Γεννήθηκε το 1850 και σπούδασε ιατρική πρώτα στην Αθήνα και έπειτα στη Γερμανία και τη Γαλλία[1]. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου ίδρυσε ιδιωτική κλινική και εξελίχθηκε σε έναν επιτυχημένο χειρουργό. Παράλληλα συμμετείχε ενεργά σε διάφορα ιατρικά συνέδρια, δημοσιεύοντας αρκετές επιστημονικές ανακοινώσεις. Υπήρξε προσωπικός γιατρός του Οικουμενικού πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ και αρκετών ισχυρών οικονομικά προσωπικοτήτων της αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια διετέλεσε διετέλεσε πρόεδρος της Αυτοκρατορικής Ιατρικής Εταιρείας[1] και γιατρός της Περσικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη συμβάλλοντας τα μέγιστα στην οργάνωση του νοσοκομείου της πρεσβείας. Για τη δράση του τιμήθηκε από την Περσική Αυτοκρατορία με το παράσημο του Λέοντος και Ηλίου και από την Οθωμανική Αυτοκρατορία με τα παράσημα Μετζηδιέ και Οσμανιέ καθώς και με το μετάλλιο των Καλών Τεχνών[2].
Ο Μακρής υπήρξε επίσης περιηγητής και συγγραφέας μελετών ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος με επίκεντρο την περιοχή της Κυζίκου. Για το σκοπό αυτό πραγματοποιούσε συχνά ταξίδια στην γενέτειρά του Αρτάκη όπως και στα ερείπια της αρχαίας Κυζίκου[3].
Κατά τα τελευταία χρόνια του βίου του έχασε την όρασή του και αποσύρθηκε στην Πάνορμο όπου απεβίωσε κατά τον Μάιο του 1920. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αρτάκη όπου και κηδεύτηκε[4].
Οικογένεια
Ο Μακρής απέκτησε τρεις γιους οι οποίοι συμμετείχαν ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Μετά το τέλος του πολέμου εξαιρέθηκαν από την αμνηστία του οθωμανικού κράτους και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Ήταν ο γιατρός και αρθρογράφος Ιπποκράτης, ο χημικός και επιχειρηματίας Αριστοτέλης και ο καθηγητής Περικλής[4].