Η οργάνωση Ιταλικές Φάσι Μάχης (ιταλικά Fasci Italiani di Combattimento, FIC), ήταν ένα ιταλικό Fascio ("φάσο") που δημιουργήθηκε από τον Μπενίτο Μουσολίνι το 1914. Μέχρι το 1919 ονομαζόταν Φάσι Επαναστατικής Δράσης (Fasci d' Azione Rivoluzionaria).
Ιστορία
Ίδρυση και πρώτα χρόνια
Ιδρύθηκε ως μια συγχώνευση δύο άλλων κινήσεων: της Φάσι Διεθνιστικής Δράσης και μιας ομάδας που δημιούργησε ο Μουσολίνι, της Αυτόνομες Φάσι Επαναστατικής Δράσης.[1] Tο 1915, τα μέλη της Φάσι άρχισαν επίσημα να αυτοαποκαλούνται "Φασίστες" (Fascisti).[2] Kατήγγειλαν το Μαρξισμό, αλλά έλεγαν ότι υποστηρίζουν το σοσιαλισμό, χρησιμοποιώντας την περίφημη ρήση του Γάλλου σοσιαλιστή Λουί Ογκίστ Μπλανκί, "Αυτός που έχει σίδηρο έχει και ψωμί" στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας Il Popolo D'italia.[3] Η οργάνωση ήταν ρεπουμπλικανική και ο Μουσολίνι μίλησε για την επιθυμία του ότι με τον πόλεμο «ίσως δούμε μερικά ακόμη στέμματα να συντρίβονται». Τον Απρίλιο του 1915 ο Μουσολίνι κατηγόρησε τον Βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ ΙΙΙ ότι είναι φιλο-Γερμανός "Φιλισταίος", ότι είναι "ξένος" και υποθετικά "φιλο-ουδέτερος".[4]
Παγιοποίηση
Λόγω του ότι ο Μουσολίνι υποστήριζε την ιταλική παρέμβαση στον εν εξελίξει Α' Παγκ. Πόλεμο, έλαβε οικονομική υποστήριξη από την εταιρεία Ansaldo (που εκτός των άλλων κατασκεύαζε και όπλα) και άλλες εταιρείες.[5] Λέγεται ότι το 1917 ο Μουσολίνι υποστηρίχθηκε από τη Βρετανική Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών (Directorate of Military Intelligence), απ' όπου υποτίθεται ότι πληρωνόταν £100 εβδομαδιαία. Λέγεται ότι αυτή η βοήθεια είχε εγκριθεί από τον Sir Samuel Hoare.[6] Ωστόσο, ανεξάρτητα από την οικονομική στήριξη που δέχτηκε για τη στάση του υπέρ της παρέμβασης, οι σοσιαλιστές επικριτές του Μουσολίνι σημείωναν ότι ο Μουσολίνι ήταν ελεύθερος να γράφει ό, τι επιθυμεί στην εφημερίδα Il Popolo D'italia, χωρίς προηγούμενη έγκριση από τους χρηματοδότες του.[7]
Η πρώτη συνεδρίαση της Fasci d 'Azione Rivoluzionaria πραγματοποιήθηκε στις 24 Ιαν. του 1915. Εκεί ο Μουσολίνι δήλωσε ότι ήταν απαραίτητο για την Ευρώπη να επιλύσει τα εθνικά προβλήματα - περιλαμβανομένων των εθνικών συνόρων - της Ιταλίας και αλλού, "για τα ιδανικά της δικαιοσύνης και της ελευθερίας για τα οποία οι καταπιεσμένοι λαοί πρέπει να αποκτήσουν το δικαίωμα να ανήκουν στις εθνικές κοινότητες από τις οποίες κατάγονται". Ανάμεσα σε συζήτηση για το θέμα του αλυτρωτισμού, ο Μουσολίνι σημείωνε ότι "το δύσκολο θέμα του αλυτρωτισμού είχε τεθεί και επιλυθεί στο πλαίσιο των ιδανικών του σοσιαλισμού και της ελευθερίας, οι οποίοι δεν αποκλείουν τη διασφάλιση του θετικού εθνικού συμφέροντος".[8]
Τον Μάρτιο του 1915, ο Μουσολίνι διακήρυξε την αλυτρωτική στάση του κινήματος για την Τεργέστη, όπου ανέφερε ότι η Τεργέστη "πρέπει να είναι, και θα είναι ιταλική μέσω του πολέμου εναντίον των Αυστριακών και, εάν είναι απαραίτητο, εναντίον των Σλάβων". Σε ένα άρθρο του στις 6 Απριλίου του 1915, ο Μουσολίνι αναφέρθηκε στις θέσεις του κινήματος έναντι της Δαλματίας, με το επιχείρημα ότι η Ιταλία δεν θα πρέπει να προσαρτήσει όλη τη Δαλματία, επειδή το επιχείρημα ότι η πλειοψηφία μιλάει την ιταλική "δεν είναι αρκετά καλός λόγος για να διεκδικήσει την αποκλειστική κατοχή της όλης της Δαλματίας". Υποστήριξε την προσάρτηση στην Ιταλία μιας πολύ μεγάλης περιοχής της Δαλματίας, συμπεριλαμβανομένου ολόκληρου του αρχιπέλαγους της.[9]
Οι Fasci λάμβαναν ιδεολογική επιρροή και από άλλα μέλη εκτός του Μουσολίνι, όπως ο Prezzolini, που προηγουμένως ήταν μέλος του Ιταλικού Εθνικιστικού Συνδέσμου. Ο Prezzolini ήταν εντυπωσιασμένος από τον Μουσολίνι, και στα τέλη του 1914 συνεργάστηκε με την Il Popolo D'italia για να γράφει σ' αυτή.[10]
Στις 11 Απριλίου του 1915 κατά τη διάρκεια μιας παρεμβατικής διαδήλωσης που ήλθε αντιμέτωπη με φιλο-ουδέτερα μέλη του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSI), η ιταλική αστυνομία σκότωσε ένα άτομο, έναν ηλεκτρολόγο ονόματι Ινοσέντε Μαρκόρα. Τόσο οι παρεμβατιστές όσο και οι ουδέτεροι εξοργίστηκαν από αυτό το φόνο. Οι Fasci d'Azione Rivoluzionaria που από τότε αυτοαποκαλούνταν "Φασίστες", πήραν μέρος σε μια κοινή στάση εργασίας παρεμβατιστών και φιλο-ουδέτερων.[11]
Μετονομασία και κλείσιμο
Στις 23 Μαρτίου 1919, η Fasci d Rivoluzionaria μετονομάστηκε σε Fasci Italiani da Combattimento.
Το 1919, με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών αποδόθηκε στην Ιταλία το Νότιο Τιρόλο, το Τρεντίνο, η Ίστρια και η Τεργέστη από την Αυστρία. Ωστόσο, η Ιταλία ήθελε επίσης το Fiume και την περιοχή της Δαλματίας στην ακτή της Αδριατικής, ως εκ τούτου, θεώρησε ότι αδικήθηκε. Το Μάρτιο του 1919, ο Μουσολίνι ίδρυσε τη Fasci di Combattimentο (Φάσι/Σύνδεσμο Μάχης), η οποία επιδίωξε την υποστήριξη των δυσαρεστημένων, ανέργων βετεράνων του πολέμου. Οι Αρντίτι, (τα "μαύρα πουκάμισα" των Ιταλών καταδρομέων) ήταν εξαγριωμένοι με τα προβλήματα στην Ιταλία. Ο Μουσολίνι τους έδειξε κατανόηση, ισχυριζόμενος ότι μοιράστηκε τις εμπειρίες του πολέμου, και έτσι αυτοί ενώθηκαν με τις Φάσι για να σχηματίσουν τελικά τη Milizia Volontaria per la Sicurezza Nazionale (Εθελοντική Φρουρά για την Εθνική Ασφάλεια ή "MVSN").
Το 1921, αυτό το Fascio μετασχηματίστηκε στο Εθνικό Φασιστικό Κόμμα (ιταλικά: Partito Nazionale Fascista, PNF). Ο Μουσολίνι συνδύασε ιδεολογίες από διαφορετικά πολιτικά κόμματα. Ξεκίνησε την πολιτική του ζωή ως σοσιαλιστής, μετά έγινε συντάκτης του σοσιαλιστικού περιοδικού Avanti, αλλά εκδιώχθηκε όταν υποστήριξε την παρέμβαση στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά ίδρυσε την ομάδα Fascio di Combattimento (Φάσο Μάχης), το οποίο στην αρχή δεν κέρδισε πολλή δημοτικότητα. Το 1919, σχηματίστηκε μια τρικομματική κυβέρνηση, που έκλινε προς το δημοκρατικό πολίτευμα (Εθνικό Φασιστικό Κόμμα).
Ιδεολογία
Η οργάνωση βασιζόταν στην πολιτική του Giuseppe Mazzini, όπως στην αποκήρυξη του άθρησκου, μη-μυστικού σοσιαλισμού της πάλης των τάξεων.[3] Επίσης βασιζόταν στην ιδέα του Mazzini για την κινητοποίηση των μαζών με βάση την πίστη και όχι τον υλισμό.[12] Το Μάρτιο του 1915, ο Μουσολίνι περιγράφει τον Mazzini και άλλους Ιταλούς πατριώτες ως αφυπνιστές των Ιταλών με το Risorgimento, που μέχρι τότε ήταν «κοιμώμενοι άνθρωποι».[12] Ο Μουσολίνι, όπως και ο Mazzini, κατηγορούνται τους συμβατικούς σοσιαλιστές ως δογματικούς και τον Δεκέμβριο του 1914 επέκρινε το Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSI) για την ένωσή τους με το Μαρξισμό, τον οποίο ο Μουσολίνι είχε κηρύξει ξεπερασμένο. Σχημάτισε μια λίστα από σοσιαλιστές που ξεκινούσε με κορυφαίους προσωπικότητες όπως ο Mazzini, ο Προυντόν, ο Μπακούνιν, ο Fourier και ο Saint-Simon και κατέληγε στον Μαρξ στη χαμηλότερη θέση.[13] Έλεγε ότι ο ίδιος και άλλοι Ιταλοί παρεμβατιστές σοσιαλιστές προσπαθούσαν να αποκηρύξουν τον Μαρξ και να επιστρέψουν στον Mazzini.[14] Αυτή η αντίληψη του Μουσολίνι για τον Mazzini ήταν επηρεασμένη από την εξιδανίκευση του υπεράνθρωπου του φιλοσόφου Φρίντριχ Νίτσε και την εξιδανίκευση του επαναστάτη συνδικαλιστή Georges Sorel. Σε μια αναθεώρηση των έργων του Sorel το 1909, ο Μουσολίνι δήλωσε ότι έγινε συνδικαλιστής όταν ο Sorel είπε εμείς οι συνδικαλιστές.[12]
Παραπομπές
↑Zeev Sternhell. The Birth of Fascist Ideology. σ. 303.
↑Paul O'brien. Mussolini in the First World War: The Journalist, The Soldier, The Fascist. σ. 52
↑Dennis Mack Smith. 1997. Modern Italy; A Political History. Ann Arbor: The University of Michigan Press. σ. 284.
↑Kington, Tom (13 Οκτωβρίου 2009). "Recruited by MI5: the name's Mussolini. Benito Mussolini – Documents reveal Italian dictator got start in politics in 1917 with help of £100 weekly wage from MI5". Guardian. UK.