Ο Αθανάσιος Χατζηπανταζής γεννήθηκε το 1873 στην Σκοτούσσα Σερρών, η οποία τότε ονομαζόταν Πρόσνικ, ονομασία που προήλθε από την αντίστοιχη βυζαντινή (Προσάνικο > Πρόσνικ). Αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους φρουρούς του Ελληνισμού στις περιοχές Καλών Δένδρων, Ηρακλείας, Σιντικής και Μελενίκου.[1] Προσπάθησε να εκμηδενίσει τις Βουλγαρικές επιθετικές ενέργειες στην περιοχή.[2][3]
Στις 19 Αυγούστου του 1906, σε επίθεση αυτοκτονίας με το σώμα του στην πόλη των Σερρών, εξόντωσε τον πράκτορα του κομιτάτου Αθανάς Νίκωφ που έδρευε στην πόλη ως βιβλιοπώλης, καθώς και άλλους δύο κομιτατζήδες. Η επίθεση έγινε στις 9 π.μ. στη γέφυρα του Αγίου Παντελεήμονος. Κατά την καταδίωξή τους από Οθωμανικό απόσπασμα, οι δράστες διασκορπίστηκαν προκειμένου να διαφύγουν. Ο υπαρχηγός του Αθανασίου Χατζηπανταζή, Τάκης Κηπουρός, βλέποντάς τον ξαφνικά από πίσω (ενώ ήταν ήδη τραυματισμένος), και νομίζοντας ότι επρόκειτο για Τούρκο χωροφύλακα, τον μαχαίρωσε αντανακλαστικά και τον τραυμάτισε. Το ίδιο βράδυ μεταφέρθηκε κρυφά στο Ελληνικό Προξενείο Σερρών προκειμένου να νοσηλευτεί, μετά από υπόδειξη του προξένου Σερρών Αντωνίου Σαχτούρη. Τη νοσηλεία του ανέλαβαν οι γιατροί Αναστάσιος Χρυσάφης, Πάνου και Καρατζάς.[4] Κατά τη διάρκεια της μυστικής νοσηλείας του εκεί, στο προξενείο κατεύθασαν Οθωμανοί αστυνομικοί προκειμένου να διεξάγουν έρευνα. Τότε, ο συνεργάτης του Αθανάσιος Κυριακόπουλος από το Νέο Σούλι Σερρών (πρώην Σουμπάσκιοϊ) τον επωμίστηκε και τον περιέφερε στη συνοικία "Εβραίικα" των Σερρών, έως ότου απομακρυνθούν οι Τούρκοι χωροφύλακες από το προξενείο. Η κατάστασή του χειροτέρεψε και πέθανε στις 2 Σεπτεμβρίου του 1906 από οξεία περιτονίτιδα.[4][5] Η ταφή του πραγματοποιήθηκε κρυφά καθώς ο θάνατός του δεν ανακοινώθηκε προκειμένου να μην καμφθεί το ηθικό των Ελλήνων (κρατήθηκε μυστικός για δυο χρόνια[6]). Το σώμα του συνέχισε την ένοπλη δράση υπό την αρχηγία της συζύγου του, Σοφίας Χατζηπανταζή.[2][3]
Αναγνώριση
Η Σκοτούσσα τον τίμησε, στήνοντας την προτομή του στην κεντρική πλατεία του χωριού. Επιπλέον, η πόλη των Σερρών έχει δώσει το όνομά του σε μία οδό.