Οι κάτοικοί του είναι γνωστοί ως Τραπίστ (γαλλικά: Trappistes).
Ιστορικά στοιχεία
Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος
Πληθ.
±%
1793
561
—
1800
616
+9.8%
1806
584
−5.2%
1821
638
+9.2%
1831
718
+12.5%
1836
739
+2.9%
1841
799
+8.1%
1846
809
+1.3%
1851
910
+12.5%
1856
830
−8.8%
1861
774
−6.7%
1866
812
+4.9%
1872
918
+13.1%
1876
976
+6.3%
1881
986
+1.0%
1886
1.069
+8.4%
1891
965
−9.7%
1896
1.086
+12.5%
1901
1.114
+2.6%
1906
1.096
−1.6%
1911
1.270
+15.9%
1921
1.352
+6.5%
1926
1.641
+21.4%
1931
2.604
+58.7%
1936
3.419
+31.3%
1946
3.216
−5.9%
1954
4.885
+51.9%
1962
9.643
+97.4%
1968
16.799
+74.2%
1975
22.895
+36.3%
1982
29.763
+30.0%
1990
30.878
+3.7%
1999
28.812
−6.7%
2006
29.529
+2.5%
2007
29.327
−0.7%
2014
31.854
+8.6%
Η πόλη βρισκόταν κατά την αρχαιότητα επί στο σταυροδρόμι δύο Ρωμαϊκών οδών που συνέδεαν το Παρίσι με τη Σαρτρ και το Ντρε. Τον Μεσαίωνα, ο οικισμός ήταν τειχισμένος ενώ υπήρχαν πέντε πύλες για την είσοδο και την έξοδο από αυτόν. Το παλιό τμήμα της σύγχρονης πόλης χρονολογείται από τον 17ο αιώνα, όταν η περιοχή συνδεόταν με τις Βερσαλλίες. Τα συντριβάνια των Βερσαλλιών τροφοδοτούνταν από λίμνη κοντά στον οικισμό του Τραπ μέσω τάφρων, οχετών και λιμνών. Η πόλη συνδέθηκε με το σιδηροδρομικό δίκτυο το 1849, ενώ σε σύντομο διάστημα έγινε ένα από τα σημαντικότερα σιδηροδρομικά κέντρα της χώρας, με πολλούς από τους κατοίκους της να ασχολούνται με τον σιδηρόδρομο. Το 1896, ο επιστήμονας Λεόν Τεσεράνκ ντε Μπορτ, δημιούργησε παρατηρητήριο με το οποίο μελέτησε τη στρατόσφαιρα. Το 1944, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η πόλη καταστράφηκε σε ποσοστό 71% από τους βομβαρδισμούς των Συμμαχικών δυνάμεων, που στόχο είχαν τις σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις. Μετά τον πόλεμο, οι κάτοικοι άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία, ενώ ο πληθυσμός το 2014 (σύμφωνα με υπολογισμούς) ήταν 31.854 κάτοικοι.[8][9]
Μεταφορές
Η πόλη εξυπηρετείται οδικά από τον αυτοκινητόδρομο A12. Επίσης διαθέτει σιδηροδρομικό σταθμό, και η απόσταση είναι περίπου 40 λεπτά από το Παρίσι. Τέλος, λεωφορεία συνδέουν το κέντρο της πόλης με τις γύρω περιοχές.