Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 14/08/2023.
Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Μεγίστης Λαύρας είναι μια εκ των είκοσι μονών του Αγίου Όρους και κατατάσσεται πρώτη (1η) στην ιεραρχική τάξη των αγιορείτικων μονών και η μεγαλύτερη σε έκταση.
Άλλες ονομασίες με τις οποίες φέρεται σε παλαιότερα έγγραφα είναι "Λαύρα των Μελανών", "Λαύρα του κυρού Αθανασίου", "Λαύρα του Αγίου Αθανασίου", "Μεγάλη Λαύρα", ή και απλώς "Λαύρα" που σημαίνει τύπος μοναστηριού με χαλαρή κοινοβιακή ζωή.[2]
Βρίσκεται λίγο βορειότερα του νοτιοανατολικού άκρου της χερσονήσου του Άθω, πάνω σ΄ ένα πλάτωμα βράχου. Απέχει 1,5 ώρα από τις Καρυές με αυτοκίνητο και γύρω στις 7 ώρες πεζοπορία, ενώ από την ακτή περίπου 20 λεπτά, όπου και βρίσκεται ο αρσανάς της μονής.
Το μοναστήρι είναι πολύ μεγάλο, με οχυρωματικούς πύργους, με προβολικούς οχετούς, τις "ζεματίστρες" στις εισόδους της μονής από όπου έριχναν καυτό λάδι για να αντιμετωπίζουν τις επιδρομές των πειρατών, κατά ιδία αρχιτεκτονική εφαρμογή των κάστρων. Ακόμα, έξω βρίσκεται ένας νερόμυλος, καλλιέργειες (λαχανικά) και το κοιμητήριο, ενώ ψηλά στο βουνό το ασκηταριό του Αγ. Αθανασίου.
Ιστορία και περιγραφή
Η μονή ιδρύθηκε το 963 μ.Χ. πάνω στο σημείο που πιθανολογείται ότι ήταν η αρχαία πελασγική πόλη Ακρόθωσι, από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη που καταγόταν από την Αντιόχεια. Ο Αθανάσιος με την ακολουθία του, έκτισε στην αρχή το τετράπλευρο τείχος, στη συνέχεια το καθολικό της Μονής και τέλος τις σειρές των κελιών, κατά προτροπή και χρηματοδότηση του φίλου του, αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Νικηφόρου Φωκά. Μία ερμηνεία για τη στάση αυτή του αυτοκράτορα είναι η φιλοσοφία του για το μοναχισμό. Τον προτιμούσε σε απόκρημνα και δύσβατα μέρη. Συνηγορούν προς αυτό τόσο η απαγόρευσή του για την ίδρυση μονών σε αγροτικές περιοχές, όσο και η βαριά φορολογία στην εκκλησιαστική περιουσία. Λέγεται επίσης ότι επιθυμούσε σφόδρα να εγκαταλείψει αργότερα τον θρόνο και να μονάσει στη Μεγίστη Λαύρα. Βεβαίως, μπορεί να υπάρχουν και άλλες ερμηνείες. Εκείνο που είναι σίγουρο είναι πως δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει τον πόθο του να μονάσει, καθώς δολοφονήθηκε, ενώ κοιμόταν, από την γυναίκα του Θεοφανώ και τον ανιψιό του Ιωάννη Τσιμισκή, μετέπειτα αυτοκράτορα, και όπως αναφέρει η παράδοση, βρέθηκε να κοιμάται πάνω σε ένα μοναχικό ράσο.
Μπαίνοντας από την κεντρική πύλη, στα αριστερά του θόλου που σχηματίζεται, βρίσκεται μια τοιχογραφία της Παναγίας. Κατά την παράδοση, κάποιος αλλόθρησκος την πυροβόλησε με τρεις σφαίρες (τα σημάδια των οποίων φαίνονται). Μία από αυτές εξοστρακίστηκε και τον πέτυχε στην καρδιά.
Στον περίβολο υφίσταται το παρεκκλήσι (ένα από τα 37 της μονής) της Παναγίας της Κουκουζελιώτισσας, όπου και η θαυματουργός εικόνα. Πήρε το όνομά της από τον Αγ. Ιωάννη τον Κουκουζέλη, περίφημος για την ψαλτική του ικανότητα και πρωτοψάλτης των ανακτόρων. Ποθώντας, όμως, τον μοναχικό βίο έφυγε κρυφά και ήρθε στη Μ. Λαύρα με άλλο όνομα για να μη τον βρει ο αυτοκράτορας και παριστάνοντας τον αγράμματο και αδαή. Ανέλαβε, αυτός ο μορφωμένος, ο αξιωματούχος, ο πολλά τιμώμενος, το διακόνημα του βοσκού. Όμως ο αυτοκράτορας, που είχε βάλει λυτούς και δεμένους, τον ανακάλυψε. Θαύμασε την ταπεινότητά του και δεν τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι, παρέμεινε στο μοναστήρι όπου έγινε πρωτοψάλτης. Κατά μία παράδοση, μία μέρα που έψελνε έμπροσθεν της εικόνας, κουράστηκε και νύσταξε. Τότε η Παναγία, από την εικόνα, μίλησε και του είπε: «Κουράγιο, συνέχισε και εγώ θα σε ανταμείψω». Και του έδωσε ένα χρυσό νόμισμα.
Το καθολικό της μονής είναι αρκετά μεγάλο. Θαυμάσια είναι η βαριά δίφυλλη ξύλινη θύρα που χωρίζει τη λιτή από τον κυρίως ναό, δωρεά του Φωκά, λάφυρο του από πολέμους. Ακόμα πιο θαυμάσιο είναι το ψηλό περίτεχνο τέμπλο.
Στο διπλανό κολλητό παρεκκλήσι βρίσκεται ο τάφος του Αγ. Αθανασίου, ο οποίος όμως δεν έχει ανοιχτεί ποτέ. Μια φορά πήγε ένας πατριάρχης Αλεξανδρείας, που ευλαβούταν πολύ τον Άγιο, να πάρει λείψανο από τον τάφο του. Μόλις όμως τον άνοιξε, κεραυνοί και αστραπές έβγαιναν από αυτόν. Από τότε κανείς δεν τόλμησε να τον ανοίξει. Το δε 1981 (σχετικά πρόσφατα) που το μοναστήρι από ιδιόρρυθμο (ο κάθε μοναχός ζούσε όπως ήθελε) άλλαξε σε κοινοβιακό (υπακοή στον ηγούμενο, κοινή προσευχή, τράπεζα κ.τ.λ.), στις εορτές, ενώπιον πολλών προσκυνητών, ο τάφος έβγαζε πολύ μύρο. Το παρεκκλήσι αυτό κάποτε ήταν αφιερωμένο στον Άγιο και το καθολικό στην Παναγία. Όμως παρουσιάστηκε η Παναγία στον ύπνο του ηγουμένου και τον διέταξε το Καθολικό να αφιερωθεί στη μνήμη του Αγίου Αθανασίου στις 5/7, ενώ το παρεκκλήσι αφιερώθηκε στους 40 μάρτυρες.
Η Τράπεζα βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το Καθολικό, παρεμβαλλόμενης της φιάλης και ενός πανύψηλου και παμπάλαιου, όπως φαινόταν από τον κορμό, κυπαρισσιού το οποίο είναι πάνω από 1000 ετών, καθώς φυτεύτηκε από τον Άγιο Αθανάσιο, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με άλλους 6 μοναχούς πέφτοντας από μια σκαλωσιά το 1000 ή το 1001.
Η ακμή της Μεγίστης Λαύρας άρχισε από την ίδρυσή της, όπου στο τέλος του 10ου αιώνα είχε εκατόν εξήντα μοναχούς, ενώ τον 11ο αιώνα επτακόσιους.
Ο χρυσός αιώνας, όμως, της μονής θεωρείται ο 14ος αιώνας, κατά τον οποίο μόνασαν πολλοί άγιοι πατέρες μεταξύ των οποίων και ο μεγάλος ησυχαστής Γρηγόριος ο Παλαμάς. Κατά τη διάρκεια του 15ου αιώνα δέχθηκε πολλαπλές πειρατικές επιδρομές, και υπέστη καταστροφές, με αποτέλεσμα την υιοθέτηση του ιδιορρύθμου τρόπου λειτουργίας προκειμένου να λειτουργεί στοιχειωδώς. Οι μοναχοί της μονής, εκμεταλλευόμενοι την αναγνώριση ορισμένων ευνοϊκών προνομίων, κατάφεραν κατά το τέλος του 15ου αιώνα να αποκαταστήσουν κατεστραμμένα κτίρια και αγιογράφησαν εκ νέου το Καθολικό και τα παρεκκλήσια του.
Στις 25 Μαρτίου του 1575 η Μονή επανήλθε στο κοινοβιακό σύστημα με σιγίλλιο του Πατριάρχου Ιερεμία του Γ΄. Η νέα της ακμή συνοδεύτηκε με καταβολή φόρων για λογαριασμό και άλλων μονών και κράτησε μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, οπότε περιέπεσε σε μαρασμό και αργότερα πάλι στην ιδιορρυθμία. Στα μέσα του 18ου αιώνα ιδρύθηκε στη Μονή το παλαιότερο τυπογραφικό εργαστήριο το οποίο λειτούργησε στον Ελλαδικό χώρο.
Εξαρτήματα
Κατά την έκρηξη της Ελληνικής επανάστασης η Λαύρα είχε 117 μοναστηριακούς μοναχούς και 448 εξαρτηματικούς ερημίτες, σκητιώτες και κελιώτες, που πολλοί από αυτούς συμμετείχαν ενεργά σ' αυτήν.
Η γεωγραφική της έκταση είναι η μεγαλύτερη του Αγίου Όρους και είναι 72000 στρέμματα.
Όπως προκύπτει από το τηρούμενο από χιλιετίας βιβλίο επονομαζόμενο "Κουβαρά", στην ιστορική της διαδρομή εμόνασαν εντός της μονής είκοσι επτά πατριάρχες, 150 αρχιερείς, 168 ηγούμενοι, 3400 ιερομόναχοι, και 14000 μοναχοί.
Η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει εικοσιένα Παρεκκλήσια εσωτερικά της μονής και πολλά άλλα εξωτερικά από τα οποία σημαντικότερα είναι του Προφήτου Ηλιού, Αγίου Γρηγορίου, Αγίας Παρασκευής και Αγιάσματος του Αγίου Αθανασίου, καθώς και ο κοιμητηριακός ναός των Αγίων Αποστόλων. Έχει, επίσης, τρεις Σκήτες, Καθίσματα, πολλά Κελιά και Ησυχαστήρια, συγκεντρωμένα ή διάσπαρτα σε διάφορες περιοχές της, καθώς και ερμητήρια σε δυσπρόσιτες περιοχές. Δύο είναι σε μορφή οικισμού, όπως η Σκήτη Αγίας Άννας και η Σκήτη Αγίας Τριάδος ή Σκήτη Καυσοκαλυβίων, τα οποία και βρίσκονται στη νοτιοδυτική πλευρά της Αθωνικής χερσονήσου. Η τρίτη είναι η Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας σε μορφή ενιαίου κτιριακού συγκροτήματος και βρίσκεται επάνω από τον Ακράθω και η οποία είναι ρουμανική.
Τα Κελιά της Μονής Μεγίστης Λαύρας βρίσκονται στις περιοχές Προβάτα, Μορφονού, Κερασιά, Άγιος Νείλος και στις Καρυές. Στις Καρυές έχει το αντιπροσωπείο που τιμάται στην Αγία Άννα, οκτώ Κελιά στα οποία διαμένουν συνολικά 10 μοναχοί, καθώς και τρία οικήματα και αρκετή δασική έκταση. Μέχρι το 1930 υπήρχαν και άλλα Κελιά της στη θέση της σημερινής πλατείας του Πρωτάτου, μεταξύ των οποίων εκείνο των Εκκλησιαστικών και του Τυπογράφου.
Τα Κελιά της Μονής αυτής έχουν προσδιορισμένη εδαφική έκταση, είναι εκατοντάδες, πλην όμως τα περισσότερα είναι ερειπωμένα. Από αυτά είναι κατοικήσιμα τα 60 και ήδη κατοικούνται τα 45 με 65 εξαρτηματικούς μοναχούς.
Η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει δέκα Καθίσματα στην ευρύτερη περιοχή της. Από αυτά, τα επτά βρίσκονται κοντά στη μονή, μεταξύ των οποίων είναι το Κάθισμα των Αγίων Αρχαγγέλων ή Κουκουζέλη, όπου εμόνασε τον 14ο αιώνα ο μεγάλος μελωδός της Εκκλησίας Άγιος Ιωάννης Κουκουζέλης.
Στην περιοχή Βίγλα και κοντά στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Μεγίστης Λαύρας βρίσκεται το Κάθισμα του Ακαθίστου ή Σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου, όπου βρίσκεται το σπήλαιο του Αγίου Αθανασίου. Τέλος, σε απόσταση οκτώ χιλιομέτρων περίπου, βορειότερα της μονής και κοντά στη μονή Καρακάλου, βρίσκεται το Κάθισμα Αγίου Ευσταθίου ή Μυλοποτάμου.
Σήμερα η μονή Μεγίστης Λαύρας έχει εξήντα Ησυχαστήρια στις περιοχές Βουλευτήρια, Ησυχαστήριο Άγιος Βασίλειος, Βίγλα, Κατουνάκια και Καρούλια. Τα περισσότερα από αυτά, επειδή βρίσκονται σε άνυδρες τοποθεσίες, καλύπτουν τις ανάγκες τους με βρόχινο νερό και δεν διαθέτουν δική τους καλλιεργήσιμη έκταση.
Επιχειρηματική δραστηριότητα
Η Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας συμμετέχει σε κοινοπραξία με την ελληνική κατασκευαστική εταιρεία ΕΝΤΕΚΑ σε ένα από τα μεγαλύτερα σχέδια για αιολικά πάρκα στο Αιγαίο, ισχύος 330 μεγαβάτ και ύψους 600 εκατ. ευρώ. Προβλέπεται η υποβρύχια διασύνδεση Λάρυμνας - Σκύρου και η δημιουργία 9 αιολικών πάρκων στο νησί, τα οποία θα αποτελούνται από 111 ανεμογεννήτριες, στο νότιο του άκρο, σε μια άγονη περιοχή, χωρίς οικισμούς.[6]
↑Στέφανος Ευθυμιάδης (2001). «Κεφ. 2 - Ο Βυζαντινός θρησκευτικός βίος». Δημόσιος και ιδιωτικός βίος στο Βυζαντινό και μεταβυζαντινό κόσμο. Πάτρα: Πανεπιστήμιο Πάτρας. σελ. 240. ISBN960-538-300-4.