Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|25|12|2024}}
Η πρώτη ιστορική αναφορά για την ύπαρξή του έγινε το 1618 με το όνομα Panagia di Vacha, σε απογραφή κατά την Ενετοκρατία. Το όνομα της πήρε από το ομώνυμο εκκλησάκι, του οποίου σώζονται τα ερείπια κοντά στη βρύση.
Με βάση τα κατάστιχα του nani (Εθνική Βιβλιοθήκη), που αναφέρονται σε ενοικιάσεις γαιών, από τους Ενετούς σε ισχυρές οικογένειες της περιοχής, διαπιστώνουμε ότι είχε ενοικιασθεί από τον cavalier Thoma Focka της Βυζαντινής οικογενείας Φωκάδες, στις αρχές του 17ου αιώνα.
Η Παναγίτσα βρίσκεται στην βόρεια πλευρά ενός λόφου. Στην κορυφή του, ιδρύθηκε και άκμασε η Καρυούπολις, σημαντική Βυζαντινή πόλη στην περιοχή, με ιστορία τουλάχιστον μια χιλιετηρίδα, και σε αυτή ανήκε εδαφικά. Αυτό αποδεικνύεται,από την ύπαρξη στην ευρύτερη περιοχή δύο καμινιών κεραμοποιίας, που τροφοδοτούσαν την πόλη.
Λέγεται από τούς ντόπιους και Παπαδοθωμιάνικα, επειδή κατοικείται από αυτή την οικογένεια, που είναι απόγονοι των Φωκάδων.
Πολύ πιθανόν όπως συνηθιζόταν σε αυτές τις περιπτώσεις, να ίδρυσαν κάποια πρόχειρα κτίσματα, ούτως ώστε να είναι κοντά στον τόπο, που καλλιεργούσαν, και έτσι ιδρύθηκε ο οικισμός. Πάνω από την βρύση του οικισμού, σώζονται τα ερείπια μικρής εκκλησίας αφιερωμένης στην Παναγία. Είναι τόσο μικρό το μέγεθος του ναού που «αναγκαστικά» χρησιμοποιείται το υποκοριστικό, και σε αυτό οφείλει το όνομά του το ξεμόνι και όλη η περιοχή. Από τα ερείπια ξεχωρίζει η θολωτή καμάρα του ιερού ανατολικά, καθώς και όλη η τοιχοποιία, σε ύψος μεγαλύτερο από ένα μέτρο.
Η δυτική πλευρά της εκκλησίας είναι βράχος, που έχει σε κάποια σημεία χτισθεί ούτως ώστε να δημιουργηθεί ομαλή επιφάνεια. Διατηρείται και ή είσοδος στην εκκλησία που είναι στην δυτική πλευρά με χαρακτηριστικά μικρό μέγεθος. Είναι τόσο μικρά όλα, που θα μπορούσε κάποιος να την ονομάσει παιδική εκκλησία, με χωρητικότητα όχι περισσοτέρων από δέκα παιδιά.
Στην επιλογή του τόπου, για εγκατάσταση, βοήθησε το τρεχούμενο νερό που αναβλύζει μέσα από τους βράχους. Επειδή το νερό είναι δυσεύρετο στην περιοχή της Μάνης, η ύπαρξη του «Αυλού», έτσι έλεγαν την βρύση, έκανε τον τόπο Παράδεισο.
Η βρυσούλα εξακολουθεί και σήμερα να υπάρχει αλλά σε άσχημη κατάσταση.
Την σημερινή μορφή του ο οικισμός πήρε στα τέλη του 19ου αιώνα όταν εγκαταστάθηκαν εκεί, κάποιοι κλάδοι τής οικογένειας Παπαδοθωμάκου.
Πάνω από το πορτάρι της βρύσης, μαρμάρινη πλάκα μνημείο για τον Θεμιστοκλή Παπαδοθωμάκο, που έπεσε «υπέρ πατρίδος».
Μπροστά στα μάτια μας ξεδιπλώνεται και μια καταπληκτική θέα. Γύρω σε μακρινές αποστάσεις τα ψηλά βουνά με κορώνα την κορυφή πυραμίδα του Ταυγέτου.