Το Κίνημα των Αδεσμεύτων ή Κίνηση των Αδεσμεύτων, γνωστό και με το αρκτικόλεξο ΝΑΜ (αγγλικά: Non-Aligned Movement), είναι μία διεθνής οργάνωση αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ μεταξύ των Αδεσμεύτων χωρών, των οποίων η πολιτική δεν ευθυγραμμίζεται με την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων (ΗΠΑ-Ρωσίας). Αποτελείται από 120 κράτη ενώ συμμετέχουν και 17 κράτη παρατηρητές, είτε με ομαδική εκδήλωση συγκεκριμένης ιδεολογίας, είτε ως σύνολο συμμετεχόντων σε συγκεκριμένες δραστηριότητες.[2]
Ιδρύθηκε το 1961 στο Βελιγράδι και βασικοί συντελεστές για τη δημιουργία του ήταν ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, ο Γιαβαχαρλάλ Νεχρού, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ' και ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ. Τα μόνιμα μέλη του κινήματος είναι η πρώην Γιουγκοσλαβία, τωρινή Σερβία, η Ινδία, και η Αίγυπτος. Σκοπός του κινήματος, σύμφωνα με τη διακήρυξη της Αβάνας (1978) είναι να διασφαλίσει «την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την ασφάλεια των αδέσμευτων χωρών στον αγώνα τους ενάντια στον ιμπεριαλισμό, την αποικιοκρατία, τον ρατσισμό και όλες τις μορφές ξένης επιθετικότητας, κατοχής, κυριαρχίας, ανάμειξης ή ηγεμονίας, καθώς και εναντίον των μεγάλων δυνάμεων και των συνασπισμών ισχύος»[3].
Πολιτική και ιδεολογία
Αποτελούμενο από πολλές κυβερνήσεις διαφορετικών πολιτικών ιδεολογιών αυτό που ενώνει τα μέλη του είναι η δέσμευσή τους στην παγκόσμια ειρήνη, ασφάλεια και στον αφοπλισμό. Από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του το κίνημα συμμετέχει σε ιδεολογικές συγκρούσεις, ασκώντας κριτική σε ρατσιστικά καθεστώτα και υποστηρίζοντας απελευθερωτικά κινήματα. Σύμφωνα με το κίνημα κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να ασκεί πολιτικές, που καθορίζονται βάσει των εθνικών του συμφερόντων και όχι λόγω των σχέσεών του με συγκροτήματα ισχύος.
Σύγχρονες δραστηριότητες και θέσεις
Κριτική στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών
Τα πρόσφατα χρόνια οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν γίνει στόχος του κινήματος. Η εισβολή στο Ιράκ και ο πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία, οι προσπάθειες της Ουάσιγκτον να σταματήσουν τα πυρηνικά προγράμματα του Ιράν και της Βόρειας Κορέας έχουν χαρακτηριστεί παραβιάσεις των ανθρώπινων δικαιωμάτων.[4] Οι ηγέτες του κινήματος, επίσης, έχουν ασκήσει κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες για τον έλεγχο που ασκούν στον Ο.Η.Ε. και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς.
Αειφόρος ανάπτυξη
Το κίνημα έχει δεσμευθεί δημοσίως στο δόγμα της αειφόρου ανάπτυξης και στην επίτευξη των αναπτυξιακών στόχων της χιλιετίας, αλλά θεωρεί ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει δημιουργήσει τις συνθήκες που θα ευνοούσαν την ανάπτυξη. Παράγοντες που εμποδίζουν την ανάπτυξη είναι η παγκοσμιοποίηση, το χρέος των αναπτυσσόμενων χωρών, οι αθέμιτες πρακτικές εμπορίου, η μείωση της ξένης βοήθειας και το έλλειμμα δημοκρατίας στα οικονομικά κέντρα αποφάσεων.[5]
Μεταρρυθμίσεις του ΟΗΕ
Το κίνημα έχει ασκήσει κριτική στον ΟΗΕ σχετικά με τις παρούσες δομές του οργανισμού και τον συσχετισμό δυνάμεων στο εσωτερικό του και επικεντρώνεται στη χρησιμοποίηση του ΟΗΕ από ισχυρά κράτη, με τέτοιο τρόπο που παραβιάζονται βασικές αρχές του κινήματος. Έχει προχωρήσει σε μία σειρά συστάσεων που θα ισχυροποιούσαν την εκπροσώπηση κρατών μελών του κινήματος στον ΟΗΕ. Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις στόχευαν στη βελτίωση της διαφάνειας και της δημοκρατίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων του οργανισμού. Σύμφωνα με το κίνημα, το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι το πιο αντιδημοκρατικό στοιχείο του οργανισμού και χρειάζεται επανασχεδιασμό.[6]
Πολυπολιτισμικότητα και ανθρώπινα δικαιώματα
Το κίνημα αποδέχεται την καθολικότητα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά αντιστέκεται σθεναρά στην πολιτισμική ομογενοποίηση και κάνει έκκληση για την προστασία της πολυπολιτισμικότητας και την ανεκτικότητα των θρησκευτικών, κοινονικοπολιτιστικών και ιστορικών ιδιαιτεροτήτων που ορίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα μιας συγκεκριμένης περιοχής.[7]
Σύνοδοι κορυφής
Οι σύνοδοι κορυφής είναι η κορυφαία πολιτική συγκέντρωση του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Συμμετέχουν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των κρατών - μελών του.
Στην πρώτη σύνοδο κορυφής, που άρχισε τις εργασίες της στο Βελιγράδι την 1η Σεπτεμβρίου του 1961, το Κίνημα των Αδεσμεύτων αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα συνοχής. Στο κίνημα είχαν διαμορφωθεί τρεις πτέρυγες: η δεξιά, με επιφανέστερους εκπροσώπους τον Τζαβαχαρλάλ Νεχρού και τον Μακάριο, η κεντρώα, με τους Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ και Σουκάρνο της Ινδονησίας, και η αριστερή, με ηγέτη τον Φιντέλ Κάστρο. Η τεταμένη διεθνής κατάσταση όξυνε τις αντιθέσεις αυτών των τάσεων σε βαθμό που προς στιγμήν απειλήθηκε διάσπαση κατά τη διαδικασία σύνταξης του κοινού ανακοινωθέντος. Η μεσολάβηση του στρατάρχη Τίτο κατέστησε τελικά εφικτό τον συμβιβασμό. Κομιστές έκκλησης της διάσκεψης για την ειρήνη έφτασαν στη Μόσχα και συναντήθηκαν με τον Νικίτα Χρουστσόφ οι Νεχρού και Κβάμε Νκρούμαχ της Γκάνα, ενώ στην Ουάσινγκτον συναντήθηκαν με τον Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι οι Σουκάρνο και Μοντίμπο Κεϊτά, πρόεδρος του Μάλι[10].
Γενικοί Γραμματείς
Ο Γενικός Γραμματέας του Κινήματος των Αδεσμεύτων εκλέγεται στο τέλος της κάθε συνόδου.
Γενικός Γραμματέας (η χώρα του ασκεί την προεδρία) του Κινήματος των Αδεσμεύτων
↑«Κείμενο θέσεων (παρ.55)» (στα Αγγλικά). Ντέρμπαν, Νότια Αφρική: 12ο Συνέδριο Κινήματος Αδεσμεύτων. 2–3 Σεπτεμβρίου 1992. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Απριλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2011.CS1 maint: Unfit url (link)