Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|23|12|2024}}
Ο Ράμαν το 1917 ανέλαβε καθηγητής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο της Καλκούτας. Το 1928 καθ΄ ον χρόνο ασχολείτο με το φαινόμενο της σκέδασης του φωτός παρατήρησε πως όταν μια μονοχρωματική δέσμη φωτός φωτίσει μια ουσία τότε εξερχόμενη αυτή κάθετα απο την αρχική της διεύθυνση δεν είναι μονόχρωμη αλλά περιέχει και άλλες ακτινοβολίες διαφορετικών συχνοτήτων οι οποίες και τελικά είναι χαρακτηριστικές της φύσης του υλικού. Οι συχνότητες αυτές που προς τιμή του επιστήμονα καλούνται «συχνότητες Ράμαν» είναι ίσες με τις συχνότητες υπέρυθρης ακτινοβολίας που αντιστοιχούν στη συγκεκριμένη ουσία, και οι οποίες τελικά προέρχονται από την ανταλλαγή ενέργειας μεταξύ του υλικού και στη διερχόμενη φωτεινή ακινοβολία.
Η παραπάνω επιστημονική του παρατήρηση είχε ως συνέπεια το 1929 να του απονεμηθεί ο βρετανικός τίτλος του ιππότη, αμέσως μετά το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής και τρία χρόνια μετά, το 1933, ν΄ αναλάβει πρόεδρος του τμήματος Φυσικής του Ινδικού Ινστιτούτου Επιστημών, στη πόλη Μπαγκαλόρ. Το 1947 πλέον, αναλαμβάνει Διευθυντής του Ινδικού Ινστιτούτου Ερευνών Ράμαν και το 1961 εκλέχθηκε μέλος της Ποντιφικής Ακαδημίας Επιστημών. Υπήρξε επίσης ο ιδρυτής του ινδικού επιστημονικού περιοδικού Indian Journal of Physics, καθώς ακόμη και της Ινδικής Ακαδημίας των Επιστημών. Ο Ράμαν πέθανε το 1970, στη πόλη Μπαγκαλόρ της Ινδίας, εκεί που αναδείχθηκε και αφιερώθηκε στην επιστήμη του.