* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).
Ο Γιόζεφ Μπίτσαν (αγγλικά-τσεχικά: Josef Bican, 25 Σεπτεμβρίου 1913 – 12 Δεκεμβρίου 2001) ήταν Τσέχος και Αυστριακός επαγγελματίας ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως κεντρικός επιθετικός. Σύμφωνα με την RSSSF (Rec.Sport.Soccer Statistics Foundation), ο Μπίτσαν σημείωσε περισσότερα από 950 γκολ σε επίσημους αγώνες και συμπεριλαμβανομένων και των φιλικών τουλάχιστον 1.813, τα δεύτερα υψηλότερα σύνολα στην ποδοσφαιρική ιστορία.[1] Το 2000 η Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS) του απένειμε τη «Χρυσή Μπάλα» ως τον κορυφαίο σκόρερ του 20ού αιώνα με βάση τους 12 τίτλους πρώτου σκόρερ κορυφαίας κατηγορίας εθνικών πρωταθλημάτων.[2][3]
Γεννημένος στην Αυστρία, ξεκίνησε την καριέρα του από ομάδες της χώρας γνωρίζοντας ατομική και συλλογική καταξίωση, αλλά είχε εντυπωσιακή πορεία όταν μετακόμισε στην πατρίδα των γονέων του Τσεχοσλοβακία. Αγωνιζόμενος με τη Σλάβια Πράγας και σημειώνοντας πολυάριθμα τέρματα απέσπασε ετεροχρονισμένα το χαρακτηρισμό (συμπεριλαμβανομένης της FIFA) ως του μεγαλύτερου σκόρερ όλων των εποχών.[4][5][6]
Ήταν μέλος της αυστριακής Wunderteam («ομάδα-θαύμα») της δεκαετίας του 1930 και ο κορυφαίος σκόρερ των εθνικών πρωταθλημάτων σε ολόκληρο τον κόσμο σε πέντε διαδοχικές αγωνιστικές περιόδους (1939–1940 έως 1943–1944).[7] Σύμφωνα με την RSSSF, ο Μπίτσαν σημείωσε τουλάχιστον 676 γκολ σε αγώνες πρωταθλήματος, από τα οποία τα 526 σε αγώνες της πρώτης εθνικής κατηγορίας.[1][8] Κατέρριψε πολυάριθμα ρεκόρ κόσμου στο σκοράρισμα, ορισμένα από τα οποία παραμένουν ακόμα ή διατηρήθηκαν επί δεκαετίες. Ψηφίστηκε 34ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα στις εκλογές της IFFHS και κορυφαίος της χώρας του.[9][10]
Βιογραφία
Πρώτα χρόνια
Ο Μπίτσαν γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 1913 στη Βιέννη, τότε πόλη της Αυστροουγγαρίας από Τσέχους γονείς. Ο πατέρας του Φράντισεκ με καταγωγή από τη Νότια Βοημία, ήταν ποδοσφαιριστής της Χέρτα Βιέννης (ASV Hertha Wien, ομάδα της πρώτης κατηγορίας) και η μητέρα του Λουντμίλα, δούλευε σε κουζίνα εστιατορίου. Το 1921, σε ηλικία 30 ετών ο Φράντισεκ Μπίτσαν απεβίωσε, με τον θάνατό του να οφείλεται σε τραυματισμό στο νεφρό κατά τη διάρκεια ενός ποδοσφαιρικού αγώνα. Αυτό το γεγονός θα μπορούσε να λειτουργήσει ανασταλτικά στην επιθυμία του μικρού Γιόζεφ που ήθελε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του. Ο μεγαλύτερος αδερφός του ήταν επίσης καλός ποδοσφαιριστής, καθώς άρχισε να παίζει στη Χέρτα Βιέννης από μικρή ηλικία, ωστόσο αυτοκτόνησε στην εφηβεία του.[5][11][12] Μετά το θάνατο του πατέρα τα οικονομικά της οικογένειας επιδεινώθηκαν. Όπως ο ίδιος θυμάμαι δεν υπήρχαν χρήματα ούτε για μία μπάλα: «Ένα πανί από εφημερίδες και παλιές κάλτσες πρέπει να ήταν αρκετό για μένα. Το ποδόσφαιρο ήταν η μόνη διασκέδαση για τα αγόρια εκείνη την εποχή, σκάβαμε το δρόμο για το σχολείο το πρωί και μετά όλο το απόγευμα, ακόμη και έξι ώρες την ημέρα».[13] «Και αυτός ήταν ο λόγος που εκείνη την εποχή υπήρχαν πολλοί εξαιρετικοί ποδοσφαιριστές» τόνισε.[14] Όμως, αφού από την ηλικία των 12 ετών άρχισε να παίζει στην ομάδα παίδων της Χέρτα Βιέννης ΙΙ[15] και διαδοχικά σε δύο ομάδες γειτονικών εργοστασίων (Σούστεκ και Φάρμπενλουτζ) που δούλευε από τα 15 του χρόνια συνδυάζοντας δουλειά και ποδόσφαιρο, στα 18 του πραγματοποίησε την πρώτη του μεταγραφή.[16][17] Εντοπίστηκε από τον διεθνή αμυντικό της Ραπίντ Βιέννης Ρόμαν Σραμσέις (Roman Schramseis) σε φιλικό αγώνα της εργοστασιακής ομάδας με το ερασιτεχνικό τμήμα του βιεννέζικου σωματείου, όπου σημείωσε επτά γκολ στο τελικό 7–5.[18][19]
Η άνοδος και η περίοδος της ακμής
Στην Αυστρία
Ο Σραμσέις προσκάλεσε το Μπίτσαν σε δοκιμαστικό αγώνα με την ομάδα νέων του συλλόγου, στον οποίο ο νεαρός παίκτης σημείωσε πέντε γκολ με αντίπαλο την ερασιτεχνική ομάδα, με αποτέλεσμα την άμεση ένταξη του 18χρονου στην ερασιτεχνική Ραπίντ το 1931. Σε τρεις μήνες προχώρησε στην αναπληρωματική ομάδα του συλλόγου. Ο πιο πλούσιος σύλλογος της χώρας του έδωσε μισθό 150 σελίνια - ποσό πολύ υψηλό για τα δεδομένα της εποχής - και τον ενέταξε στο δυναμικό του και δύο χρόνια αργότερα του πρόσφερε 600 σελίνια (ο υψηλότερος ποδοσφαιριστή της χώρας) για να συνεχίσει να φοράει τη φανέλα του.[20][21][22] Ο «Πέπι», όπως ήταν το υποκοριστικό του, είχε ξεφύγει πια από τη φτώχεια του, ζούσε αξιοπρεπώς και δεν ανησυχούσε για το αν θα έπαιζε ξυπόλητος όπως έκανε στην παιδική και εφηβική ηλικία. Όλοι μιλούσαν για έναν χαρισματικό ψηλό νεαρό (1,78 μέτρα), με δυνατότητα να παίζει και με τα δύο πόδια, εντυπωσιακή ταχύτητα και εκπληκτική ευχέρεια στο σκοράρισμα με όλους τους τρόπους. Αναφέρεται ότι έτρεχε τα 100 μέτρα σε 10,8 δευτερόλεπτα, επίδοση που θα τον κατέτασσε εκείνη την εποχή ανάμεσα στους κορυφαίους σπρίντερ παγκόσμια και θα του εξασφάλιζε θέση στον τελικό του αγωνίσματος των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936 (το ρεκόρ κόσμου της απόστασης την εποχή εκείνη ήταν 10,3 δευτερόλεπτα).[23][24][25] Αγωνιζόμενος με την αναπληρωματική ομάδα σημείωσε 24 γκολ σε 13 αγώνες πρωταθλήματος της δεύτερης κατηγορίας, ενώ συμμετείχε και στο Κύπελλο με το ερασιτεχνικό τμήμα.[19]
Στις 6 Σεπτεμβρίου 1931 έκανε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα της Ραπίντ στο ντέρμπι 5–3 απέναντι στην Αούστρια Βιέννης του κορυφαίου ποδοσφαιριστή της χώρας Ματίας Ζίντελαρ σημειώνοντας τέσσερα γκολ, σε μια πρόκληση την οποία ο τύπος αποκάλεσε ως σύγκρουση μεταξύ του μαθητή (Μπίτσαν) και του βασιλιά του ποδοσφαίρου (Ζίντελαρ), τα σπίτια των οποίων μάλιστα ήταν και σε μικρή απόσταση.[26][27][28] Ο αριθμός των γκολ ήταν ισοφάριση του ρεκόρ σε τέτοια ντέρμπι και παραμένει ακατάρριπτο.[29] Παρά το εντυπωσιακό ντεμπούτο του δεν καθιερώθηκε στην πρώτη ομάδα και συνέχισε με τη δεύτερη ομάδα του συλλόγου την πρώτη του χρονιά αγωνιζόμενος συνήθως ως αλλαγή στους αγώνες της πρώτης ομάδας.[30] Είχε 8 συμμετοχές και 10 τέρματα με τη Ραπίντ να κατατάσσεται τρίτη στο πρωτάθλημα, ενώ στο Κύπελλο σημείωσε έξι γκολ σε δύο αγώνες, με την ομάδα να αποκλείεται από το δεύτερο γύρο.[31]
Μαζί του στην επίθεση ήταν ο κεντρικός επιθετικός Φραντς Μπίντερ, η επίθεση της ομάδας ονομάστηκε inner sturm (εσωτερική καταιγίδα) και με την παραγωγικότητα της ομάδας να είναι συνεχώς η καλύτερη του πρωταθλήματος. Στην αρχή της καριέρας του ήταν σχετικά αδύνατος αλλά με την πάροδο του χρόνου ενδυνάμωσε (το βάρος του έφτασε τα 77 κιλά) διατηρώντας την ταχύτητά του, απέκτησε αξιοθαύμαστη αυτοπεποίθηση και έγινε ηγετική φυσιογνωμία στην επιθετική γραμμή.[32][33] Στη Ραπίντ Βιέννης ανέπτυξε και τα επιπλέον ατομικά του προσόντα, όπως η ντρίμπλα και οι προσποιήσεις, ενώ οι δυνατότητες συνεργασίας με τους υπόλοιπους της επίθεσης και ο υποδειγματικός έλεγχος της μπάλας, τον προσδιορισσν ως ένα πλήρη επιθετικό.[32][34] Στο σύλλογο έπαιξε για πέντε χρόνια σημειώνοντας συνολικά 242 τέρματα σε 173 επίσημους και φιλικούς αγώνες, ήταν πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος την αγωνιστική περίοδο 1933–34 με 29 τέρματα σε 22 αγώνες και πρωταθλητής το 1935.[15][35] Προτού συμπληρώσει το 21ο έτος της ηλικίας του είχε ήδη 250 γκολ στο ενεργητικό του σε επίσημους και φιλικούς αγώνες.[36] Τα γκολ του θα ήταν πολύ περισσότερα αν δεν αντιμετώπιζε προβλήματα τραυματισμών. Το γεγονός αυτό έπαιξε ρόλο και στις μετέπειτα αποφάσεις του με δεδομένο και τον σκληρό τρόπο αντιμετώπισης από τους Αυστριακούς αμυντικούς, κάτι που δεν ταίριαζε και με το δικό του τρόπο παιχνιδιού.[5]
Μετά από μια διαμάχη με τον αρχηγό του τμήματος Ντιόνις Σόνεκερ, ο οποίος δεν ήθελε να φύγει ο επιθετικός του, ο Μπίτσαν αρνήθηκε την υπογραφή νέου συμβολαίου που έληγε και απείχε από τους αγώνες του συλλόγου για εννέα μήνες. Πήρε την επιθυμητή μεταγραφή στην πιο επιτυχημένη ομάδα της χώρας εκείνη την εποχή Αντμίρα Βάκερ, όπου κατέκτησε άλλα δύο πρωταθλήματα Αυστρίας σημειώνοντας 18 τέρματα σε 26 αγώνες πρωταθλήματος.[15][35]
Στην Τσεχοσλοβακία
Το 1937 αποφάσισε να αγωνιστεί στην Τσεχοσλοβακία και συγκεκριμένα στη Σλάβια Πράγας, στην οποία έμεινε για 11 συνεχόμενα χρόνια.[16][37][38] Είχε ήδη δεχθεί πιέσεις από ναζί αξιωματούχους να αποκτήσει γερμανική υπηκοότητα και να αγωνιστεί με τη γερμανική εθνική (ο Ρούντι Γκράμλιχ, πρώην αρχηγός της εθνικής Γερμανίας κλήθηκε να τον δελεάσει[39]) αλλά αυτός αρνήθηκε.[22][33][40] «Όταν μπήκα στην αίθουσα (για να απαντήσω αν αποδεχόμουν το αίτημα) οι στρατηγοί κάθονταν και χειροκροτούσαν. Όταν βγήκα από το δωμάτιο, έφυγαν με μούτρα», είπε ο Μπίτσαν σε μια συνέντευξη που περιλαμβάνεται στο ντοκιμαντέρ A Historia do Futebol - Um Jogo Magico.[21] Η Αντμίρα ήθελε να τον κρατήσει στις τάξεις της ή να τον πουλήσει στη γαλλική ΡΚ Στρασμπούρ[41] αλλά αυτός έληξε μονομερώς το συμβόλαιό του και τιμωρήθηκε από το σύλλογο, ο οποίος τελικά εισπράττοντας υψηλό τίμημα μεταφοράς (το ποσό ήταν 150.000 κορόνες και σύμφωνα με τον ίδιο επαρκές για την αγορά μιας πολυτελούς βίλας[42]) καθυστέρησε την δραστηριοποίηση του ποδοσφαιριστή για επτά μήνες. Η Σλάβια είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον από το 1934, όταν παράγοντες της πήγαν στη Βιέννη για να παρακολουθήσουν το Μπίντερ αλλά τελικά εντυπωσιάστηκαν από το Μπίτσαν. Όμως, οι ικανότητές τους να χειριστούν το θέμα της μεταγραφής του φάνηκαν τότε περιορισμένες.[43] Μετακομίζοντας στη γενέτειρα των γονέων και παππούδων του, πήρε και την Τσεχοσλοβακική υπηκοότητα.[16][44]
Έκανε το ντεμπούτο του με τη Σλάβια στις 27 Αυγούστου 1937 στην ήττα - έκπληξη από την Κλάντνο με 1–0. Στο δεύτερο όμως παιχνίδι απέναντι στη Μποέμιανς για το Κύπελλο (νίκη της Σλάβια με 7–1) σημείωσε τέσσερα τέρματα, ενώ στο πρώτο εντός έδρας αγώνα της νέας του ομάδας πέτυχε όλα τα γκολ στη νίκη επί της ΦΚ Νάχοντ (FK Náchod) με 4–1 για το πρωτάθλημα. Την πρώτη του σεζόν σημείωσε 26 τέρματα κατακτώντας τον τίτλο του κορυφαίου σκόρερ του πρωταθλήματος Τσεχοσλοβακίας για πρώτη φορά, επιτυχία που επανέλαβε την επομένη χρονιά 1938–39. Το πρωτάθλημα έγινε σε δύο φάσεις λόγω της γερμανικής εισβολής και ήταν η πρώτη στα πλαίσια του νεοϊδρυθέντος «Προτεκτοράτου Βοημίας και Μοραβίας». Παράλληλα, ο επαγγελματισμός, που εισήχθη στην Τσεχοσλοβακία ήδη από το 1925, καταργήθηκε και ο Μπίτσαν εργάστηκε τότε ως δημόσιος υπάλληλος σε ένα εργοστάσιο χάλυβα, αλλά αγωνίστηκε κανονικά με τη διεξαγωγή μόνο των εγχώριων διοργανώσεων, με την απαγόρευση των ταξιδιών από και προς το Προτεκτοράτο στις αρχές του 1940 από τους κατακτητές. Το 1939–40 κατέκτησε το πρώτο του πρωτάθλημα με τη Σλάβια ενώ τις δύο επόμενες σεζόν έκανε το νταμπλ.[5][38][45] Τη χρονιά εκείνη ήταν πρώτος σκόρερ για τρίτη συνεχή φορά με 50 τέρματα από τα 107 της ομάδας του. Η καλύτερη χρονιά του ήταν το 1943–44, όπου σημείωσε 57 τέρματα σε πρωτάθλημα 26 αγώνων και σε σύνολο επίσημων εμφανίσεων με την ομάδα 76 γκολ.[32][46] Την ίδια σεζόν σημείωσε σε 47 επίσημους και φιλικούς αγώνες 130 γκολ.[1] Τη χρονιά 1939–40 σκόραρε σε 19 συνεχή παιχνίδια πρωταθλήματος (συνολικά 47 γκολ), επίδοση ρεκόρ που καταρρίφθηκε το 2012. Ανάμεσα σε αυτά και πέντε συνεχόμενα χατ τρικ, επίδοση που παραμένει ακατάρριπτο ρεκόρ.[47][48][49] Στην ίδια περίοδο (3 Ιουλίου 1939 έως 19 Μαΐου 1940) σημείωσε τρία ρεκόρ κόσμου που παραμένουν ακατάρριπτα: σκόραρε σε 20 συνεχείς επίσημους αγώνες συλλόγου σε εθνικό επίπεδο, σε 21 συμπεριλαμβανομένων των διεθνών διασυλλογικών και σε 23 με τους αγώνες της εθνικής ομάδας.[50]
Σε όλη τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου παρέμεινε στη Σλάβια, χτίζοντας με αμέτρητα γκολ τον μύθο του. Οι ικανότητές του ήταν τέτοιες που οι φίλαθλοι έλεγαν ότι έχανε μία ευκαιρία στις είκοσι που του παρουσιάζονταν.[25][51] Σε πέντε επίσημους αγώνες σημείωσε από 7 γκολ: το 1940 για το πρωτάθλημα με αντίπαλο την SK Baťa Zlín (12–1),[52][53] στις 19 Απριλίου 1942 με αντίπαλο την Zidenice (9–1),[54] στις 16 Απριλίου 1944 με αντίπαλο την SK Plzen (12–2)[55] στις 15 Ιουλίου 1945 με αντίπαλο την SK Slaný για το Κύπελλο (9–1) και στις 26 Ιουνίου 1948 για το πρωτάθλημα με αντίπαλο την SK České Budějovice (15–1, η εκτενέστερη νίκη στην ιστορία του συλλόγου και του πρωταθλήματος).[56][57][58] Μάλιστα στο πρωτάθλημα του 1942 μετά τον αγώνα με τα 7 γκολ σημείωσε τέσσερα συνεχόμενα χατ τρικ (συνολικά 13 γκολ), επίδοση που ισοφάρισε το ρεκόρ του από τη χρονιά 1939–40.[47][54][59] Σε αγώνα πρωταθλήματος με αντίπαλο και πάλι την ΦΚ Φάσταβ Ζλιν (FC Fastav Zlín, μετονομασία) το 1943 σημείωσε 8 τέρματα (όλα τα γκολ της ομάδας στο τελικό αποτέλεσμα 8–2 και όλα στο δεύτερο ημίχρονο) που είναι και το ρεκόρ του πρωταθλήματος που παραμένει.[60] Είναι ο μόνος ποδοσφαιριστής στον κόσμο που έχει σημειώσει 7 ή περισσότερα γκολ σε έξι επίσημους αγώνες. Οι πέντε συνεχόμενοι τίτλοι πρώτου σκόρερ πρωταθλημάτων στην Ευρώπη και στον κόσμο είναι ακατάρριπτο ρεκόρ.[7][61][62] Σε εγχώριο επίπεδο κατέκτησε συνολικά πέντε επίσημα εθνικά πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα Τσεχίας (αντιστοιχούν στην επικράτεια του Προτεκτοράτου).[38]
Με την ισχυρή Σλάβια Πράγας γνώρισε και διεθνή επιτυχία κατακτώντας το Κύπελλο Μιτρόπα το 1938 νικώντας στους διπλούς τελικούς τη Φερεντσβάρος (2–2, 2–0), ενώ στον ημιτελικό απέκλεισαν τη Τζένοα χάνοντας με 4–2 αλλά με τέσσερα γκολ του Μπίτσαν στον δεύτερο αγώνα (4–0) ήρθε η πρόκριση. Αξιομνημόνευτη παραμένει η νίκη επί της Ίντερ με 9–0 στην Πράγα στους προημιτελικούς, όπου σημείωσε τέσσερα γκολ και ήταν δημιουργός άλλων τεσσάρων. Η ήττα στην Ιταλία με 3–1 ήταν χωρίς αντίκρισμα. Ήταν κορυφαίος σκόρερ της διοργάνωσης με 10 τέρματα.[30][63][64]
Για τους οπαδούς της Σλάβια ο «Πέπι» ήταν «ημίθεος». Τα κατορθώματά του τον έκαναν εξαιρετικά δημοφιλή. Ακόμα και στις προπονήσεις πλήθος θεατών τον παρακολουθούσαν, ιδιαίτερα σε ένα αγαπημένο του τεστ: τοποθετούσε κενά μπουκάλια στην συμβολή των δοκαριών και προσπαθούσε να τα χτυπήσει από απόσταση 20 μέτρων. Αναφέρεται ότι κατάφερνε να χτυπήσει 9 από τα 10 μπουκάλια.[25] Οι συνάδελφοί του τον λάτρεψαν, οι αντίπαλοί του τον φοβόταν και όλοι τον θαύμαζαν. Ήταν ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους πολίτες της χώρας και οι φήμες τον ήθελαν να συναναστρέφεται
με την ελίτ της Πράγας, γεγονός που δεν τον βοήθησε μελλοντικά μετά το πέρας του Μεγάλου Πολέμου.[11][20]
Τα τελευταία χρόνια της καριέρας με την πολιτική αλλαγή
Λίγο μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Μπίτσαν δέχθηκε δελεαστικότατη πρόταση από τη Γιουβέντους, με την οποία είχε αρχικά συμφωνήσει.[3][33] Πήρε όμως την απόφαση να παραμείνει στη Σλάβια, αφού οι πληροφορίες που κυκλοφορούσαν ανέφεραν πως μετά την πτώση του φασισμού στην Ιταλία θα επικρατούσε κομμουνιστικό καθεστώς.[25][65] Τελικά, οι εκτιμήσεις αυτές αποδείχθηκαν εσφαλμένες, αφού κομμουνιστικό καθεστώς επιβλήθηκε στην Τσεχοσλοβακία και όχι στην Ιταλία. Έτσι άρχισαν οι μετακινήσεις για τον «βασιλιά των γκολ», καθώς αρνήθηκε την πολιτική ανάμιξη όπως είχε κάνει και στο παρελθόν στην Αυστρία μη εντασσόμενος στο κόμμα των ναζί. Ταπεινός αλλά με αυτοπεποίθηση άνθρωπος, ήταν πάντα μακριά από τις ολοκληρωτικές ιδεολογίες της εποχής.[24][65][66]
Μετά από ένα ακόμα πρωτάθλημα με τη Σλάβια το 1947, το 1948 έγιναν εκτεταμένες αλλαγές στο σύλλογο και αναδιοργάνωση του πρωταθλήματος, με τη Σλάβια να κατακτά ένα ακόμα τίτλο που θεωρείται ανεπίσημος.[67][68] Ο 35χρονος πια Μπίτσαν ήταν και πάλι πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος για δέκατη φορά με το σύλλογο αλλά δέχθηκε να φύγει από τους ερυθρόλευκους και να αγωνιστεί για τη Σοκόλ Βιτκοβίτσε Ζελέζαρνι της Οστράβας, πόλη της Βοημίας.[33] Η ομάδα αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία του πρωταθλήματος και ο Μπίτσαν με 44 τέρματα σε 17 αγώνες στην πρώτη του χρονιά συνέβαλε τα μέγιστα στην άνοδο της ομάδας στην πρώτη εθνική.[35] Την αγωνιστική περίοδο 1949–50 επανήλθε αγωνιζόμενος στην πρώτη κατηγορία του πρωταθλήματος και στα 37 του ήταν για 12η φορά κορυφαίος σκόρερ πρωταθλήματος και 11η στην Τσεχοσλοβακία, ενώ η ομάδα κατετάγη τέταρτη. Ωστόσο, και εκεί δεν τον εγκατέλειψαν οι δυσκολίες, και το 1952 μεταγράφηκε στη Χράντετς Κράλοβε, που αγωνιζόταν στη δεύτερη κατηγορία του πρωταθλήματος.[37][69][70] Ανέλαβε την ομάδα και ως προπονητής με στόχο την άνοδο στην πρώτη κατηγορία. Σημείωσε 53 γκολ σε 26 αγώνες πρωταθλήματος, αλλά η ελπίδα της ανόδου χάθηκε τελικά στα πλέι-οφ.[35][71] Στον κρίσιμο αγώνα που θα έκρινε την άνοδο με την Κολόρα Λίμπερετς (μετέπειτα Τζίσκρα), ο Μπίτσαν αποβλήθηκε στο 40ό λεπτό και η ήττα με 2–1 ήρθε ως φυσιολογικό αποτέλεσμα.[72] Την 1η Μαΐου 1953 επέστρεψε στη Σλάβια ως παίκτης - προπονητής που πλέον είχε μετονομαστεί σε Ντιναμό Πράγας. Έκανε το νέο ντεμπούτο του με τη διπλή ιδιότητα την 1η Ιουλίου 1953 με τη νίκη 3–1 επί της μόνιμης αντιπάλου Σπάρτα Πράγας, στην οποία συνέβαλε με δύο γκολ και το 1955, σε ηλικία 42 ετών εγκατέλειψε επίσημα την ενεργό δράση.[8][46][73] Ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης του πρωταθλήματος αλλά παρέμεινε μέχρι το τέλος εξίσου παραγωγικός, όπως μαρτυρούν και τα 22 του γκολ σε 32 εμφανίσεις πρωταθλήματος κατά την παραμονή του στη Ντιναμό.[35] Συνολικά για την ομάδα της Πράγας αναδείχθηκε 10 φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και σημείωσε 1.054 γκολ σε 540 επίσημες και φιλικές συναντήσεις.[74] Ο τελευταίος επίσημος αγώνας που σκόραρε ήταν απέναντι στην Τζίσκρα Λίμπερετς στις 21 Αυγούστου 1955, (αποτέλεσμα 7–1) σημειώνοντας τέσσερα τέρματα, ενώ στις 20 Νοεμβρίου της ίδιας χρονιάς είχε την τελευταία επίσημη συμμετοχή του με τη Σλάβια στο πρωτάθλημα.[38][66] Το «καρέ» (ή «πόκερ») απέναντι στη Σλόβαν το πέτυχε σε ηλικία 41 ετών και 330 ημερών, παραμένοντας μέχρι σήμερα ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης στον κόσμο που πέτυχε σε επίσημο αγώνα κάτι τέτοιο.[75] Το ρεκόρ του ως μεγαλύτερου σε ηλικία σκόρερ του πρωταθλήματος πρώτης κατηγορίας παρέμεινε για 68 χρόνια.[76]
Κατά τη διάρκεια του 1956 και 1957 συνέχισε να αγωνίζεται σε φιλικούς αγώνες με τη Σλάβια, ενώ ξεκίνησε και προπονητική καριέρα στην πατρίδα του που διήρκεσε για μία δεκαπενταετία με σχετική επιτυχία αναλαμβάνοντας αρχικά την Τζίσκρα. Συμμετείχε μάλιστα ως παίκτης σε τέσσερις αγώνες της τρίτης κατηγορίας της ομάδας που προπονούσε το 1957–58 (ΦΚ Ζμπρογιόβκα Μπρνο) πετυχαίνοντας και δύο γκολ στα 44 του χρόνια.[77][78]
Διεθνής καριέρα
Στις 29 Νοεμβρίου 1933, ηλικίας 20 ετών και 64 ημερών, ο Μπίτσαν έκανε το ντεμπούτο του για την Εθνική Αυστρίας στην ισοπαλία με 2–2 με αντίπαλο την Σκωτία, ενώ στις 10 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους σημείωσε το πρώτο του διεθνές τέρμα στη νίκη επί της Ολλανδίας με 1–0.[79] Από την αρχή αποτέλεσε μέλος μιας εξαιρετικής ομάδας, που την αποκαλούσαν «η ομάδα-θαύμα» και ήταν από τα φαβορί του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1934 με τους Μπίτσαν και Ζίντελαρ να συνεργάζονται εξαιρετικά στην επίθεση.[12][37] Η Αυστρία πήρε μέρος στη διοργάνωση αλλά ήταν μάλλον αδύνατο να κατακτήσει το τρόπαιο από τη στιγμή που οι αγώνες γινόταν στην Ιταλία του Μουσολίνι με την οργανωτική επιτροπή της FIFA να αποτελείται κυρίως από Ιταλούς και Γερμανούς.[80] Έχοντας ήδη μία ασίστ στον Σίντελαρ στο δεύτερο γκολ, σημείωσε το μοναδικό του τέρμα στη διοργάνωση σε εξαιρετική στιγμή, στην απρόβλεπτα δύσκολη νίκη των Αυστριακών και ήταν στο 109ο λεπτό στο νικητήριο με 3–2 επί της Γαλλίας.[79][81] Στα προημιτελικά η Αυστρία συνάντησε την Ουγγαρία και επιβλήθηκε με 2–1 σε ένα σκληρό παιχνίδι, με τον Μπίτσαν να παρέχει μία ακόμα ασίστ στο δεύτερο γκολ των Αυστριακών και την ομάδα πλέον να έχει υψηλές φιλοδοξίες. Στον ημιτελικό όμως, αντιμετωπίζοντας την Ιταλία λύγισε από τα διαιτητικά εμπόδια με 1–0, με σημαντικότερο τον καταλογισμό του γκολ των Ιταλών, παρά το επιθετικό φάουλ που είχε προηγηθεί στον τερματοφύλακα. Οι φήμες για δείπνο του Σουηδού διαιτητή (του νεότερου στη διοργάνωση) με το ίδιο το Μουσολίνι το προηγούμενο βράδυ του αγώνα ήταν εκτεταμένες. Στο βρεγμένο αγωνιστικό χώρο που δεν ευνοούσε την αυστριακή εθνική, ο Μπίτσαν είχε σουτ στο δοκάρι στο 40ό λεπτό. Μετά τον αγώνα δήλωσε ότι σε μια προσπάθειά του ο διαιτητής παρενέβη με το κεφάλι του για να καταλήξει σε Ιταλό αμυντικό εμποδίζοντας τη φυσιολογική τροχιά σε συμπαίκτη του που βρίσκονταν σε πολύ ευνοϊκή θέση για σκοράρισμα.[3][82][83] Χαρακτήρισε μάλιστα τους Ιταλούς ως «μικρούς απατεώνες».[84]
Την εποχή που ο Μπίτσαν αγωνιζόταν με τη Σλάβια Πράγας, υπέβαλε αίτηση για την Τσεχοσλοβακική ιθαγένεια. Όταν τελικά έγινε πολίτης της Τσεχοσλοβακίας, ανακάλυψε ότι ένα τυπογραφικό λάθος στο διαβατήριό του σήμαινε ότι δεν μπορούσε να παίξει στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938. Οι τότε κανονισμοί της FIFA επέτρεπαν τη συμμετοχή σε περισσότερες από μία εθνικές ομάδες, αλλά έπρεπε να περάσουν δύο χρόνια από την ημερομηνία του τελευταίου αγώνα για την προηγούμενη ομάδα.[85] Έκανε το ντεπούτο του με τη νέα του εθνική στις 7 Αυγούστου 1938 στην εκτός έδρας νίκη επί της Σουηδία με 6–2 πετυχαίνοντας χατ τρικ.[30][44] Ένα χρόνο αργότερα έκανε μία από τις καλύτερες εμφανίσεις του για την εθνική ομάδα: η Αυστρία νίκησε την Ισπανία σε φιλικό αγώνα στη Μαδρίτη και ο Μπίτσαν διέλυσε τους Ισπανούς με ένα ακόμα χατ τρικ. Το γεμάτο εναλλαγές παιχνίδι έληξε με νίκη των Αυστριακών με 4–5.[65] Η αναβολή των Παγκοσμίων Κύπελλων του 1942 και του 1946, χρόνια που ήταν τα παραγωγικότερα της σταδιοδρομίας του, του στέρησε τη δυνατότητα ευρείας διεθνούς αναγνώρισης.[4][40] Συνολικά, σημείωσε 32 γκολ σε 35 διεθνείς αγώνες αναγνωρισμένους από την FIFA για τρεις εθνικές ομάδες (Αυστρία, Τσεχοσλοβακία και Βοημία και Μοραβία). Ο τελευταίος αγώνας με την εθνική ομάδα ήταν για την Τσεχοσλοβακία με αντίπαλο τη Βουλγαρία στην ήττα με 3–1 στις 4 Σεπτεμβρίου 1949.[79]
Κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής ήταν μέλος και τρίτης εθνικής ομάδας, αυτής του
«Προτεκτοράτου της Βοημίας και Μοραβίας», με τη φανέλα της οποίας σημείωσε δύο χατ τρικ σε δύο αγώνες κατά της Γερμανίας (5–5 και 4–4), με τον παλιό του συμπαίκτη Φραντς Μπίντερ να σημειώνει άλλο ένα για την γερμανική ομάδα στο δεύτερο.[79]
Είναι ο μοναδικός παίκτης στην ποδοσφαιρική ιστορία που έχει σκοράρει με τρεις διαφορετικές επίσημες εθνικές ομάδες.[33][86] Με την ομάδα του Προτεκτοράτου σημείωσε ακόμα τρία γκολ σε πέντε φιλικούς αγώνες. Τέλος, σημείωσε 11 τέρματα με την Εθνική Τσεχίας (τότε ανεπίσημη), και 9 με την Εθνική Βοημίας, επίσης κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής (την περίοδο του Προτεκτοράτου της Βοημίας και Μοραβίας δεν επιτρεπόταν να διεξάγονται διακρατικοί αγώνες[87]).[1]
Τα χρόνια μέχρι την διεθνή αναγνώριση
Μετά την «Άνοιξη της Πράγας» το 1968, ζήτησε και πήρε τετραετή άδεια να εργαστεί στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Βέλγιο. Εκεί, ανέλαβε μία μικρή ομάδα, την Τόνγκερεν και μέσα σε τρία χρόνια κατάφερε να πετύχει την άνοδο από την τέταρτη στη δεύτερη κατηγορία.[11][77] Επιστρέφοντας το 1972 στην πατρίδα του θεωρούσε πως θα λάμβανε την απαιτούμενη αναγνώριση για την ποδοσφαιρική του συνεισφορά. Όμως, τόσο ο ίδιος όσο και τα κατορθώματά του, έμοιαζαν να έχουν ξεχαστεί. Χρειάστηκε να δουλέψει ως εργάτης σε σιδηροδρομικό σταθμό, προκειμένου να εξασφαλίζει τα προς το ζην. «Χάσαμε όλους τους φίλους μας. Το τηλέφωνό μας σταμάτησε να χτυπά. Κανείς δεν μας υποστήριξε» είχε αναφέρει η σύζυγός του Γιάρμιλα, καταξιωμένη στην εποχή της τενίστρια, σκέιτερ και χορεύτρια.[88]
Όταν το 1969 ο Πελέ σημείωσε το 1.000ό γκολ του, δημοσιογράφος σε συνέντευξη στη δυτικογερμανική τηλεόραση ρώτησε τον τέως συμπαίκτη του στην Ραπίντ Βιέννης και στην Αυστρία και μεγάλο σκόρερ Φραντς Μπίντερ (προπονητή τότε της Νυρεμβέργης) ποιος άλλος παίκτης είναι πιθανό να έχει σημειώσει ανάλογο αριθμό, αυτός τους υπέδειξε τον Μπίτσαν λέγοντας ότι έχει σημειώσει 5.000 γκολ. Την επόμενη μέρα ο Μπίτσαν ρωτήθηκε για αυτό, δεν το αρνήθηκε αλλά δήλωσε «Ποιος θα με πίστευε αν έλεγα ότι έχω σημειώσει πέντε φορές τα γκολ του Πελέ;».[39][62][88] Παρ' αυτά, ο Τσέχος ιστορικός ποδοσφαίρου Γιόζεφ Πόντελικ κυκλοφόρησε το 1971 βιογραφία του θρυλικού παίκτη με τον τίτλο «Μπίτσαν, 5.000 γκολ» (Bican pět tisíc gólů)[24][89] υποστηρίζοντας αυτή την άποψη, η οποία όμως στατιστικά δεν έχει αποδειχθεί.
Παρά το γεγονός ότι στη χώρα του ήταν ένας μύθος, η διεθνής αναγνώριση στο πρόσωπό του ήρθε αργά και σταδιακά, ώσπου τον Ιανουάριο του 2000 η Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS) του απένειμε το βραβείο της «Χρυσής Μπάλας», αναγνωρίζοντάς τον ως τον κορυφαίο σκόρερ του περασμένου αιώνα με τους 12 τίτλους πρώτου σκόρερ πρώτης κατηγορίας πρωταθλήματος εθνικού πρωταθλήματος και συνολικά 643 τέρματα εθνικών πρωταθλημάτων.[27][90][91] Ο αριθμός των τίτλων πρώτου σκόρερ δεν έχει έκτοτε ξεπεραστεί.[65] Μεταγενέστερα, πηγές ανέφεραν επιπλέον στοιχεία και ανέβαζαν το σύνολο των τερμάτων των πρωταθλήματων σε τουλάχιστον 655[38][92] ή 658.[13] Ο Μπίτσαν νωρίτερα (1997) είχε αρνηθεί να παραλάβει τιμητικό μετάλλιο από την IFFHS, υποστηρίζοντας (σωστά αφού δεν είχαν αναγνωριστεί 232 τέρματα- σύμφωνα με την RSSSF - του πρωταθλήματος Βοημίας-Μοραβίας κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής) πως του είχε «κλέψει» γκολ τα οποία σημείωσε κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.[2][20][93]
Στις ερωτήσεις δημοσιογράφων της αυστριακής εφημερίδας Die Presse το 1997 σχετικά με τη δυσκολία επίτευξης τερμάτων τα νεότερα χρόνια είπε:
«Έχω ακούσει τόσο πολλές φορές ότι ήταν ευκολότερο να σκοράρεις στη δική μου εποχή. Οι ευκαιρίες όμως, ήταν ίδιες πριν από 100 χρόνια και θα είναι ίδιες σε 100 χρόνια από τώρα.
Το συγκεκριμένο στοιχείο είναι απαράλλαχτο και φαντάζομαι ότι όλοι συμφωνούν πως μια ευκαιρία πρέπει να γίνεται γκολ. Αν είχα πέντε ευκαιρίες μέσα στο παιχνίδι, έβαζα πέντε γκολ. Αν είχα επτά, τότε έβαζα επτά», εξήγησε με απλότητα.[94]
O ακριβής αριθμός των τερμάτων που σημείωσε δεν έχει πλήρως διευκριστεί λόγω της έλλειψης πλήρων στοιχείων και της δυσκολίας καθιέρωσης μιας επαρκώς ακριβούς και ολοκληρωμένης ιστορικής ταξινόμησης.[95] Τουλάχιστον 1.813 σε 1.089 συνολικά παιχνίδια και τουλάχιστον 950 σε επίσημους αγώνες αναφέρει ο διεθνής, ανεξάρτητος οργανισμός αφιερωμένος στη συλλογή στατιστικών (RSSSF[18][96][97][98] ), όμως ο ίδιος ο Μπίτσαν υποστήριζε ότι είναι περισσότερα, όπως επίσης συμπαίκτες του και ανάλογες εκτιμήσεις.[86][99][100] Τον Ιανουάριο του 2021 η Τσεχική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία παρουσίασε στατιστικά του, με διαφορές όμως στα αριθμητικά σύνολα σε σχέση με την RSSSF.[101] Στο δημοσιευμένο σύνολο της RSSSF δεν συμπεριλαμβάνονται άλλα 83 τέρματα με τη Σλάβια Πράγας που δεν έχουν ακόμα επιβεβαιωθεί.[102] Το πρόσημο (+) που χρησιμοποιείται από τη διεθνή στατιστική πηγή επιβεβαιώνει αυτή την πιθανότητα. Η UEFA τον έχει αναγνωρίσει από το 2014 ως τον κορυφαίο Ευρωπαίο σκόρερ όλων των εποχών με βάση τα 518 τέρματα πρωταθλήματος πρώτης κατηγορίας.[94] Η FIFA το 2020 αναγνώρισε τα στοιχεία της RSSSF του 2016 που ήταν μέχρι τότε γνωστά (805 τέρματα σε 530 επίσημους αγώνες και 1.468 συμπεριλαμβανομένων και των φιλικών - το μεγαλύτερο σύνολο στην παγκόσμια ιστορία).[85][103][104] Ήταν πρώτος σκόρερ των πρωταθλημάτων πρώτης εθνικής κατηγορίας με 526 τέρματα μέχρι το Νοέμβριο του 2023.[105][106][107] Αξιοσημείωτο επίσης είναι και το γεγονός ότι με βάση την παραγωγικότητα, όπως αυτή εκφράζεται από την αναλογία γκολ ανά αγώνα, ο μέσος όρος του (1,52 γκολ ανά επίσημο αγώνα, 1,66 με τους φιλικούς) είναι ένας από τους τέσσερις μόνο ποδοσφαιριστές με αναλογία υψηλότερη του 1,50 (τρία γκολ ανά δύο αγώνες υστερώντας του Γερμανού Έρβιν Χέλμχεν και του Πορτογάλου Φερνάντο Πεϊρότεο).[19][108]
Το 1998 ο αστεροειδής 10634 πήρε το όνομά του (Pepibican), ο πρώτος ποδοσφαιριστής που του έγινε αυτή η τιμή.
Άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 88 ετών νοσηλευόμενος με καρδιολογικά προβλήματα στις 12 Δεκεμβρίου 2001.[17][20][62] Η δεύτερη σύζυγός του, με την οποία απέκτησε δύο γιους (η πρώτη είχε αποβιώσει σε νεαρή ηλικία, σε λιγότερο από δύο χρόνια μετά το γάμο τους) έφυγε από τη ζωή δέκα ακριβώς χρόνια μετά το δικό του θάνατο.[5][109][110] Το 2013, 100 χρόνια από την γέννησή του εισήχθη στην Αίθουσα Φήμης του ποδοσφαίρου της Τσεχίας.[23][111]
Τα αναφερόμενα στοιχεία βασίζονται πρωτίστως σε στατιστικές υπηρεσίες και όχι σε ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες. Υπάρχει διαφορά στην στατιστική της RSSSF και της Τσεχικής FA για το πρωτάθλημα της χρονιάς 1949 και το Κύπελλο του 1952. Επιλέχθηκε η άποψη της RSSSF που είναι σταθερή και από προηγούμενες ανακοινώσεις της.
Το πρωτάθλημα 1944-45 διακόπηκε, δεν ακυρώθηκε και ως εκ τούτου τα στατιστικά στοιχεία του ποδοσφαιριστή συμπεριλαμβάνονται στον πίνακα, όπως αναγνωρίζονται από την RSSSF και από τη FIFA.[4]
Στα ανωτέρω στοιχεία δεν συμπεριλαμβάνονται τα «Χειμερινά Τουρνουά» και οι ετήσιες συναντήσεις μεταξύ Σλάβια και Σπάρτα Πράγας.
↑ 27,027,1«Der Stürmerkönig» (στα Γερμανικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2020.CS1 maint: Unfit url (link)
For the police officer in India, see Edward Arthur Dodwell. Edward Dodwell1828 drawing of DodwellBorn(1767-11-30)30 November 1767Dublin, IrelandDied13 May 1832(1832-05-13) (aged 65)Rome, Papal StatesOccupationWriter, painterGenretravel literatureNotable worksViews in GreeceSpouseGiraud Edward Dodwell (30 November 1767 – 13 May 1832) was an Irish painter, traveller and a writer on archaeology. Painting of the bazaar at Athens, by Dodwell. West Front of the Parthenon, Views ...
Barrier islands in North Carolina, US Core BanksCape Lookout LighthouseCore BanksGeographyLocationSouthern Outer Banks, Carteret County, North Carolina, United StatesCoordinates34°42′23″N 76°27′32″W / 34.70639°N 76.45889°W / 34.70639; -76.45889AdministrationUnited StatesNearest cityHarkers Island, NCGoverning bodyNational Park ServiceDemographicsPopulationno permanent populationPop. density0/km2 (0/sq mi) The Core Banks are barrier islands in North Car...
«Фовей» (L15) HMS Fowey (L15) Британський шлюп «Фовей» на поході. Травень 1942 Служба Тип/клас шлюп типу «Шоргам» Держава прапора Велика Британія Належність Військово-морські сили Великої Британії На честь восьмий корабель флоту на ім'я «Фовей»[Прим. 1] Корабельня HMNB Devonpor...
Buying and selling of stingray gill plates for use in alternative medicine This article is part of a series onAlternative medicine General information Alternative medicine History Terminology Alternative veterinary medicine Quackery (health fraud) Rise of modern medicine Pseudoscience Antiscience Skepticism Scientific Therapeutic nihilism Fringe medicine and science Acupressure Acupuncture Alkaline diet Anthroposophic medicine Apitherapy Applied kinesiology Aromatherapy Association for Resear...
Term in basketball referring to a legal turnover A young defender (left) steals the basketball from an opposing ballhandler In basketball, a steal occurs when a defensive player legally causes a turnover by their positive, aggressive action(s).[1][2] This can be done by deflecting and controlling, or by catching the opponent's pass or dribble of an offensive player. The defender must not touch the offensive player's hands or otherwise a foul is called. Steals are credited to t...
2006 single by Armand Van HeldenSugarCD single coverSingle by Armand Van Heldenfrom the album Nympho ReleasedMay 3, 2006[1]GenreDancehouseLabelSouthern Fried RecordsSongwriter(s)Jessy Moss, Armand Van HeldenArmand Van Helden singles chronology When the Lights Go Down (2005) Sugar (2006) Touch Your Toes (2007) Sugar is the fifth and final single from American DJ Armand Van Helden's sixth album Nympho. It is written and sung by Jessy Moss. Track listing CD Single[2] Sugar (Radio...
American dancer LaTonya SwannNiko Tumamak and Swann at UW-Madison Dance CompetitionBorn (1991-02-04) February 4, 1991 (age 32)District Heights, Maryland, U.S.Occupation(s)Dancer, choreographer, actress, model, philanthropist,Years active2011–presentWebsite[1] LaTonya Swann (born February 4, 1991) is an American dancer, choreographer, print model, philanthropist, and the first winner of BET's Born to Dance (TV series): Laurieann Gibson.[1] Life and career LaTonya Swann was ...
Not to be confused with Yaakov Chaim Sofer, the Iraqi rabbi and author of Kaf Hachayim. Chaim Sofer Chaim Sofer (also known as the Machne Chaim, the name of his responsa) (September 29, 1821 – June 28, 1886[1]) was a renowned Hungarian rabbi[2] and scholarly spokesperson for Orthodox Judaism during his time.[3] Biography Chaim Sofer was born in Pressburg, Hungary (now Bratislava, Slovakia) on September 29, 1821. His father was Mordechai Efraim Fischel. Sofer attended...
1933 film Facing the MusicNancy Burne and Stanley LupinoDirected byHarry HughesWritten byClifford GreySidney GilliatFrank LaunderStanley LupinoProduced byJohn MaxwellStarringStanley LupinoNancy BurneJose CollinsDennis HoeyCinematographyWalter J. HarveyBryan LangleyEdited byLeslie NormanMusic byHarry AcresProductioncompanyBritish International PicturesDistributed byWardour FilmsRelease dateJune 1933Running time72 minutesCountryUnited KingdomLanguageEnglish Facing the Music is a 1933 British mu...
1961 filmLeoni al soleDirected byVittorio CaprioliWritten byRaffaele La CapriaVittorio CaprioliCinematographyCarlo Di PalmaEdited byNino BaragliMusic byFiorenzo CarpiDistributed byVariety DistributionRelease date1961LanguageItalian Leoni al sole is a 1961 Italian comedy drama film. It is the directorial debut of Vittorio Caprioli.[1] In 2008, the film was included on the Italian Ministry of Cultural Heritage’s 100 Italian films to be saved, a list of 100 films that have changed the ...
Football simulation game 2020 video gameFIFA 21Current Gen Standard cover art featuring Paris Saint-Germain player Kylian MbappéDeveloper(s)EA VancouverEA RomaniaPublisher(s)EA SportsSeriesFIFAEngineFrostbite 3Platform(s)Microsoft WindowsNintendo SwitchPlayStation 4Xbox OneStadiaPlayStation 5Xbox Series X/SReleaseMicrosoft Windows, Nintendo Switch, PS4, Xbox One9 October 2020PS5, Xbox Series X/S3 December 2020Stadia17 March 2021Genre(s)SportsMode(s)Single-player, multiplayer FIFA 21 is an as...
1930–1975 American comic strip For the French film, see The Little King (film). The Little KingAn eight-panel installment of Otto Soglow's long-lived comic strip The Little KingAuthor(s)Otto SoglowCurrent status/scheduleConcludedLaunch dateSeptember 9, 1930End dateJuly 20, 1975Syndicate(s)King Features SyndicateGenre(s)Gag-a-day, pantomime comicsPreceded byThe Ambassador The Little King is an American gag-a-day comic strip created by Otto Soglow, which ran from 1930 to 1975. Its stories are...
Dīpạngkorn Rạṣ̄mījotiทีปังกรรัศมีโชติYang Mulia Pangeran Maha Chakri Sirindhorn, Pangeran Dipangkorn RasmijotiDipangkorn Rasmijoti pada tahun 2019KelahiranPhra Chao Lanh Ther Phra Ong Chao Dipangkorn Rasmijoti29 April 2005 (umur 18)Bangkok, ThailandWangsaDinasti Mahidol Dinasti ChakriNama lengkapSomdet Phra Chao Luk Ya Thoe Chao Fa Dipangkorn Rasmijoti Maha Vajirottamangkun SirivibulyarajakumarAyahRaja Rama XIbuThan Pu Ying Srirasmi SuwadeeAgamaBu...
Rock formation in Montana, USA Pompeys Pillar National MonumentLocationYellowstone County, Montana, USANearest cityBillings, MTCoordinates45°59′43″N 108°00′21″W / 45.99528°N 108.00583°W / 45.99528; -108.00583Area51 acres (21 ha)[1]EstablishedJanuary 17, 2001Visitors50,000 (in 2002)Governing bodyU.S. Bureau of Land ManagementWebsitePompeys Pillar National Monument Pompeys Pillar National Monument is a rock formation located in...
Giants in Bristol folklore Goram and Vincent (or Ghyston) are legendary giants in the folklore of the Bristol area, UK. Summary The earliest accounts of the story explain the ascendancy of Bristol over the port of Sea Mills (the earlier Roman settlement Portus Abonae).[1][2] It also belongs to the genus of myths which explain the origin of local geographical features by supernatural activity, and trade on existing place-names to do so. Such myths are often also the basis for o...
2013 studio album by Grant HartThe ArgumentStudio album by Grant HartReleasedJuly 22, 2013Recorded2010–2012[1]StudioAlbatross Studio, Minneapolis, MinnesotaGenreExperimental rockLength74:12LabelDomino RecordsProducerGrant Hart, Mike WistiGrant Hart chronology Oeuvrevue(2010) The Argument(2013) Professional ratingsAggregate scoresSourceRatingMetacritic83/100[2]Review scoresSourceRatingAllMusic[3]The A.V. ClubA− [4]Consequence of Sound[5]Pitch...
Former British department store chain British Home StoresTrade nameBritish Home StoresTypePrivateIndustryRetailFounded1928; 95 years ago (1928) Brixton, LondonFateSolely OnlineSuccessorBHS.comHeadquartersLiverpool Street, London, United KingdomArea servedUnited Kingdom, Kazakhstan, Uzbekistan, Middle EastProductsClothingLingerieHomewareLightingOwnerAl Mana GroupWebsitebhs.com British Home Stores, commonly abbreviated to BHS and latterly legally styled BHS Ltd, was a British ...