Ο Νικολά Λανκρέ (γαλλικά: (22 Ιανουαρίου 1690 - 14 Σεπτεμβρίου 1743) ήταν Γάλλοςζωγράφοςρωπογραφιών όπου απεικόνισε λαμπρά αυλικές διασκεδάσεις και σκηνές από υπαίθριες γιορτές παρουσιάζοντας το πνεύμα της ευθυμίας που αντικατόπτριζε τα γούστα και τα ήθη της γαλλικής κοινωνίας κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας του Δούκα της Ορλεάνης και, αργότερα, της πρώιμης βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΕ΄.[9]
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Νικολά Λανκρέ γεννήθηκε στο Παρίσι και είχε δάσκαλο τον Κλωντ Ζιλό του οποίου μαθητής υπήρξε και ο Αντουάν Βαττώ, με τον οποίο συνδέθηκαν με φιλία. Είναι οι δύο ζωγράφοι από τους οποίους επηρεάστηκε. Δύο πίνακες του Λανκρέ που εκτέθηκαν σε δημόσια έκθεση στην πλατεία Ντωφίν στο Παρίσι είχαν μεγάλη επιτυχία και έθεσαν τα θεμέλια της φήμης του αλλά συγχρόνως, όπως λέγεται, ο Βαττώ, ο οποίος είχε θεωρηθεί ως δημιουργός τους, ζήλεψε που διέκοψε κάθε σχέση μαζί του για πάντα.[10]
Το 1718 ο Λανκρέ έγινε δεκτός στη Βασιλική Ακαδημία Ζωγραφικής και Γλυπτικής, από τότε η δημοτικότητά του αυξήθηκε. Φιλοτέχνησε έργα για τη διακόσμηση του ανακτόρου των Βερσαλλιών και έλαβε πολλές παραγγελίες για μέγαρα μεγάλων συλλεκτών. Το 1735 έγινε σύμβουλος της Ακαδημίας.[11]
Σαν χαρακτήρας ήταν ακέραιος και δεν δελεάζονταν από το εύκολο κέρδος με μέσα που του δεν του φαίνονταν τιμητικά: ένας έμπορος ζωγραφικής του πρόσφερε κάποτε έναντι αδρής αμοιβής να «ξαναδουλέψει» πίνακες με σκοπό την πώληση. Ο Λανκρέ αρνήθηκε την προσφορά, λέγοντας: «Προτιμώ να διακινδυνεύσω να κάνω κακούς πίνακες παρά να χαλάσω καλούς».
Ο Λανκρέ ήταν άγαμος για μεγάλο μέρος της ζωής του. Ωστόσο, το 1741 παντρεύτηκε μια 18χρονη κοπέλα. Θεωρείται ότι την παντρεύτηκε για να τη σώσει, όταν τη βρήκε δίπλα στην ετοιμοθάνατη μητέρα της να ζει σε συνθήκες φτώχειας σε ένα δωμάτιο σοφίτας και άκουσε ότι η κοπέλα σύντομα θα αναγκαζόταν να μπει σε μοναστήρι. Ο Λανκρέ πέθανε από πνευμονία μετά από δύο χρόνια, στις 14 Σεπτεμβρίου 1743.
Έργο
Ο Λανκρέ φιλοτέχνησε γύρω στους 700 πίνακες.[12] Δημιούργησε αρκετά πορτρέτα και ιστορικές συνθέσεις, αλλά τα αγαπημένα του θέματα ήταν οι αυλικές διασκεδάσεις, οι χοροί, τα λαϊκά πανηγύρια και οι χωριάτικοι γάμοι. Από αυτή την άποψη ήταν χαρακτηριστικός της τεχνοτροπίας ροκοκό. Ένα από τα γνωστότερα έργα του είναι μια σειρά από εικονογραφήσεις για τους Μύθους του Λαφονταίν. Παρόλο που επηρεάστηκε από τον Βαττώ, το έργο του Λανκρέ χαρακτηρίζεται από πιο ζωντανή παλέτα, πιο ποικίλα θέματα ρωπογραφιών και λεπτομερή και ζωντανή αφήγηση. [13]