Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 21/03/2021.
Ο Θεόδωρος, όπως ονομαζόταν αρχικά ο Γρηγόριος, γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου (γνωστή στην αρχαιότητα και ως Καβηρία, Διάσπολις και Σεβαστή, το σημερινό Νικσάρ) και προερχόταν από εύπορη και εξέχουσα οικογένεια παγανιστών. Ο πατέρας του πέθανε όταν ήταν 14 χρονών, ενώ ο γαμπρός του ήταν Ρωμαίος κυβερνήτης της Παλαιστίνης.
Αρχικά σκόπευε να σπουδάσει στην περίφημη νομική σχολή της Βηρυτού αλλά όταν γνώρισε τον Ωριγένη αποφάσισε, όπως και ο αδελφός του Αθηνόδωρος, να εγκαταλείψει την ιδέα της νομικής σχολής, να μεταστραφεί στον Χριστιανισμό και να γίνει μαθητής του στην Κατηχητική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Τότε ο Θεόδωρος άλλαξε το όνομά του σε Γρηγόριος, καθώς το «Θεόδωρος» δεν θεωρούνταν αποκλειστικά χριστιανικό όνομα. Σπούδασε αρχικά φιλοσοφία και αργότερα θεολογία, πάντοτε όμως έκλινε προς τις φιλοσοφικές μελέτες τόσο πολύ ώστε είχε την διακαή επιθυμία να αποδείξει ότι η χριστιανική θρησκεία ήταν η μόνη αληθινή και καλή φιλοσοφία. Οι σπουδές του κοντά στον Ωριγένη διήρκεσαν εφτά χρόνια.
Κατόπιν επέστρεψε στον Πόντο γύρω στο 238, όπου και χειροτονήθηκε ως επίσκοπος. Αν και λέγεται ότι το εκκλησίασμά του αποτελείτο από μόνο 17 Χριστιανούς αρχικά, ο ιεραποστολικός του ζήλος είχε ως αποτέλεσμα τη μεταστροφή της πλειονότητας των παγανιστών της πόλης στον Χριστιανισμό, σε βαθμό που παρέμειναν μόνο 17 παγανιστές όταν πέθανε. Θεωρείται ότι εκτέλεσε πολλά θαύματα και για αυτό το λόγο του δόθηκε η προσωνυμία «Θαυματουργός»[2]. Σύμφωνα με τον Γρηγόριο Νύσσης, ο οποίος αποτελεί την πιο αξιόπιστη βιογραφική πηγή εν μέσω ασαφειών και θρύλων, θεωρείται ότι ήταν το πρώτο άτομο που είναι γνωστό ότι έλαβε όραμα της Παναγίας (μαζί με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή), βάσει του οποίου κατέγραψε μια ομολογία σχετικά με το δόγμα της Αγίας Τριάδας. Ο Βασίλειος Καισαρείας καταγράφει σε έναν λόγο του ότι για τα πνευματικά του χαρίσματα και τη χάρη των θαυμάτων του Γρηγορίου «δεύτερος Μωϋσῆς παρ΄ αὐτῶν τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀνηγορεύετο»[3]. Αναφέρεται ότι η αγία Μακρίνα η Πρεσβυτέρα άκουσε πολλά από τα κηρύγματα του Γρηγορίου όταν ήταν νέα, με συνέπεια να τα μεταδώσει στους εγγονούς της Βασίλειο Καισαρείας και Γρηγόριο Νύσσης.
Στον Γρηγόριο αποδίδεται η καθιέρωση εορτασμών προς τιμήν των μαρτύρων, των διδασκαλιών σχετικά με τους αγίους και η τήρηση εορτών για τους αγίους, που αποτέλεσε επίσης μέσο για να προσελκύσει παγανιστές στην Εκκλησία. Κατά τη διάρκεια των διωγμών του αυτοκράτορα Δέκιου, διέφυγε μαζί με τους άλλους Χριστιανούς στην έρημο.
Πέθανε από φυσικά αίτια, σε ηλικία 57 ετών περίπου. Τα λείψανά του έχουν μεταφερθεί στην Καλαβρία. Η μνήμη του εορτάζεται και τιμάται από την Ορθόδοξη και την Καθολική εκκλησία στις 17 Νοεμβρίου.
Έργα
Τα έργα του Γρηγόριου έχουν διασωθεί σε ιδιαίτερα αποσπασματική κατάσταση. Ονομαστός παραμένει ο αποχαιρετιστήριος λόγος του Εις Ωριγένην Προσφωνητικός μετά το πέρας των σπουδών του, όπου εξυμνείται η διδακτική δεινότητα του Ωριγένη. Άλλα έργα του που σώζονται είναι η Επιστολή Κανονική Περί των εν τη Καταδρομή των Βαρβάρων Ειδωλόθυτα Φαγόντων ή και Έτερα τινά Πλημμελησάντων, Προς Τατιανόν Περί Ψυχής Λόγος Κεφαλαιώδης, Λόγοι Εις τον Ευαγγελισμόν της Παναγίας Θεοτόκου και Αεί Παρθένου της Μαρίας, Λόγος εις τους Αγίους Πάντας, Ομιλία Εις τον Εκκλησιαστήν, αποσπάσματα από σχολιολόγια στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, στον Ιερεμία και στον Ιώβ. Ο Γρηγόριος μετέφρασε σε απλούστερα ελληνικά το βιβλίο του Εκκλησιαστή με βάση τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα.