Η ουδέτερη οπτική γωνία αυτού του λήμματος αμφισβητείται.Πιθανότατα παρουσιάζει κάποια γεγονότα ή απόψεις μονομερώς ή με δυσανάλογη ισορροπία σε σχέση με την αντίστοιχη βαρύτητά τους. Παρακαλούμε δείτε τη σχετική συζήτηση στη σελίδα συζήτησης του λήμματος.
Η Ιερά, Βασιλική και Σταυροπηγιακή Μονή της Παναγίας του Μαχαιρά, βρίσκεται στο ανατολικό άκρο της οροσειράς του Τροόδους κοντά στην κορυφή Κιόνια (1423 μ), σε υψόμετρο 870 μέτρων. Είναι κτισμένη σε μια βουνοπλαγιά, που καταλήγει στον χείμαρρο Πεδιαίο. Ονομάζεται βασιλική γιατί κτίσθηκε με βασιλική βοήθεια, και σταυροπηγιακή, γιατί κατέστη εκκλησιαστικά αυτοδιοίκητη, πράγμα το όποιο συμβολίζεται με την τοποθέτηση σταυρού στα θεμέλια της. Η Μονή είναι αφιερωμένη στην Παναγία και πανηγυρίζει στα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου.[4]
Ιστορία
Ίδρυση
Οι πατέρες Ιγνάτιος και ένας άλλος γηραιός μοναχός ο Προκόπιος αποφάσισαν, να ανεγείρουν μοναστήρι, το οποίο θα λειτουργούσε σύμφωνα με το κοινοβιακό πρότυπο που ακολουθούσαν τα μεγάλα μοναστικά κέντρα της εποχής. Για τον λόγο αυτό μετέβησαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνάντησαν τον αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό (1143-1180) και του εξέθεσαν την επιθυμία τους. Ο φιλόχριστος αυτοκράτορας όχι μόνο τους χορήγησε τα απαραίτητα χρήματα, αλλά επίσης δώρισε στο νέο μοναστήρι το όρος στο οποίο θα ανεγειρόταν μαζί με την γύρω περιοχή, έδωσε σ' αυτό το Σταυροπήγιο και το προνόμιο να είναι η Μονή ελεύθερη και αφορολόγητη τόσο από το δημόσιο όσο και από ιδιώτες. Αυτά τα προνόμια αργότερα κατοχυρώθηκαν και από τους αυτοκράτορες Ισαάκιο και Αλέξιο της δυναστείας των Αγγέλων. Ο Άγιος Ιγνάτιος με γραπτή διάταξη άφησε διάδοχο του τον Άγιο Νείλο που είναι και ο πρώτος ενθρονισμένος ηγούμενος του κοινοβίου. Ο Άγιος Νείλος το 1201 έγραψε Τυπική Διατάξη, δηλαδή κανόνες που ρυθμίζουν τον μοναχικό βίο και την ομαλή λειτουργία του κοινοβίου, η οποία σώζεται μέχρι σήμερα και από την οποία αντλούνται όλες οι πληροφορίες για την ίδρυση της Μονής. Εξελέγη επίσκοποςΤαμασού το 1209 αφήνοντας διάδοχο και νέο ηγούμενο τον Ιωακείμ, ενώ πολύ πιθανόν να έγινε και αρχιεπίσκοπος Κύπρου μεταξύ των ετών 1215-1221. Ως επίσκοπος Ταμασού επεκύρωσε την Διάταξη που έγραψε ως ηγούμενος και ίδρυσε γυναικείο μοναστήρι αφιερωμένο στην Θεοτόκο, το οποίο ονόμασε Βλαχερνίτισσα. Η μνήμη των ιδρυτών της Μονής Μαχαιρά Νεοφύτου, Ιγνατίου, Προκοπίου και Νείλου εορτάζεται στις 13 Δεκεμβρίου.[5][6]
Φραγκοκρατία
Καθώς τα χρόνια κυλούν, η Κύπρος καταλαμβάνεται από εξωτερικούς κατακτητές. Την περίοδο του Βυζαντίου διαδέχεται η περίοδος της Λατινοκρατίας (1192-1571) με πρώτους τους Φράγκους και έπειτα τους Ενετούς. Αυτή η περίοδος ήταν για τον λαό και την Εκκλησία της Κύπρου ιδιαίτερα δύσκολη. Οι Φράγκοι κατακτητές, δεν αρκέστηκαν μόνο στο να υποβιβάσουν τους Κυπρίους στην τάξη των δουλοπάροικων, άλλα προσπάθησαν να τους υποδουλώσουν και πνευματικά. Ίδρυσαν Λατινική Εκκλησία στην Κύπρο και εξαπέλυσαν κατά μέτωπο επίθεση εναντίον της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ιδιαίτερα έπληξαν τα μοναστήρια, των οποίων περιόρισαν τον αριθμό των μοναχών, άλλα και παρενέβαιναν στην εσωτερική τους λειτουργία. Στις προσπάθειες αυτές αντιτάχθηκε σθεναρά ο Κυπριακός κλήρος. Το 1231 η Μονή προσέφερε στην Εκκλησία δύο οσιομάρτυρες, τους αγίους Γεράσιμο και Γεννάδιο οι οποίοι, μαζί με άλλους ένδεκα μονάχους της Μονής της Παναγίας της Καντάρας θανατώθηκαν από τους Λατίνους κατακτητές, υπερασπιζόμενοι την αγία πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μετά από τριετή φυλάκιση και φρικτές κακουχίες, αφού πρώτα τους έσυραν στην κοίτη του πόταμου Πεδιαίου δεμένους πίσω από άλογα μέχρι που κατεκόπησαν οι σάρκες τους από τις πέτρες, έπειτα έκαψαν ότι απέμεινε από τα σώματα τους. Η μνήμη τους τιμάται στις 19 Μαΐου, ημέρα του μαρτυρίου τους.
Κατά την περίοδο αυτή, και συγκεκριμένα το έτος 1357, ο χρονογράφοςΛεόντιος Μαχαιράς αναφέρει ότι η τότε βασίλισσα Αλίς αποπειράθηκε να εισέλθει στον ναό της Μονής. Ο Όσιος Νείλος στην Τυπική του Διάταξη ορίζει το μοναστήρι νά είναι άβατο για τις γυναίκες. Αυτός ο θεσμός διατηρήθηκε για 150 τουλάχιστον χρόνια από την ίδρυσή του. Η βασίλισσα λοιπόν, παραβαίνοντας το άβατο, τιμωρήθηκε παραδειγματικά από την Παναγία χάνοντας αμέσως την φωνή της και μένοντας βωβή για τρία χρόνια.
Τουρκοκρατία
Η περίοδος της Λατινοκρατίας τελειώνει με την κατάληψη της νήσου από τους Τούρκους. Οι Τούρκοι κατείχαν το νησί για τρεις αιώνες (1571-1878) και αυτή η περίοδος ήταν εξ'ίσου δύσκολη με αυτή των Λατίνων κατακτητών, με εξαίρεση το ότι η Εκκλησία της Κύπρου ανέκτησε ξανά την ανεξαρτησία της. Η απάνθρωπη όμως συμπεριφορά και η φοβερή εκμετάλλευση των Τούρκων αξιωματούχων, οδήγησε τον λαό σε πολύ δύσκολη κατάσταση. Η Μονή της Παναγίας του Μαχαιρά συνέχισε την προσφορά της και σε αυτή την περίοδο ως πνευματική και εθνική εστία, και διεδραμάτισε σπουδαίο ρόλο, μαζί με τα υπόλοιπα μοναστήρια, στο να ανασχεθεί το κύμα εξισλαμισμού και να διασωθεί η χριστιανική και η ελληνική ταυτότητα των Κυπρίων υποδούλων. Στο μοναστήρι λειτουργούσε σχολείο, στο οποίο καλλιεργούνταν τα γράμματα, οι τέχνες, η εκκλησιαστική μουσική κ.ά. Στην ανάπτυξη της παιδείας συνέβαλε επίσης με την παραχώρηση γης για την ίδρυση της πρώτης Ελληνικής Σχολής, του Παγκυπρίου Γυμνασίου στην Λευκωσία, την ίδρυση εκπαιδευτηρίων σε όλο το νησί και για την ανέγερση λεπροκομείου.
Στα δύσκολα αυτά και θλιβερά χρόνια της Τουρκοκρατίας, η Μονή Μαχαιρά ανέδειξε ένα από τα μεγάλα αναστήματα της Εκκλησίας της Κύπρου στους τελευταίους αιώνες, τον εθνομάρτυρα Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό, γέννημα αλλά συγχρόνως και καύχημα της Μονής. Γεννήθηκε το 1756 στον Στρόβολο και σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός στην Μονή Μαχαιρά, Πάνω ο Εθνομάρτυρας Κυπριανός όπου έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Διακόνησε στην Μονή αρκετά χρόνια και βοήθησε στη διεκπεραίωση υποθέσεων της στο εξωτερικό. Το 1810 χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος. Μεταξύ των πολλών ευεργεσιών του προς την Μονή ήταν και η ανέγερση του μετοχίουΆγιος Ελευθέριος[7] στην Λευκωσία. Η προσφορά του, γενικά, στην Εκκλησία και το Έθνος ήταν πολύ μεγάλη. Η άρνηση του τόσο να εγκαταλείψει την Κύπρο, όσο και να αλλαξοπιστήσει, προκειμένου να σωθεί, και ο μαρτυρικός του θάνατος από τους Τούρκους στις 9 Ιουλίου 1821, υπήρξαν ζωντανό παράδειγμα προς τους Χριστιανούς, και τους ενεδυνάμωσαν ώστε να μην αρνηθούν την πίστη τους, αλλά να υπομείνουν τα δεινά της σκλαβιάς.
Αγγλοκρατία
Τους Τούρκους κατακτητές διαδέχθηκαν οι Άγγλοι αποικιοκράτες με μια συμφωνία που έγινε στις 4 Ιουνίου 1878. Οι Οθωμανοί κράτησαν την κυριαρχία της Κύπρου και παραχώρησαν στους βρετανούς τη διοίκηση. Σε αντάλλαγμα η βρετανία αναλάμβανε να υποστηρίξει τους Οθωμανούς ενάντια στη Ρωσσία. Οι Οθωμανοί δήλωσαν ότι έπαιρναν κάθε χρόνο 92800 λίρες σαν φόρο, και οι βρετανοί, χωρίς να εξετάσουν αν αυτό ήταν σωστό, συμφώνησαν να δίνουν κάθε χρόνο αυτό το ποσό στους τούρκους. Από εδώ προέκυψε η λανθασμένη άποψη πως «οι βρετανοί αγόρασαν την Κύπρο», πράγμα που είναι ιστορικά λάθος. Οι βρετανοί όμως ποτέ δεν έδωσαν αυτό το ποσό στους τούρκους και το κρατούσαν οι ίδιοι. Λίγα χρόνια μετά, το 1892, η Ιερά Μονή Μαχαιρά για δεύτερη φορά καταστράφηκε τελείως από πυρκαγιά - η πρώτη έλαβε χώρα το 1530. Η ανέγερση εκ βάθρων τελείωσε το 1900. Κατ' αυτή την περίοδο η Μονή συνδέθηκε με τον απελευθερωτικό αγώνα εξ αιτίας του υπαρχηγού της ΕΟΚΑΓρηγόρη Αυξεντίου, ο οποίος συχνά έβρισκε καταφύγιο στους χώρους της.[8] Όμως, κατόπιν προδοσίας εντοπίσθηκε στο κρησφύγετο του, το όποιο βρίσκεται κοντά στο μοναστήρι. Μετά από πολύωρη μάχη, αφού έχασαν οι Άγγλοι κάθε ελπίδα να τον συλλάβουν ζωντανό, από ελικόπτερο περιέλουσαν το κρησφύγετο με βενζίνη και τον έκαψαν ζωντανό στις 3 Μαρτίου 1957.
Σύγχρονη ιστορία
Μετά την ανεξαρτησία της νήσου, η Μονή πέρασε δύσκολες στιγμές, οικονομικές και πνευματικές. Όταν ανέλαβε την ηγουμενία ο αρχιμανδρίτης Παύλος, μετέπειτα ΜητροπολίτηςΚυρηνείας, έθεσε τα θεμέλια για την πνευματική ανύψωση της Μονής στην μικράς διαρκείας περίοδο στην οποία ηγουμένευσε. Η διαδοχή στην ηγουμενία του αγιορείτη ιερομόναχου Αθανασίου (1993) σημάδεψε την σύγχρονη ιστορία της Μονής και απετέλεσε σημαντικό σταθμό. Ο νέος ηγούμενος ανακαίνισε εξ ολοκλήρου την Μονή, κτιριακά και πνευματικά, μετατρέποντας την σε κοινόβιο κατά τα παραδοσιακά μοναστηριακά πρότυπα των αρχαίων κοινοβίων, τα όποια διασώθηκαν διά μέσου των αιώνων στο Άγιον Όρος. Ανεγέρθηκαν καινούργιοι ναοί και παρεκκλήσια, δημιουργήθηκαν νέοι χώροι για φιλοξενία, για διακονήματα, το σκευοφυλάκιο κ.ά. Μετά την εκλογή του π. Αθανασίου σε Μητροπολίτη Λεμεσού το 1999, τον διαδέχθηκε ως ηγούμενος ο αρχιμανδρίτης Αρσένιος,[9][10] ο οποίος συνέχισε το έργο του προκατόχου του. Βρήκε όμως απρόσμενο θάνατο μαζί με τον Πατριάρχη ΑλεξανδρείαςΠέτρο,[11] επίσης πνευματικό τέκνο της Μονής, όταν το ελικόπτερο στο όποιο επέβαιναν συντρίβηκε στην θάλασσα στις 11 Σεπτεμβρίου 2004.[12]
Σήμερα η αδελφότητα αριθμεί 30 μοναχούς με ηγούμενο τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Λήδρας κ. Επιφάνιο. Πατέρες της Μονής προ ολίγων ετών εγκαταστάθηκαν στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου στο Μέσα Ποταμό [18][19] και στην Ιερά Μονή Συμβούλου Χριστού πλησίον του χωριού Επισκοπή Λεμεσού αναστηλώνοντας και επαναλειτουργώντας τις ως κοινόβια.
Ώρες Λειτουργίας: (Βλέπε https://machairas.cy/hours/)
Προσφορά στην Εκκλησία και στην Κύπρο
Από την Ιερά Μονή έχουν περάσει αρκετοί Πατέρες οι οποίοι έχουν ανέλθει στο Επισκοπικό αξίωμα. Συγκεκριμένα, στην σημερινή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Κύπρου, οι Κιτίου Χρυσόστομος,[20]Λεμεσού Αθανάσιος,[21]Νεαπόλεως Πορφύριος,[22]Αμαθούντος Νικόλαος [23] και Λήδρας Επιφάνιος είναι πνευματικά τέκνα της Μονής, όπως ήτο και ο Πατριάρχη Αλεξανδρείας Πέτρος,[11]πρώην Κυρηνείας, μακαριστός κυρός Παύλος.[24] Χαρακτηριστικά ο Ηγούμενος της Μονής φέρει τον τρίτο βαθμό της Ιερωσύνης, αυτόν του Επισκόπου Λήδρας.
Επίσης, η προσφορά της Μονής είναι σημαντική και στον εθνικό τομέα, με τα γνωστά γεγονότα του αγωνιστή Γρηγόρη Αυξεντίου,[8] ο οποίος έμεινε στην ιστορία και ως "Σταυραετός του Μαχαιρά".[25]