Ο όρος πολυπολιτισμικότητα, ή και πολυπολιτισμός έχει μια σειρά σημασιών στα πλαίσια της κοινωνιολογίας, της πολιτικής φιλοσοφίας. Στην κοινωνιολογία και στην καθομιλουμένη, έχει την έννοια της συνύπαρξης πολλών εθνικοτήτων και ανθρώπων διαφορετικών πολιτισμών. Τέτοια παραδείγματα είναι η Νέας Υόρκης και η Ρωσία. Η πολυπολιτισμικότητα θεωρείται από τους υποστηρικτές της ως ένα πιο δίκαιο σύστημα που επιτρέπει στους ανθρώπους να εκφράζουν πραγματικά ποιοι είναι μέσα σε μια κοινωνία. [1] Ο καθηγητής πολιτικών επιστημών του Χάρβαρντ Robert D. Putnam πραγματοποίησε μια σχεδόν δεκαετή μελέτη σχετικά με το πώς η πολυπολιτισμικότητα επηρεάζει την κοινωνική εμπιστοσύνη. Ερεύνησε σε δείγμα 26.200 ατόμων σε 40 αμερικανικές κοινότητες, διαπιστώνοντας ότι όταν τα δεδομένα προσαρμόστηκαν για την τάξη, το εισόδημα και άλλους παράγοντες, τόσο πιο κλειστή είναι μια κοινότητα, αντιστοίχως μεγαλύτερη είναι η απώλεια εμπιστοσύνης. [2]
Η διαδρομή της Πολυπολιτισμικότητας
Η αρχή της πολυπολιτισμικότητας εντοπίζεται στον Καναδά κατά το 1960-70. Στον Καναδά ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 εντοπίζεται η πρώτη οργανωμένη κίνηση πολυπολιτισμικού χαρακτήρα[3]. Συγκεκριμένα, το 1962 συστήθηκε η Εξεταστική των Πραγμάτων Επιτροπή (Royal Commission on Bilingualism and Biculturalism) για το θέμα της διγλωσσίας και του διπολιτισμού. Σκοπός της ήταν η διαφύλαξη των δύο κυρίαρχων πολιτισμών της καναδικής κοινωνίας αλλά και των πολιτισμών των υπόλοιπων μειονοτικών ομάδων. Αιτία για την σύσταση αυτής της επιτροπής ήταν η σύγκρουση μεταξύ των δύο βασικών ομάδων της καναδικής κοινωνίας, των Αγγλοκαναδών και των Γαλλοκαναδών. Με τον όρο της πολυπολιτισμικότητας στον Καναδά εκείνη την εποχή συμπεριλαμβάνεται α) η αποδοχή της πολιτισμικής πολυμορφίας και β) η απαγκίστρωση από ρατσιστικές ιδέες και τον εθνικισμό που προκρίνονταν έως τότε, έστω και άρρητα, από την επίσημη κυβερνητική πολιτική. Ένας όμως επιπλέον σημαντικός στόχος ήταν και η ένταξη των μεταναστών στην καναδική κοινωνία.[4]
Παραπομπές