Ο Γκουρού Αμάρ Ντας (5 Μαΐου 1479 - 1 Σεπτεμβρίου 1574) ήταν ο τρίτος από τους δέκα γκουρού του Σιχισμού, ο οποίος έλαβε το αξίωμα του Σιχ-Γκουρού στις 26 Μαρτίου 1552 και σε ηλικία 73 ετών.[2]
Πριν γίνει Σιχ, ο Αμάρ Ντας είχε προσχωρήσει στη Βισνουϊδική παράδοση του Ινδουισμού για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.[3][4] Μια μέρα άκουσε την ανιψιά της συζύγου του, Μπίμπι Άμρο, να απαγγέλλει έναν ύμνο του Γκουρού Νάνακ Ντεβ και συγκινήθηκε βαθιά.[3] Η Μπίμπι Άμρο ήταν η κόρη του Γκουρού Ανγκάντ, του δεύτερου και τότε εν ενεργεία Γκουρού των Σιχ. Ο Αμάρ Ντας έπεισε την Μπίμπι Άμρο να τον συστήσει στον πατέρα της[5] και το 1539, ο Αμάρ Ντας, στην ηλικία των εξήντα ετών, συνάντησε τον Γκουρού Ανγκάντ και έγινε Σιχ, αφιερώνοντας τον εαυτό του σε εκείνον.[6] Το 1552, πριν τον θάνατό του, ο Γκουρού Ανγκάντ διόρισε τον Αμάρ Ντας ως Γκουρού Αμάρ Νας και στη συνέχεια τον έχρισε τον τρίτο Γκουρου του Σιχισμού.[7]
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας υπήρξε ένας σημαντικός καινοτόμος του Σιχισμού, ο οποίος εισήγαγε τη θρησκευτική οργάνωση με το σύστημα Μαντζί (διορισμοί εκπαιδευμένων κληρικών), ένα σύστημα το οποίο με τα χρόνια αναπτύχθηκε και επιβιώνει μέχρι και τη σύγχρονη εποχή.[5][3] Έγραψε και συνέλεξε ύμνους σε ένα Πότι (βιβλίο), το οποίο τελικά βοήθησε στη δημιουργία του Αντί Γκραντ.[8][9] Βοήθησε στην εγκαθίδρυση των Σιχ τελετουργικών που σχετίζονταν με την ονοματοδοσία των παιδιών, τον γάμο (Ανάντ Καράζ) και την κηδεία,[10][11] καθώς επίσης και της πρακτικής των συναθροίσεων και των εορτασμών φεστιβάλ όπως τα Ντιβάλι, Μάγκχι και Βαϊσάχι.[12][13] Ίδρυσε επίσης κέντρα Σιχ προσκυνημάτων και επέλεξε την τοποθεσία του Χρυσού Ναού.[14]
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας παρέμεινε ο ηγέτης των Σιχ μέχρι την ηλικία των 95 ετών και ονόμασε τον γαμπρό του, Μπάι Τζίτα (αργότερα γνωστός με το όνομα Γκουρού Ραμ Ντας), ως διάδοχό του.[3][15]
Βιογραφία
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1479 στο χωριό Μπασάρκι, στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Αμριτσάρ στο Παντζάμπ, και οι γονείς του ήταν οι Τεζ Μπαν Μπαλία και Μπαχτ Καούρ (επίσης γνωστή ως Λάχμι ή Ρουπ Καούρ). Παντρεύτηκε τη Μάνσα Ντέβι και μαζί απέκτησαν τέσσερα παιδιά, τα οποία ονόμασαν Μόχρι, Μόχαν, Ντάνι και Μπάνι.[1]
Ο Αμάρ Ντας ήταν πιστός Ινδουιστής (επικεντρωμένος στο θεό Βισνού) και φημολογείται πως είχε πάει σε είκοσι προσκυνήματα στα Ιμαλάια, στην αρχαία πόλη Χαριντβάρ στον ποταμό Γάγγη. Το 1539 περίπου, σε ένα από αυτά τα προσκυνήματα, συνάντησε έναν ινδουιστή μοναχό ο οποίος τον ρώτησε γιατί δεν έχει έναν γκουρού (πνευματικό δάσκαλο) κι έτσι, ο Αμάρ Ντας αποφάσισε να αποκτήσει έναν.[1] Κατά την επιστροφή του, άκουσε την Μπίμπι Άμρο, την κόρη του Γκουρού Ανγκάντ, να τραγουδά έναν ύμνο του Γκουρού Νάνακ Ντεβ.[3] Ο Αμάρ Ντας έμαθε από εκείνην για τον Γκουρού Ανγκάντ και με τη βοήθειά της τον συνάντησε το 1539, αποφασίζοντας να τον κάνει πνευματικό του δάσκαλο, παρά το ότι ο Γκουρού Ανγκάντ ήταν πολύ νεαρότερος από τον ίδιο.[1]
Στην παράδοση των Σιχ είναι διάσημος για την απαράμιλλη αφοσίωση και υπηρεσία του στον Γκουρού Ανγκάντ, με τους μύθους να λένε πως ξυπνούσε τις πολύ πρωινές ώρες για να φέρει νερό για το μπάνιο του Γκουρού Ανγκάντ, να καθαρίσει και να μαγειρέψει για τους εθελοντές, όπως επίσης το ότι αφιέρωνε αρκετή ώρα για διαλογισμό και προσευχή, τόσο το πρωί όσο και το βράδυ.[1] Ο Γκουρού Ανγκάντ τον έχρισε διάδοχό του, αντί του επιζώντος γιου του, το 1552.[5][7] Αφότου ο Αμάρ Ντας έγινε ο τρίτος Γκουρού, συνέχισε τα προσκυνήματα σε θρησκευτικούς χώρους, ένα από τα οποία επιβεβαιώνεται σε έναν ύμνο ως προσκύνημα στην πόλη Κουρουκσέτρα, τον Ιανουάριο του 1553.[1]
Πέθανε το 1574 και, όπως οι άλλοι Σιχ-Γκουρού, αποτεφρώθηκε, με τα «λουλούδια» (εναπομείναντα κόκαλα και στάχτη μετά την αποτέφρωση) να εμβυθίζονται σε χαρισάρ (τρεχούμενα νερά). Η χρήση της φωτιάς ως η πιο κατάλληλη διαδικασία μετά θάνατον εξηγήθηκε από τον Γκουρού Νάνακ Ντεβ με θρησκευτικούς όρους του θεού Άγκνι ως κάψιμο της παγίδας του θανάτου.[16]
Διδασκαλίες
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας έδινε έμφαση τόσο στις πνευματικές αναζητήσεις όσο και στην ηθική καθημερινή ζωή. Ενθάρρυνε τους ακολούθους του να ξυπνάνε πριν την αυγή, να κάνουν την ιεροτελεστική πλύση τους κι έπειτα, να διαλογίζονται σιωπηλά σε απομόνωση.[1] Δίδασκε πως ένας καλός πιστός έπρεπε να είναι ειλικρινής, να ελέγχει το μυαλό του, να τρώει μόνο όταν πεινάει, να αναζητά τη συντροφιά ευσεβών ανθρώπων, να λατρεύει τον Κύριο, να κάνει μια τίμια ζωή, να υπηρετεί τους αγίους, να μην επιθυμεί τον πλούτο του άλλου και ποτέ να μην συκοφαντεί τους άλλους. Πρότεινε ιερή αφοσίωση με την εικόνα του Γκουρού στις καρδιές των ακολούθων του.[1]
Ήταν επίσης μεταρρυθμιστής και δεν ενθάρρυνε την κάλυψη των προσώπων των γυναικών (μουσουλμανικό έθιμο), όπως επίσης και του σάτι (Ινδουιστικό έθιμο όπου η χήρα γυναίκα θυσιάζεται κατά τη διάρκεια της κηδείας του συζύγου της, με το να κάθεται στην κορυφή της πυράς που έκαιγε το σώμα του νεκρού).[1][17] Ενθάρρυνε τους ανθρώπους να παλεύουν για να προστατέψουν άλλους και για δικαιοσύνη, σημειώνοντας πως αυτό είναι ντάρμα.[13]
Επιρροή
Θρησκευτική οργάνωση και διοίκηση
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας ξεκίνησε την παράδοση του συστήματος μαντζί (ζώνες θρησκευτικής διοίκησης με έναν διορισμένο αρχηγό, τον λεγόμενο σανγκάτιας),[5][3] εισήγαγε το ντάσβαντ (το «δέκατο» του εισοδήματος) σύστημα της είσπραξης εσόδων στο όνομα του Γκουρού ως έναν ομαδοποιημένο κοινοτικό θρησκευτικό πόρο[7] και καθιέρωσε τη διάσημη παράδοση λάνγκαρ όπου όλοι οι επισκέπτες, χωρίς καμία διάκριση όποιου είδους, μπορούν να έχουν ένα δωρεάν γεύμα στον κοινόχρηστο χώρο ενός γκουντβάρα (ιερός ναός).[3][18] Επίσης, ξεκίνησε και εγκαινίασε τα μπαόλι (stepwells: πηγάδια ή μικρές λιμνούλες όπου μπορείς να φτάσεις το νερό αν κατέβεις ένα σύνολο σκαλοπατιών) στο Γκοϊντβάλ μαζί με έναν χώρο ξεκούρασης, διαμορφώνοντάς τον κατά το πρότυπο της Ινδικής παράδοσης νταρμάσαλα, χώρος ο οποίος στη συνέχεια έγινε κέντρο προσκυνήματος για τους Σιχ.[3][15][18]
Ακμπάρ
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας συνάντησε τον Αυτοκράτορα των Μουγκάλ, Ακμπάρ. Σύμφωνα με τον Σιχ μύθο, ούτε ο Γκουρού Αμάρ Ντας απευθύνθηκε αμέσως στον Ακμπάρ, ούτε ο Ακμπάρ σε εκείνον, αλλά πιθανόν πριν συναντηθούν για πρώτη φορά, ο Γκουρού πρότεινε πως ο Ακμπάρ θα έπρεπε να καθίσει στο πάτωμα και να φάει στη λάνγκαρ όπως όλοι οι επισκέπτες. Ο Ακμπάρ, ο οποίος προσπαθούσε να ενθαρρύνει την ανοχή και την αποδοχή ανάμεσα στις θρησκευτικές γραμμές, αποδέχτηκε πρόθυμα αυτή την πρόταση.[19] Οι Σιχ αγιογραφίες τζανάμ-σαχίς αναφέρουν πως ο Γκουρού Αμάρ Ντας έπεισε τον Ακμπάρ να καταργήσει τον φόρο στους Ινδουιστές προσκυνητές που πήγαιναν στο Χαριντβάρ.[20]
Τελετουργικά στον Σιχισμό: γάμος, φεστιβάλ, κηδεία
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας συνέθεσε τον εκστατικό ύμνο που ονομάζεται Ανάντ, και τον έκανε μέρος του τελετουργικού του Σιχ γάμου «Ανάντ Καράζ», το οποίο στην κυριολεξία σημαίνει «ευτυχές γεγονός».[21][22]
Ο ύμνος Αμάντ τραγουδιέται, στη σύγχρονη εποχή, όχι μόνο κατά τη διάρκεια των Σιχ γάμων αλλά και σε μεγάλες γιορτές. Μέρη του ύμνου απαγγέλλονται στους Σιχ ναούς κάθε βράδυ, στην ονοματοδοσία ενός Σιχ μωρού, καθώς επίσης και κατά τη διάρκεια μιας Σιχ κηδείας.[10] Αποτελεί τμήμα της σύνθεσης Ανάντ Σαχίμπ, το οποίο βρίσκεται στις σελίδες 917-922 του Αντί Γκραντ.[10][11]
Ολόκληρη η Ανάντ Σαχίμπ σύνθεση του Γκουρού Αμάρ Ντας είναι ένα γλωσσικό μείγμα παντζάμπι και χίντι, αντανακλώντας την ανατροφή και το υπόβαθρο του Γκουρού Αμάρ Ντας. Ο ύμνος γιορτάζει την ελευθερία από τα βάσανα και το άγχος και την ένωση της ψυχής με τα θεία, περιγράφοντας την ευδαιμονία του πιστού που επιτεύχθηκε μέσω του Γκουρού με εσωτερική ευλάβεια, και επαναλαμβάνοντας το Όνομα του Δημιουργού.[11] Στη στροφή 19, ο ύμνος δηλώνει πως οι βέδες διδάσκουν πως «το Όνομα είναι ανώτατο» και στη στροφή 27 πως συζητιέται το καλό και το κακό, αλλά αυτά δεν είναι αληθινά αν δεν υπάρχει ένας Γκουρού. Η χάρις του Γκουρού είναι αυτή που ξυπνάει την καρδιά και την ευλάβεια στο Όνομα. Ο ύμνος γιορτάζει τη ζωή και τη συνεχή εσωτερική ευλάβεια προς τον Έναν, κλείνοντας την κάθε στροφή του με τη χαρακτηριστική φράση «λέει ο Νάνακ».[11][23]
Σύμφωνα με τις Σιχ καταγραφές, στον Γκουρού Νας πιστώνεται επίσης και η ενθάρρυνση του κτισίματος ναών και χώρων όπου οι Σιχ θα μπορούσαν να συναθροίζονται σε φεστιβάλ όπως τα Μάγκχι,[24]Ντιβάλι και Βαϊσάχι.[12][25] Απαιτούσε οι ακόλουθοί του να συναθροίζονται για προσευχή και κοινοτικές γιορτές το φθινόπωρο στο Ντιβάλι και την άνοιξη στο Βαϊσάχι.[13][26][27]
Τοποθεσία του Χρυσού Ναού
Ο Γκουρού Αμάρ Ντας ήταν αυτός που επέλεξε τον χώρο στην πόλη Αμριτσάρ για έναν ξεχωριστό ναό, τον οποίο ξεκίνησε να κτίζει ο Γκουρού Ραμ Ντας, ολοκλήρωσε κι εγκαινίασε ο Γκουρού Αρντζάν και επιχρύσωσε ο Σιχ Αυτοκράτορας Ραντζίτ Σινγκ. Αυτός ο ναός εξελίχθηκε στο σύγχρονο «Χαριμαντίρ Σαχίμπ» ή ναό του Θεού, επίσης γνωστός και ως ο Χρυσός Ναός[14][28] και αποτελεί τον πιο ιερό χώρο προσκυνήματος στον Σιχισμό.[29]
Ιδρύματα και γραφή
Μελετητές όπως οι Πασαούρα Σινγκ, Λουίς Φενέχ και Γουίλιαμ ΜακΛιόν, δηλώνουν πως ο Γκουρού Αμάρ Ντας ασκούσε επιρροή στην εισαγωγή «χαρακτηριστικών γνωρισμάτων, προσκυνημάτων, φεστιβάλ, ναών και τελετουργιών», τα οποία από την εποχή του μέχρι και σήμερα, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Σιχισμού.[8] Μνημονεύεται επίσης ως ο καινοτόμος που ξεκίνησε τη συλλογή των ύμνων, η οποία είναι γνωστή σήμερα ως Γκοϊντβάλ Πότι ή Μόχαν Πότι, πρόδρομος του Αντί Γκραντ (πρώτη έκδοση του βιβλίου με τα ιερά κείμενα του Σιχισμού) υπό τον πέμπτο Σιχ-Γκουρου Αρντζάν, και από το οποίο τελικά αναδύθηκε το Γκουρού Γκραντ Σαχίμπ υπό τον δέκατο Σιχ-Γκουρού, Γκομπίντ Σινγκ.[8][30] Οι σχεδόν 900 ύμνοι που συνέθεσε ο Γκουρού Αμάρ Ντας αποτελούν το τρίτο μεγαλύτερο μέρος, περίπου το 15%, του Γκουρού Γκραντ Σαχίμπ.[9]
↑Gopal Singh (1971). The Religion of the Sikhs. Allied. σελ. 11. ISBN978-0-210-22296-6. Guru Amar Das was a farmer-trader and a strong Vaishnavite before he met Guru Angad at a fairly advanced age.
↑Pashaura Singh (Καλοκαίρι 1996). «Scriptural Adaptation in the Adi Granth». Journal of the American Academy of Religion (Oxford University Press) 64 (2): 337–357.