Α' Κομνηνός και Άννα Δαλασσηνή: Σχέση αμοιβαίας αφοσίωσης ή συνύπαρξη πολιτικής αναγκαιότητας;», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 53(2007-2009), σελ.176
↑Ελένη Αντωνιάδη-Μπιμπίκου, «Ερημωμένα χωριά στην Ελλάδα: ένας προσωρινός απολογισμός», στο Σπύρος Ασδραχάς, Η οικονομική δομή των Βαλκανικών χωρών (15ος-19ος αι.), εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1979, σελ.208
↑ 5,05,1Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σελ.18
↑Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (11ος-13ος αι.)»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.92, υποσ.2
↑ 8,08,18,28,3Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σελ.19
↑Ερα Βρανούση, «Πατμιακά. Πρόσταξις του Αυτοκράτορος Μανουήλ Α Κομνηνού υπέρ της εν Πάτμω μονής Ιωάννου του Θεολόγου »,στο: Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Β' Αθήναι 1966, σελ.80-83
↑ 12,012,1Ηλίας Γιαρένης, Η συγκρότηση και η εδραίωση της Αυτοκρατορίας της Νικαίας. Ο Αυτοκράτορας Θεόδωρος Α' Κομνηνός Λάσκαρις, εκδ. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 2008, σελ.205
↑Μαρία Νυσταζοπούλου, «Γράμμα του ιερέως και νομικού των παλατιών Νικήτα Καραντηνού προς τον ηγούμενον της εν Πάτμω μονής Ιωάννου του Θεολόγου»,στο: Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Β' Αθήναι 1966, σελ286-308
↑Νικόλαος Φορόπουλος, «Φιλικές σχέσεις της Μονής Ιωάννου του Θεολόγου με τις Καθολικές Δυνάμεις της Δύσεως», Δωδεκανησιακά Χρονικά, 5 (1976), σελ.288-290
↑Νικόλαος Φορόπουλος, «Φιλικές σχέσεις της Μονής Ιωάννου του Θεολόγου με τις Καθολικές Δυνάμεις της Δύσεως», Δωδεκανησιακά Χρονικά, 5 (1976), σελ.291
↑ 20,020,1Χρύσα Μαλτέζου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (16ος-17ος αιώνας)», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.124
↑αρχιμ. Ναυκράτιος Τσουλκνάκης, «Η συμβολή της Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην εμφάνιση και καλλιέργεια της Παιδείας στην Πάτμο»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.304
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800, τομ.Β, χ,ε. Αθήνα, 1988, σελ.198
↑Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τομ. Β1 Τουρκοκρατία 1453-1669, Θεσσαλονίκη, 1964, σελ.420
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 333 μ.Χ - 1700, τομ.Α, χ,ε. Αθήνα, 1984, σελ.390-391
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800, τομ.Β, χ,ε. Αθήνα, 1988, σελ.62
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 333 μ.Χ - 1700, τομ.Α, χ,ε. Αθήνα, 1984, σελ.509
↑Ίλια Χατζηπαναγιώτη - Sangmeister, «Η ταξιδιωτική γραμματεία του 18ου αι. για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μια ιστορική και ειδολογική εποπτεία», στο: Ίλια Χατζηπαναγιώτη - Sangmeister (επιμ.) Ταξίδι, γραφή, αναπαράσταση. Μελέτες για την ταξιδιωτική γραμματεία του 18ου αι., εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2015, σελ.60
↑Μαρία Κωσταρίδου, «Η μετάβαση του πάστορα Γιόχαν Φρήντριχ Ούσκο στη Βρετανία. Ταξιδιωτική γραμματεία και οριενταλισμός»,στο: Ίλια Χατζηπαναγιώτη - Sangmeister (επιμ.) Ταξίδι, γραφή, αναπαράσταση. Μελέτες για την ταξιδιωτική γραμματεία του 18ου αι., εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2015, σελ.287
↑Αλέξης Πολίτης, «Ματθαίος, επίσκοπος Μυρέων ο Γ΄. Οπαδοί και αντίπαλοι του Διαφωτισμού στην Πάτμο και στις Ηγεμονίες στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα», Μνήμων, 29 (2008), σελ.46-49, 60
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800, τομ.Β, χ,ε. Αθήνα, 1988, σελ.378
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800, τομ.Β, χ,ε. Αθήνα, 1988, σελ.382
↑Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800, τομ.Β, χ,ε. Αθήνα, 1988, σελ.614
↑Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τομ. Στ. Η μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829), Θεσσαλονίκη, 1982, σελ.922
↑Ο ηγούμενος της Μονής Θεόδουλος ζητάει να μην δίνονται στα παιδιά που μάθαιναν γράμματα στη μονή χειρόγραφα για να μην τα καταστρέψουν. αρχιμ. Ναυκράτιος Τσουλκνάκης, «Η συμβολή της Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην εμφάνιση και καλλιέργεια της Παιδείας στην Πάτμο»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.304
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.212
↑Jacques Lefort, «Η αγροτική οικονομία (7ος-12ος αιώνας)»,στο: Αγγελική Λαΐου (γενική εποπτεία), Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα, τομ.Α, ελλ μετ. Ελένη Μαχαιρά-Odoni, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 2006, σελ.393
↑Χαράλαμπος Γάσπαρης, Η γη και οι αγρότες στη μεσαιωνική Κρήτη 13ος-14ος αι., εκδ. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 1997, σελ.28
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.44
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.116
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.103
↑Σπύρος Ασδραχάς, «Κατακερματισμός της αγροτικής ιδιοκτησίας: το παράδειγμα της Πάτμου», Ο Ερανιστής 17 (1981), σελ.5
↑Δημήτρης Δημητρόπουλος, «Ελαιοτριβεία, μύλοι, φούρνοι, εκκλησίες στο νησιωτικό χώρο τον 17ο αιώνα. Προσέγγιση στο ζήτημα της συνιδιοκτησίας με βάση το παράδειγμα της Μυκόνου», Μνήμων 16 (1994), σελ42-43
↑Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (11ος-13ος αι.)»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.93, 95
↑Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (11ος-13ος αι.)»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.97
↑Χρύσα Μαλτέζου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (16ος-17ος αιώνας)», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.117
↑Χρύσα Μαλτέζου, «Εισαγωγή: παρουσίαση της αρχειακής ύλης», στο:Σχέσεις της Μονής Πάτμου με τον Δυτικό κόσμο. Αρχειακές αποδείξεις (13ος-18ος αι.) Τόμος πρώτος, Αθήναι, Γραφείο Δημοσιευμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, 2017,σελ.22-23
↑Ελισάβετ Ζαχαριάδου, «Στην Πάτμο το δέκατο έκτο αιώνα. Ο καραβοκύρης κι επιχειρηματίας Διάκος της Κρητικής», Ο Ερανιστής 28 (2011), σελ.69
↑Χαράλαμπος Μπούρας, «Αρχιτεκτονική», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.26
↑Χαράλαμπος Μπούρας, «Αρχιτεκτονική», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.32
↑Χαράλαμπος Μπούρας, «Αρχιτεκτονική», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.32.Δες την περίπτωση του Νεόφυτου του Στ΄,Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως στο :Στέφανος Παπαδόπουλος, «Νεόφυτου του Στ΄,Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως,έγγραφα και αφιερώματα προς την Ι. Μονήν Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου», στο:Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Δ' Αθήναι 1967-68, σελ.220-245
↑Δημήτρης Δημητρόπουλος, «Δόμηση και κοινοτική παρέμβαση στα νησιά του Αιγαίου, 17ος-αρχές 19ου αι.», Μνήμων, 23(2001), σελ.42
↑Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012,
σελ.21-22
↑Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σελ.23-24
↑Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σελ.24-25
↑Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σελ.27
↑Ηλίας Κόλλιας, «Τοιχογραφίες»,στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.57-58
↑Μανώλης Χατζηδάκης, «Φορητές εικόνες», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.114
↑Ηλίας Κόλλιας, «Τοιχογραφίες»,στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.58
↑Anthony Cutler, «Η παραγωγή έργων τέχνης», στο: Αγγελική Λαΐου (γενική εποπτεία), Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα, τομ.Β, ελλ. μετ. Μαρία Γεωργοπούλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.,Αθήνα, 2006, σελ.281
↑Μανόλης Χατζηδάκης, «Φορητές εικόνες», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.106-107
↑Ανδρέας Ξυγγόπουλος,Σχεδίασμα ιστορίας της θρησκευτικής ζωγραφικής μετά την Άλωσιν, εκδ. Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήναι 1999 [ανατύπωσις] σελ.162, 175
↑Μανώλης Χατζηδάκης, «Φορητές εικόνες», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.106, 126-127
↑Το 1801 εκλάπη από τον Άγγλο Ed. Clarke. Εμμανουήλ Φραγκίσκος, «Ο Πατμιακός κώδικας του Πλάτωνα ο Villoison και ο Κοραής», Ο Ερανιστής 21(1997),σελ.391
↑Αθανάσιος Κομίνης, «Τα χειρόγραφα», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.328-329
↑Νίκος Οικονομίδης, «Γραφική ύλη-έγγραφα-βιβλία» στο: Αγγελική Λαΐου (γενική εποπτεία), Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα, τομ.Β, ελλ μετ. Μαρία Γεωργοπούλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.,Αθήνα, 2006, σελ.312
↑Έρα Βρανούση, «Τα έγγραφα»,στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.332
↑Έρα Βρανούση, «Πατμιακά Γ΄- Ο καθηγούμενος της Μονής Πάτμου Ιωσήφ Ιασίτης και η αρχαιότερη αναγραφή χειρογράφων της μονής»,Δελτίον XAE 4 (1964-1965), Περίοδος Δ'. Στη μνήμη του Γεωργίου Α. Σωτηρίου (1881-1965), σελ.345-352
↑Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, «Το ιστορικό των ερευνών στο αρχείο της Πάτμου», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.39
↑Ειδικά για το έγγραφο του Μανουήλ Α΄Κομνηνού δες Έρα Βρανούση, «Πατμιακά. Πρόσταξις του Αυτοκράτορος Μανουήλ Α Κομνηνού υπέρ της εν Πάτμω μονής Ιωάννου του Θεολόγου »,στο: Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Β' Αθήναι 1966, σελ.78-97
↑Έρα Βρανούση, «Τα έγγραφα»,στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.333
↑Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Αρχείο Μονής Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου (Ταξινόμηση και φωτογράφηση)», Ο Ερανιστής 3(1965), σελ.145
↑Παναγιώτης Μιχαηλάρης, «Μία ‘μετριότης’ του 1567. Συμβολή στη μελέτη των χειρόγραφων συγχωροχαρτιών», Ο Ερανιστής τομ. 25 (2005), σελ. 51, 53
↑Αθανάσιος Κομίνης, «Πατμιακά (Η μαρτυρία δύο βιβλιογραφικών προσθηκών)», Ο Ερανιστής 5 (1967), σελ.194-200
↑Εμμανουήλ Φραγκίσκος, «Οι σωζόμενοι κατάλογοι των εντύπων της βιβλιοθήκης της Μονής Α. Ιωάννου του Θεολόγου Πάτμου», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.313
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.102-103
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.93
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.95
↑Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002, σελ.129-132
Πηγές
Ελένη Αντωνιάδη-Μπιμπίκου, «Ερημωμένα χωριά στην Ελλάδα: ένας προσωρινός απολογισμός», στο Σπύρος Ασδραχάς, Η οικονομική δομή των Βαλκανικών χωρών (15ος-19ος αι.), εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1979, σελ.191-259
Νίκος Οικονομίδης, «Γραφική ύλη-έγγραφα-βιβλία» στο: Αγγελική Λαΐου (γενική εποπτεία), Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα, τομ.Β, ελλ μετ. Μαρία Γεωργοπούλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.,Αθήνα, 2006, σελ.309-313
Anthony Cutler, «Η παραγωγή έργων τέχνης», στο: Αγγελική Λαΐου (γενική εποπτεία), Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα, τομ.Β, ελλ μετ. Μαρία Γεωργοπούλου, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.,Αθήνα, 2006, σελ.263-308
Jacques Lefort, «Η αγροτική οικονομία (7ος-12ος αιώνας)»,στο: Αγγελική Λαΐου (γενική εποπτεία), Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου: από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα, τομ.Α, ελλ μετ. Ελένη Μαχαιρά-Odoni, εκδ. Μ.Ι.Ε.Τ.,Αθήνα, 2006,σελ.377-487
Χαράλαμπος Γάσπαρης, Η γη και οι αγρότες στη μεσαιωνική Κρήτη 13ος-14ος αι.,εκδ. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 1997
Γεώργιος Αποστολάκης, Οι αυτοκρατορικές δωρεές στην Ιερά Μονή Πάτμου και η νομική αξία των χρυσόβουλων λόγων". Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δωρηθέντων ακινήτων κατά τις περιόδους του βυζαντινού,οθωμανικού,ιταλικού και ελληνικού δικαίου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη, 2002
Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τομ. Στ.Η μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829), Θεσσαλονίκη, 1982
Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού τομ. Β1 Τουρκοκρατία 1453-1669, Θεσσαλονίκη, 1964
Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 333 μ.Χ - 1700, τομ.Α, χ,ε. Αθήνα, 1984
Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα 1700-1800, τομ.Β, χ,ε. Αθήνα, 1988
Χρύσα Μαλτέζου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (16ος-17ος αιώνας)», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.115-125
Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, «Τα πλοία της Μονής Πάτμου (11ος-13ος αι.)»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.93-114
Εμμανουήλ Φραγκίσκος, «Οι σωζόμενοι κατάλογοι των εντύπων της βιβλιοθήκης της Μονής Α. Ιωάννου του Θεολόγου Πάτμου», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.311-330
αρχιμ. Ναυκράτιος Τσουλκανάκης, «Η συμβολή της Μονής Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην εμφάνιση και καλλιέργεια της Παιδείας στην Πάτμο»,στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.301-309
Ιωάννης Καραγιαννόπουλος, «Το ιστορικό των ερευνών στο αρχείο της Πάτμου», στο:Διεθνές Συμπόσιο, Πρακτικά Ι. Μονή Α. Ιωάννου του Θεολόγου 900 χρόνια ιστορικής μαρτυρίας (1088-1988) (Πάτμος, 22-24 Σεπτεμβρίου 1988), Αθήναι 1989, σελ.37-41
Διονύσιος Μαμαγκάκης, «Αλέξιος Α' Κομνηνός και Άννα Δαλασσηνή: Σχέση αμοιβαίας αφοσίωσης ή συνύπαρξη πολιτικής αναγκαιότητας;», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών Τ.53(2007-2009), σελ. 169-200
Ελισάβετ Ζαχαριάδου, «Στην Πάτμο το δέκατο έκτο αιώνα. Ο καραβοκύρης κι επιχειρηματίας Διάκος της Κρητικής», Ο Ερανιστής 28 (2011), σελ.65-94 [3]
Ηλίας Γιαρένης, Η συγκρότηση και η εδραίωση της Αυτοκρατορίας της Νικαίας. Ο Αυτοκράτορας Θεόδωρος Α' Κομνηνός Λάσκαρις, εκδ. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα, 2008
Εμμανουήλ Φραγκίσκος, «Ο Πατμιακός κώδικας του Πλάτωνα ο Villoison και ο Κοραής», Ο Ερανιστής 21(1997),σελ.391-395 [4]
Παναγιώτης Μιχαηλάρης, «Μία ‘μετριότης’ του 1567. Συμβολή στη μελέτη των χειρόγραφων συγχωροχαρτιών», Ο Ερανιστής τομ. 25 (2005), σελ. 51-59.[5]
Νικόλαος Φορόπουλος, «Φιλικές σχέσεις της Μονής Ιωάννου του Θεολόγου με τις Καθολικές Δυνάμεις της Δύσεως», Δωδεκανησιακά Χρονικά, 5 (1976), σελ.287-303
Χρύσα Μαλτέζου, «Εισαγωγή: παρουσίαση της αρχειακής ύλης», στο:Σχέσεις της Μονής Πάτμου με τον Δυτικό κόσμο. Αρχειακές αποδείξεις (13ος-18ος αι.) Τόμος πρώτος, Αθήναι, Γραφείο Δημοσιευμάτων της Ακαδημίας Αθηνών, 2017, σελ.13-95
Ανδρέας Ξυγγόπουλος,Σχεδίασμα ιστορίας της θρησκευτικής ζωγραφικής μετά την Άλωσιν, εκδ. Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήναι 1999[ανατύπωσις]
Στέφανος Παπαδόπουλος, «Νεόφυτου του Στ΄,Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως,έγγραφα και αφιερώματα προς την Ι. Μονήν Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου»,στο:Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Δ' Αθήναι 1967-68, σελ.220-245
Σωτήρης Βογιατζής, Η οικοδομική ιστορία της Ιεράς Μονής Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012
Ίλια Χατζηπαναγιώτη - Sangmeister, «Η ταξιδιωτική γραμματεία του 18ου αι. για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Μια ιστορική και ειδολογική εποπτεία», στο: Ίλια Χατζηπαναγιώτη - Sangmeister (επιμ.) Ταξίδι, γραφή, αναπαράσταση. Μελέτες για την ταξιδιωτική γραμματεία του 18ου αι., εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2015,σελ.33-116
Μαρία Κωσταρίδου, «Η μετάβαση του πάστορα Γιόχαν Φρήντριχ Ούσκο στη Βρετανία. Ταξιδιωτική γραμματεία και οριενταλισμός», στο: Ίλια Χατζηπαναγιώτη - Sangmeister (επιμ.) Ταξίδι, γραφή, αναπαράσταση. Μελέτες για την ταξιδιωτική γραμματεία του 18ου αι., εκδ. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2015,σελ.265-308
Χαράλαμπος Μπούρας, «Αρχιτεκτονική», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.25-35
Ηλίας Κόλλιας, «Τοιχογραφίες»,στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.57-69
Μανώλης Χατζηδάκης, «Φορητές εικόνες», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.105-127
Αθανάσιος Κομίνης, «Τα χειρόγραφα», στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.328-331
Έρα Βρανούση, «Τα έγγραφα»,στο: Αθανάσιος Κομήνης (επιμ.), Οι θησαυροί της Μονής Πάτμου, Εκδοτική Αθηνών, 1988, σελ.331-334
΄Ερα Βρανούση, «Πατμιακά. Πρόσταξις του Αυτοκράτορος Μανουήλ Α Κομνηνού υπέρ της εν Πάτμω μονής Ιωάννου του Θεολόγου »,στο: Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Β' Αθήναι 1966, σελ.78-97
Μαρία Νυσταζοπούλου, «Γράμμα του ιερέως και νομικού των παλατιών Νικήτα Καραντηνού προς τον ηγούμενον της εν Πάτμω μονής Ιωάννου του Θεολόγου»,στο: Χαριστήριον εις Αναστάσιον Κ. Ορλάνδον, τομ. Β' Αθήναι 1966, σελ.286-308
Έρα Βρανούση, «Πατμιακά Γ΄- Ο καθηγούμενος της Μονής Πάτμου Ιωσήφ Ιασίτης και η αρχαιότερη αναγραφή χειρογράφων της μονής»,Δελτίον XAE 4 (1964-1965), Περίοδος Δ'. Στη μνήμη του Γεωργίου Α. Σωτηρίου (1881-1965), σελ.345-352 [6]
Αλέξης Πολίτης, «Ματθαίος, επίσκοπος Μυρέων ο Γ΄. Οπαδοί και αντίπαλοι του Διαφωτισμού στην Πάτμο και στις Ηγεμονίες στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα», Μνήμων, 29 (2008), σελ.43-63
Δημήτρης Δημητρόπουλος, «Δόμηση και κοινοτική παρέμβαση στα νησιά του Αιγαίου, 17ος-αρχές 19ου αι.», Μνήμων, 23(2001), σελ.37-65
Δημήτρης Δημητρόπουλος, «Ελαιοτριβεία, μύλοι, φούρνοι, εκκλησίες στο νησιωτικό χώρο τον 17ο αιώνα. Προσέγγιση στο ζήτημα της συνιδιοκτησίας με βάση το παράδειγμα της Μυκόνου», Μνήμων 16 (1994),σελ 37-70 [7]
Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Αρχείο Μονής Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου (Ταξινόμηση και φωτογράφηση)», Ο Ερανιστής 3(1965), σελ.145-156 [8]
Αθανάσιος Κομίνης, «Πατμιακά (Η μαρτυρία δύο βιβλιογραφικών προσθηκών)», Ο Ερανιστής 5 (1967), σελ.194-200 [9]