Στις 25 Ιουνίου του 1982, το The Thing προβλήθηκε σε 840 κινηματογραφικές αίθουσες, και ήταν η όγδοη ταινία της εβδομάδας σε εισπράξεις. Παρέμεινε στις κορυφαίες δέκα ταινίες για τρεις εβδομάδες.[16] Η ταινία αρχικά δεν γνώρισε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, ωστόσο, μετέπειτα απέκτησε καλτ κοινό. Το The Thing επανεκτιμήθηκε από τους κριτικούς, και πλέον θεωρείται ως μία από τις καλύτερες ταινίες τρόμου που έγιναν ποτέ.[17][18] Η ταινία μεταφέρθηκε και σε άλλα μέσα. Γέννησε μία μεταφορά σε νουβέλα το 1982, μία μίνι σειρά βιβλίων κόμικ, με τον τίτλο The Thing from Another World, που εκδόθηκε από την Dark Horse Comics το 1991, ένα βιντεοπαιχνίδι sequel με τον τίτλο The Thing το 2002, και μία ταινία prequel με τον ίδιο τίτλο το 2011.
Ανάπτυξη
Γυρίσματα
Το storyboard του The Thing σχεδιάστηκε από τον Μάικ Πλογκ και τον Μέντορ Χιούμπνερ, πριν ξεκινήσει να γυρίζεται η ταινία. Το έργο τους ήταν τόσο λεπτομερές, που πολλές από τις σκηνές της ταινίας απεικονίζουν αποκλειστικά το layout των εικόνων.[19] Ο κινηματογραφιστής Ντιν Κάντεϊ χρησιμοποίησε αναμορφική αναλογία πλευρών, πιστεύοντας ότι αυτό τους επέτρεπε να τοποθετήσουν πολλούς ηθοποιούς σε ένα περιβάλλον, και να αξιοποιήσουν τη θέα που ήταν διαθέσιμη, ενώ παράλληλα τους έκανε να νιώθουν περιορισμένοι μέσα στην εικόνα. Επίσης, η αναμορφική αναλογία τους επέτρεπε να αξιοποιήσουν τον αρνητικό χώρο γύρω από τους ηθοποιούς, για να υπονοήσουν ότι κάτι μπορεί να παραμονεύει εκτός οθόνης.[20]
Η βασική κινηματογράφηση ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1981 στο Τζούνο της Αλάσκα.[21][22] Η κινηματογράφηση κράτησε περίπου δώδεκα εβδομάδες.[23] Ο Κάρπεντερ επέμεινε σε δύο εβδομάδες πρόβας πριν τα γυρίσματα, καθώς ήθελε να δει πώς θα βγουν οι σκηνές. Αυτό ήταν ασυνήθιστο για την εποχή, λόγω των εξόδων που συνεπάγονταν. Τα γυρίσματα μεταφέρθηκαν στα Universal Studios το καλοκαίρι, όταν η εξωτερική θερμοκρασία ξεπερνούσε τους 37.8 °C. Στα εσωτερικά σκηνικά επικρατούσε ελεγχόμενη θερμοκρασία −2.22 °C, για να διευκολυνθεί η δουλειά τους.[22][24] Η ομάδα σκέφτηκε να χτίσει τα σκηνικά μέσα σε ένα οικοδόμημα όπου επικρατούσε ψύχος, αλλά δεν μπόρεσαν να βρουν ένα αρκετά μεγάλο. Αντί γι'αυτό, πήραν όσα περισσότερα φορητά κλιματιστικά μπόρεσαν, έκλεισαν τη σκηνή, και χρησιμοποίησαν υγραντήρες και ψεκαστήρες νερού για να προσθέσουν υγρασία στον αέρα.[25]
Ο Κάρπεντερ δεν ικανοποιήθηκε όταν είδε ένα ακατέργαστο τμήμα της ταινίας, γιατί θεώρησε ότι είχε υπερβολικά πολλές σκηνές με άντρες που στέκονται και μιλούν. Ξανάγραψε κάποιες ήδη ολοκληρωμένες σκηνές έτσι ώστε να εξελίσσονται σε εξωτερικούς χώρους, on location.[26][27]
Ο Κάρπεντερ ήταν αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει πραγματικές τοποθεσίες αντί στούντιο με σκηνικά, και η επιτυχία που σημείωσαν οι ταινίες του Halloween (1978) και The Fog (1980) του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει μεγαλύτερο budget στο The Thing. Ένας βοηθός του επιτελείου είχε βρει μια περιοχή έξω από το Στιούαρτ (Βρετανική Κολομβία, Καναδάς) κατά μήκος της καναδικής ακτής, το οποίο τους πρόσφερε γραφική αξία κατά τη διάρκεια της ημέρας και τους διευκόλυνε από άποψη προσβασιμότητας.[26] Στις 21 Δεκεμβρίου του 1981, περίπου 100 μέλη του επιτελείου, αμερικανικής και καναδικής καταγωγής, μετακόμισαν στην περιοχή για το ξεκίνημα των γυρισμάτων. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού εκεί, το λεωφορείο του επιτελείου γλίστρησε στο χιόνι προς μια μη προστατευμένη άκρη του δρόμου, παρά λίγο πέφτοντας σε ένα ανάχωμα 152 μέτρων.[28] Μερικά από τα μέλη του επιτελείου έμειναν σε μία μικρή πόλη με μεταλλεύματα, ενώ άλλα έμειναν σε κατοικημένα σκάφη στο Portland Canal.[27] Για να μετακινηθούν στην περιοχή όπου ήταν χτισμένα τα σκηνικά των εξωτερικών γυρισμάτων στην Αλάσκα, οδηγούσαν απόσταση 43.5 χιλιομέτρων σε έναν μικρό στριφογυριστό δρόμο.[24][25][27]
Τα σκηνικά χτίστηκαν στην Αλάσκα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, στην κορυφή μιας βραχώδους περιοχής με θέα έναν παγετώνα, με την προσδοκία να πέσει το χιόνι και να τα καλύψει.[26] Τα σκηνικά αυτά χρησιμοποιήθηκαν για εσωτερικά και εξωτερικά γυρίσματα, πράγμα που σήμαινε ότι δεν θα μπορούσαν να θερμανθούν, και έτσι εξασφαλιζόταν πάντα η ύπαρξη χιονιού στην οροφή. Έξω, η θερμοκρασία ήταν τόσο χαμηλή, που οι φακοί των καμερών πάγωναν και έσπαγαν.[24] Το επιτελείο έπρεπε να αφήσει τις κάμερες σε σχεδόν-εξωτερικές περιοχές καθώς, όταν τις κρατούσε μέσα στη ζέστη, αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι φακοί να γίνονται θαμποί και να χρειάζονται ώρες για να καθαρίσουν.[22] Στη συγκεκριμένη περιοχή, τα γυρίσματα κράτησαν τρεις εβδομάδες.[25] Τα γυρίσματα εξαρτώταν άμεσα από τις καιρικές συνθήκες και κάποιες μέρες ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθούν, λόγω της ισχυρής χιονόπτωσης.[27] Το θάψιμο των εκρηκτικών που έγινε για την καταστροφή του σκηνικού στο τέλος της ταινίας, κράτησε οκτώ ώρες.[29]
Ο Κιθ Ντέιβιντ είχε σπάσει το χέρι του σε ένα αυτοκινητικό δυστύχημα μία μέρα πριν το ξεκίνημα των γυρισμάτων. Πήγε την επόμενη μέρα αλλά, όταν ο Κάρπεντερ και ο Φράνκο είδαν το πρησμένο του χέρι, τον έστειλαν στο νοσοκομείο, όπου υποβλήθηκε σε δύο ράμματα. Ο Ντέιβιντ επέστρεψε φορώντας χειρουργικό γάντι κάτω από ένα μαύρο γάντι, που ζωγραφίστηκε έτσι, ώστε να μοιάζει με την επιδερμίδα του. Το χέρι του δεν φαίνεται στο πρώτο μισό της ταινίας.[27] Ο Κάρπεντερ γύρισε τις σκηνές με τη νορβηγική κατασκήνωση αφού ολοκλήρωσε τις τελικές σκηνές. Χρησιμοποίησε την κατεστραμμένη αμερικανική βάση ως σταντ για την καμμένη νορβηγική κατασκήνωση.[30] Για την καταστροφή της βάσης με τα εκρηκτικά απαιτήθηκε να βρίσκονται οι βοηθοί κάμερας μέσα στη σκηνή με τα εκρηκτικά, τα οποία ενεργοποιούνταν χειροκίνητα. Οι βοηθοί έπρεπε να τρέχουν σε μία ασφαλή απόσταση, ενώ επτά κάμερες κατέγραφαν την καταστροφή της βάσης.[29] Καθώς η ταινία γυρίστηκε μία περίοδο όπου η μεγάλη χρήση ειδικών εφέ ήταν σπάνια, οι ηθοποιοί έπρεπε να προσαρμοστούν στις περιγραφές του Κάρπεντερ σχετικά με το τί αντικρίζουν οι χαρακτήρες τους, αφού τα εφέ θα εισάγονταν στη διαδικασία post-production. Για να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι κάτι συνέβαινε στη σκηνή χρησιμοποιήθηκαν μαριονέτες, ενώ σε άλλες περιπτώσεις το καστ κοιτούσε έναν τοίχο ή ένα αντικείμενο μαρκαρισμένο με ένα "X".[24]
Τον σχεδιασμό των σκηνικών επέβλεπε ο καλλιτεχνικός διευθυντής Τζον Τζ. Λόιντ, καθώς δεν χρησιμοποιήθηκαν πραγματικές τοποθεσίες στην ταινία.[25] Ο Κάντεϊ πρότεινε τα σκηνικά να έχουν ταβάνια και να φαίνονται σωλήνες στην κάμερα, ώστε οι χώροι να δείχνουν περισσότερο κλειστοφοβικοί.[25]
Post-production
Αρκετές σκηνές του σεναρίου δεν συμπεριλήφθηκαν στην ταινία, κάποιες φορές λόγω πολλών διαλόγων που επιβράδυναν το ρυθμό και υποβάθμιζαν την ένταση. Ο Κάρπεντερ έριξε το φταίξιμο για κάποια από τα προβλήματα στη δική του σκηνοθετική μέθοδο, καθώς ανέφερε ότι αρκετές σκηνές φαίνονταν να επαναλαμβάνουν γεγονότα ή πληροφορίες. Μία σκηνή όπου ένα σνοουμομπίλ κυνηγούσε σκύλους έπρεπε να αφαιρεθεί, γιατί ήταν πολύ ακριβή για να γυριστεί. Μία σκηνή που υπάρχει στην ταινία αλλά, όχι στο σενάριο, περιλαμβάνει ένα μονόλογο του χαρακτήρα MacReady. Ο Κάρπεντερ την πρόσθεσε εν μέρη γιατί ήθελε να δείξει τι συμβαίνει στην ιστορία, και γιατί ήθελε να τονίσει τον ηρωικό χαρακτήρα του Ράσελ. Δήλωσε ότι η εμπειρία του σεναριογράφου Μπιλ Λάνκαστερ στο να γράφει συνολικά κομμάτια είχε ως αποτέλεσμα να μην δίνει έμφαση τους χαρακτήρες ατομικά. Από το Halloween και έπειτα, αρκετές ταινίες τρόμου πήραν στοιχεία της ταινίας, κάτι που ο Κάρπεντερ ήθελε να αποφύγει στο The Thing. Αφαίρεσε σκηνές από το σενάριο του Λάνκαστερ που ήδη είχαν γυριστεί, όπως για παράδειγμα τη σκηνή όπου ένα πτώμα εμφανίζεται ξαφνικά στη νορβηγική κατασκήνωση, σκηνή την οποία θεώρησε υπερβολικά κλισέ.[31] Γυρίστηκαν σκηνές διάρκειας περίπου τριών λεπτών από το σενάριο του Λάνκαστερ, που αφορούν το υπόβαθρο των χαρακτήρων.[27]
Γυρίστηκε μια σκηνή με τον MacReady, όπου φουσκώνει αφηρημένα μία κούκλα ενώ βλέπει τις νορβηγικές κασέτες, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε τελικά. Η κούκλα αργότερα εμφανιζόταν ως jump scare με τον Nauls. Άλλες σκηνές περιλάμβαναν εκτεταμένους ή εναλλακτικούς θανάτους διαφόρων χαρακτήρων. Στην τελική εκδοχή της ταινίας ανακαλύπτονται τα καμμένα οστά του Fuchs, αποκαλύπτοντας ότι πέθανε εκτός οθόνης, αλλά μία διαφορετική σκηνή δείχνει το πτώμα του παλουκωμένο στον τοίχο με ένα φτυάρι.[32] Στο σενάριο, ο Nauls είχε γραφτεί ότι εμφανίζεται στο τέλος της ταινίας, ως μια σχεδόν αφομοιωμένη μάζα με πλοκάμια, αλλά στην ταινία απλά εξαφανίζεται. Ο Κάρπεντερ δυσκολεύτηκε με το πώς να περάσει στο κοινό το νόημα του τί σήμαινε στην πραγματικότητα η αφομοίωση.[33] Η γνήσια εκδοχή του θανάτου του Bennings ήταν να τον κολλήσει κάτω από ένα στρώμα πάγου το Πράγμα, και να επαναφέρεται στην επιφάνεια σε διάφορα στάδια αφομοίωσης.[28] Η σκηνή αυτή έπρεπε να κατασκευαστεί σε μία από τις μεγαλύτερες σκηνές της Universal, η οποία θα είχε λεπτομερές υδραυλικό σύστημα, σκύλους και φλογοβόλα, αλλά ήταν πολύ ακριβή για να γυριστεί. Αντί γι' αυτό, γυρίστηκε μια σκηνή όπου ο Bennings δολοφονείται από έναν άγνωστο επιτιθέμενο, αλλά φάνηκε ότι η αφομοίωσή του, που οδήγησε στον θάνατό του, δεν εξηγήθηκε αρκετά. Έτσι, σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κατασκευάστηκε ένα μικρό σκηνικό, όπου ο Πίτερ Μαλόνι καλύφθηκε με τη λιπαντική ουσία K-Y Jelly, πορτοκαλί μπογιά και λαστιχένια πλοκάμια. Για να απεικονιστεί η μερική αφομοίωση, αναπροσαρμόστηκαν τα γάντια τέρατος που προορίζονταν για ένα διαφορετικό τέρας.[33]
Ο Κάρπεντερ γύρισε αρκετές φορές το τέλος της ταινίας. Ανάμεσα σε αυτά τα τέλη ήταν και ένα "χαρούμενο", που φτιάχτηκε επειδή ο μοντέρ Τοντ Ράμζι πίστευε ότι το σκοτεινό, νιχιλιστικό τέλος δεν θα λάμβανε θετική υποδοχή από το κοινό. Σε αυτή την εναλλακτική εκδοχή, ο MacReady σώζεται και κάνει μια αιματολογική εξέταση που αποδεικνύει ότι δεν είναι μολυσμένος.[30][34] Ο Κάρπεντερ δήλωσε ότι, στυλιστικά, αυτό το τέλος θα ήταν πολύ "γλυκανάλατο".[31] Έτσι, ανατέθηκε στη μοντέρ Βέρνα Φιλντς να εργαστεί πάνω στο τέλος της ταινίας, ώστε να του προσθέσει σαφήνεια και να το επιλύσει. Τελικά αποφασίστηκε να δημιουργηθεί μια εντελώς νέα σκηνή, στην οποία ο MacReady ήταν μόνος, ενώ κάθε υποψία για τη μόλυνση του Childs εξαλείφθηκε, αφού παραλείφθηκε εντελώς.[31] Αυτή η νέα εκδοχή δοκιμάστηκε, φάνηκε κάπως καλύτερη από την πρώτη, και η ομάδα συμφώνησε με την απαίτηση του στούντιο να τη χρησιμοποιήσει.[35] Ήταν αποφασισμένο να προβληθεί στον κινηματογράφο, μέχρι που οι παραγωγοί, ο Κάρπεντερ και η Ελένα Χάκερ, αποφάσισαν ότι ήταν καλύτερο η ταινία να αφήνει μια ασάφεια, παρά τίποτα απολύτως. Ο Κάρπεντερ έδωσε την έγκρισή του να επαναφερθεί το αμφιλεγόμενο τέλος, στο οποίο προστέθηκε η κραυγή που συμβόλιζε τον θάνατο του τέρατος.[31] Στην τότε στέλεχος της Universal, Σίντνεϊ Σάινμπεργκ, δεν άρεσε το μηδενιστικό τέλος της ταινίας και, σύμφωνα με τον Κάρπεντερ, η ίδια είπε ότι: "σκέψου πώς θα αντιδράσει το κοινό όταν θα δούμε [το Πράγμα] να πεθαίνει με μια μεγάλη ορχήστρα να παίζει".[31][35] Αργότερα, ο Κάρπεντερ υπογράμμισε ότι το γνήσιο τέλος και το τέλος από το οποίο έλλειπε ο Childs τα πήγαν άσχημα με τα κοινά. Ως αιτία θεώρησε ότι η ταινία δεν ήταν αρκετά ηρωική.[31]
Μουσική
Ο Ένιο Μορικόνε έγραψε τη μουσική της ταινίας, καθώς ο Κάρπεντερ ήθελε να έχει μια ευρωπαϊκή μουσική προσέγγιση.[36][37] Ο Κάρπεντερ είχε ταξιδέψει στη Ρώμη για να πείσει τον Μορικόνε να δεχτεί. Ο Μορικόνε, μέχρι να ταξιδέψει στο Λος Άντζελες για να ηχογραφήσει τη μουσική, είχε ήδη κάνει μια κασέτα με ένα σύνολο μουσικής από συνθεσάιζερ, καθώς δεν ήταν σίγουρος για το τί είδος μουσικής ήθελε ο σκηνοθέτης. Έγραψε πλήρεις ξεχωριστές και πλήρεις ορχηστρικές μουσικές και μουσικές με συνθεσάιζερ, τις οποίες γνώριζε ότι ο Κάρπεντερ προτιμά.[38] Ο Κάρπεντερ διάλεξε ένα κομμάτι που έμοιαζε με τις δικές του συνθέσεις, το οποίο έγινε το βασικό θέμα της ταινίας. Επίσης, έπαιξε στον Μορικόνε τη μουσική της ταινίας Escape from New York (1981) ως παράδειγμα. Ο Μορικόνε έκανε αρκετές ακόμα προσπάθειες, φέρνοντας τη μουσική πιο κοντά στο στυλ μουσικής του Κάρπεντερ.[36] Ο Μορικόνε, συνολικά, ανέπτυξε μουσική διάρκειας περίπου μίας ώρας, μουσική που στο μεγαλύτερο μέρος της έμεινε αχρησιμοποίητη, αλλά κυκλοφόρησε αργότερα ως μέρος του soundtrack της ταινίας.[37][39] Κάποια κομμάτια χρησιμοποιήθηκαν στην ταινία The Hateful Eight (2015).[40][41] Ο Κάρπεντερ και ο συνθέτης Άλαν Χάουγουαρθ έκαναν κάποια κομμάτια που χρησιμοποιήθηκαν στην ταινία.[42]
Ο Μορικόνε, όταν έμαθε ότι ο Κάρπεντερ προετοίμαζε ηλεκτρονική μουσική με έναν βοηθό, είχε δηλώσει ότι τον ρώτησε γιατί τον φώναξε, αφού επρόκειτο να κάνει τη μουσική μόνος του. Συνέχισε, προσθέτοντας ότι εξεπλάγην από την απάντησή του "Είμαι παντρεμένος με τη μουσική σου. Γι' αυτό σε φώναξα". Έπειτα, ο Κάρπεντερ του έδειξε την ταινία, ο Μορικόνε έγραψε τη μουσική, και δεν αντάλλαξαν ιδέες. Συγκεκριμένα, ο Μορικόνε δήλωσε: "[Ο Κάρπεντερ] έφυγε, σχεδόν ντροπιασμένος που μου την έδειξε. Έγραψα τη μουσική μόνος μου χωρίς συμβουλές από αυτόν. Όπως είναι φυσικό, αφού έχω γίνει αρκετά πιο έξυπνος από το 1982, έχω γράψει αρκετά scores που σχετίζονται με τη ζωή μου. Και είχα γράψει ένα, το οποίο ήταν ηλεκτρονική μουσική. Και [ο Κάρπεντερ] πήρε την ηλεκτρονική μουσική."[36]
Ο Κάρπεντερ είχε αναφέρει: "[Ο Μορικόνε] έκανε όλες τις ενορχηστρώσεις και ηχογράφησε για μένα 20 λεπτά μουσικής που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω οπουδήποτε ήθελα αλλά χωρίς να βλέπω καθόλου πλάνα. Έβαλα τη μουσική του στην ταινία και συνειδητοποίησα ότι υπήρχαν σημεία, κυρίως σκηνές έντασης, στις οποίες η μουσική του δεν δούλευε... Κρυφά πήγα και ηχογράφησα σε δυο μέρες μερικά κομμάτια για να τα χρησιμοποιήσω. Τα κομμάτια μου ήταν πολύ απλοϊκά ηλεκτρονικά κομμάτια – ήταν σχεδόν ήχοι. Δεν ήταν καν ακριβώς μουσική αλλά μόνο ήχοι του φόντου, κάτι που σήμερα μπορεί να χαρακτήριζες ως ηχητικά εφέ".[36]
Sequels
Ξεκινώντας τον Δεκέμβριο του 1991, η Dark Horse Comics εξέδωσε τέσσερα sequel βιβλία κόμικς με πρωταγωνιστή τον MacReady.
Το 2002, κυκλοφόρησε το βιντεοπαιχνίδι με το ίδιο όνομα για τα Microsoft Windows, PlayStation 2 και Xbox. Έλαβε γενικότερα θετικές κριτικές.[43][44] Η ιστορία του ακολουθεί μια ομάδα Αμερικανών στρατιωτών που ερευνούν τα επακόλουθα των γεγονότων της ταινίας.[45]
Το 2005, το κανάλι Syfy σχεδίαζε μια μίνι σειρά sequel παραγωγής Φρανκ Ντάραμποντ και σεναρίου Ντέιβιντ Λέσλι Τζόνσον. Η ιστορία εξελίσσεται 23 χρόνια μετά την ταινία. Ακολουθεί μια ομάδα Ρώσων που ανακαλύπτει τα πτώματα των MacReady και Childs, και κατάλοιπα του Πράγματος. Το Πράγμα δραπετεύει στο Νέο Μεξικό. Η ιδέα δεν προχώρησε ποτέ και η Universal επέλεξε να συνεχίσει με μια ταινία sequel.[46] Τελικά, τον Οκτώβριο του 2011 κυκλοφόρησε η ταινία prequel The Thing, η οποία απέσπασε $27.4 εκατομμύρια παγκοσμίως και έλαβε ανάμεικτες κριτικές.[47][48][49][50] Η ιστορία της ακολουθεί τα γεγονότα που συμβαίνουν όταν η νορβηγική ομάδα ανακαλύπτει το Πράγμα.[49]
Παρά τη διαφορά στις διαφορετικές χρονικές κυκλοφορίες, πλοκές, χαρακτήρες, επιτελεία και στούντιο παραγωγής, o Κάρπεντερ θεωρεί το The Thing ως το πρώτο μέρος της "Apocalypse Trilogy", μιας σειράς ταινιών γύρω από το είδος cosmic horror, και των οντοτήτων άγνωστων προς τον άνθρωπο, που είναι απειλές για την ανθρώπινη ζωή αλλά και την αίσθηση του εαυτού. Το The Thing ακολούθησαν οι ταινίες Prince of Darkness (1987) και In the Mouth of Madness (1995). Και οι τρεις ταινίες είναι έντονα επηρεασμένες από την εκτίμηση του Κάρπεντερ για τα έργα του Χ. Φ. Λάβκραφτ.[51][52]
↑«John Carpenter: The Thing». 15 Μαΐου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαΐου 2008. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2018.CS1 maint: Unfit url (link)