Ο Πρόδρομος «Μποδοσάκης» Αθανασιάδης (περ. 1890 — 18 Ιανουαρίου 1979)[1] ήταν Έλληνας επιχειρηματίας.
Βιογραφία
Η ενότητα αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς με παραπομπές. Παρακαλούμε βοηθήστε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Ατεκμηρίωτο υλικό μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
(Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 19/07/2023)
Γεννήθηκε το 1890[1] ή το 1891[2] στον Πόρο (τουρκικά: Bor, προφ. Μπορ), χωριό της επαρχίας Νίγδης στα βάθη της Μικράς Ασίας (περιοχή Καππαδοκίας), από φτωχή οικογένεια, με γονείς το Θωμά και τη Δέσποινα Αθανασιάδη, που είχαν συνολικά 5 παιδιά.[3] Η ακριβής ημερομηνία γέννησής του δεν είναι γνωστή, καθώς δεν είχε δηλωθεί στα ληξιαρχικά αρχεία.[2] Το όνομα Μποδοσάκης, με το οποίο έγινε γνωστός στη μετέπειτα ζωή του, αποτελεί την απόδοση του ονόματος Πρόδρομος στα τουρκικά.
Δέκα χρονών πήγε να βρει την τύχη του στα Άδανα, και μέχρι τα δεκαεπτά του είχε γίνει ένας από τους σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες της περιοχής, με εμπορική δραστηριότητα πρώτα στη Μερσίνη και αργότερα στην Κωνσταντινούπολη. Αγοράζει το κοσμοπολίτικο Σπόρτινγκ Κλαμπ της Σμύρνης για να γίνει λέσχη των αξιωματικών του Ελληνικού Στρατού και Ναυτικού[3] και μέσα σε μια νύχτα το ξενοδοχείο Πέρα Παλάς στην Κωνσταντινούπολη, κάνοντάς το κέντρο όλων των κοινωνικών εκδηλώσεων της πόλης.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ήρθε στην Ελλάδα, με παρακίνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, του οποίου ήταν πολιτικός οπαδός, φέρνοντας μαζί του την τεράστια ήδη περιουσία του, και πρόσφερε στην πατρίδα του την πρώτη του δωρεά. Δωρίζει το 1919 τα χρήματα για να κτιστεί ένα σχολείο στο Ηράκλειο της Κρήτης, όπου σήμερα στεγάζεται το Μποδοσάκειο 2ο Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου.
Γρήγορα όμως ο Μποδοσάκης, μέσα στις δύσκολες συνθήκες της ρημαγμένης Ελλάδας της εποχής, χάνει την περιουσία του. Ωστόσο, δεν πτοείται, καθώς ξεκινάει και πάλι επιχειρηματική δραστηριότητα με μεγάλη επιτυχία: χημικές βιομηχανίες, υαλουργεία, ναυτιλιακές εργασίες, οινοπνευματώδη, ορυχεία και μεταλλεία, πυρομαχικά, που κάλυπταν το 35% του βιομηχανικού δυναμικού της χώρας. Σημαντική ήταν η προσφορά του στον πόλεμο του ’40, όταν τα αποθέματα πυρομαχικών της ΠΥΡΚΑΛ για τα οποία ο ίδιος ο Μποδοσάκης είχε μεριμνήσει ενισχύουν τον ελληνικό αγώνα. Χωρίς αυτά, ο πόλεμος θα είχε τελειώσει πολύ νωρίτερα διότι τα υπάρχοντα πυρομαχικά της ελληνικής κυβέρνησης επαρκούσαν μόνο για ένα μήνα και η προμήθεια από το εξωτερικό θα έπαιρνε τουλάχιστον έξι μήνες. Με την είσοδο των Γερμανών στην Ελλάδα, ο Μποδοσάκης εγκαταλείπει τη χώρα. Μεταπολεμικά, ασχολήθηκε με πλήθος βιομηχανιών, κυρίως εξαγωγικών: βοηθάει σημαντικά την ελληνική οικονομία και την αναστήλωση της χώρας δημιουργώντας ανάμεσα στ’ άλλα, πάνω από 15.000 νέες θέσεις εργασίας.
Παράλληλα με την επιχειρηματική του δραστηριότητα, ενισχύει το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εκκλησίες, φιλανθρωπικά ιδρύματα, πνευματικούς και καλλιτεχνικούς οργανισμούς, ιατρικές έρευνες. Μεταξύ άλλων:
Χορηγεί υποτροφίες σε νέους για σπουδές.
Χρηματοδοτεί την αγορά έκτασης 185 στρεμμάτων στην Κάντζα και την ανέγερση των αναγκαίων κτηριακών και αθλητικών εγκαταστάσεων για τη λειτουργία του Μποδοσάκειου Δημοτικού Σχολείου του Κολλεγίου Αθηνών, το οποίο και εγκαινιάστηκε το Σεπτέμβριο του 1977.
Ιδρύει τη Γηριατρική Κλινική στο Κρατικό Θεραπευτήριο Ψυχικών Παθήσεων Αθηνών.
Προσφέρει την κατοικία του στο Παλαιό Ψυχικό για να γίνει, μετά το θάνατό του, κατοικία του Έλληνα πρωθυπουργού (σήμερα στεγάζει το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού).
Κεντρικό όμως στόχο των οραματισμών του Μποδοσάκη αποτελεί η παιδεία. Προβλέπει στον Οργανισμό του Ιδρύματος που δημιούργησε το 1972, ειδικούς θεσμούς που θα βοηθήσουν νέους με υψηλές επιδόσεις και χωρίς οικονομικές δυνατότητες να επιδοθούν στην επιστήμη.
Πέθανε το 1979, αφήνοντας το Ίδρυμα Μποδοσάκη συνεχιστή του οράματος και της πολυσχιδούς του δράσης.