Η ταινία αφηγείται τρεις διαφορετικές ιστορίες, που όλες έχουν ως κοινό παρανομαστή την αγάπη. Και στις τρεις ερωτικές ιστορίες, τα ζευγάρια που βιώνουν τον έρωτα έχουν, επίσης, ως κοινό ότι ο ένας είναι Έλληνας και ο άλλος αλλοδαπός, με τα ζευγάρια να είναι διαφορετικής γενιάς. Το έργο πραγματεύεται αυτές τις τρεις διαφορετικές ιστορίες αγάπης μέσα από την οικονομική και κοινωνική κρίση που βιώνει η Ευρώπη, μέχρι που στο τέλος αποδεικνύονται κοινές.[6]
Η ταινία αποτελεί τη δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του Παπακαλιάτη, με την πρώτη του να είναι το Αν....
Ολοκλήρωσε την κινηματογραφική της πορεία με 668.892 εισιτήρια. Αποτελεί την εμπορικότερη ταινία του 2015 και την εμπορικότερη ελληνική ταινία της δεκαετίας 2010-2019. Απέσπασε 4,5 εκατομμύρια ευρώ.[18] Η μόνη ταινία της δεκαετίας που πούλησε περισσότερα εισιτήρια είναι η ταινία Τζόκερ», με 902.517 εισιτήρια.[19]
Προώθηση και υποδοχή
Στα πλαίσια της προώθησης της ταινίας, ο Παπακαλιάτης ταξίδεψε σε περισσότερες από 15 πόλεις της Ελλάδας, εφαρμόζοντας Q&A (questions+answers) με το κοινό. Αντίστοιχα, ταξίδεψε σε χώρες, όπως Κύπρος, Ελβετία, Αυστρία, ΗΠΑ (Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες, Σικάγο), όπου παρευρέθηκε σε πρεμιέρες της ταινίας και πραγματοποίησε συζήτηση με το κοινό, στα πλαίσια προώθησης και επικοινωνίας της Ελλάδας μέσω του ελληνικού κινηματογράφου.
Η ταινία διανεμήθηκε επίσης σε Ελβετία, Αυστρία, Γερμανία υπό τον τίτλο Worlds Apart.[18][20][21] Θίγει θέματα όπως το προσφυγικό, η οικονομική κρίση και γενικότερα κοινωνική καταγραφή της Ελλάδας του 2015, αφηγούμενη τρεις ερωτικές ιστορίες ανάμεσα σε Έλληνες και ξένους πολίτες.[20] Τον Ιανουάριο του 2017 έκανε πρεμιέρα και σε Νέα Υόρκη και Λος Άντζελες,[22] αποσπώντας θετικές κριτικές από την εφημερίδα "LA Τimes".[23] Το περιοδικό "Hollywood Reporter" ανέφερε ότι στην ταινία ξεχώρισε η ηθοποιία της Μαρίας Καβογιάννη,[24] ενώ η γερμανική προφορά του Τζ. Κ. Σίμονς θεωρήθηκε περίεργη.[25] Η πρώτη ιστορία της ταινίας θεωρήθηκε ότι "χτυπάει με το σφυρί τα νοήματα που θέλει να περάσει, σε σημείο που οι καταστάσεις και οι χαρακτήρες μοιάζουν να έχουν επινοηθεί μόνο και μόνο για να υπογραμμίσουν τα νοήματα αυτά".[25]