Η Μελβούρνη (αγγλικά: Melbourne, προφέρεται Μέλμπoυρν) είναι πόλη της Αυστραλίας και πρωτεύουσα της πολιτείας της Βικτώριας. Είναι η δεύτερη σε μέγεθος πόλη της Αυστραλίας μετά το Σίδνεϊ.
Ο πληθυσμός της Μελβούρνης με βάση την απογραφή του 2021 υπολογίζεται σε 4.917.750 κατοίκους[7]. Σχεδόν το 1/4 του πληθυσμού της περιοχής προέρχεται από το εξωτερικό. Η πρώτη περίοδος της μετανάστευσης προς την πόλη ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν στην περιοχή ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα χρυσού. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Μελβούρνη εγκαταστάθηκαν πολλοί μετανάστες από τις Μεσογειακές χώρες, ιδιαίτερα από την Ιταλία και την Ελλάδα.
Η Μελβούρνη παρουσιάζει και ένα πλούσιο αρχιτεκτονικό σύνολο οικοδομημάτων από Βικτωριανό ρυθμό μέχρι σύγχρονους ουρανοξύστες και γέφυρες, ενώ ένα μεγάλο δίκτυο ιστορικού τραμ διασχίζει την πόλη.
Γεωγραφικά στοιχεία
Η Μελβούρνη βρίσκεται στη νοτιοανατολική Αυστραλία. Είναι χτισμένη επί των εκβολών του ποταμού Γιάρρα. Η πόλη καλύπτει μια έκταση ανατολικά-βορειοανατολικά του Κόλπου του Φιλίππου, προς την περιοχή του Κοιλάδας του Γιάρρα και των λόφων των οροσειρών Ντάντενονγκ, συνολικού χώρου 8.806 τετρ. χιλιομέτρων. Είναι κτισμένη επί μιας στενής παραλιακής λωρίδας και κρασπέδων λόφων η οποία και χωρίζεται από τις Αυστραλιανές Άλπεις με την κοιλάδα του ποταμού Μάρεϊ, σε απόσταση 180 χλμ. βόρεια.
Η κεντρική πόλη (City of Melbourne) καταλαμβάνει συνολική έκταση 36,2 τετρ. χλμ. εκ της συνολικής έκτασης της ομώνυμης Μητροπολιτικής Περιοχής. Ανατολικά και δυτικά της κύριας πόλης εκτείνονται τα περίχωρα αυτής σημαντικότερα των οποίων είναι το Ρίτσμοντ, η Κόλινγουντ, το Φίτζροϊ, η Μόρντιαλογκ, η Φράνγκστον, η Μόρνιγκτον, η Νανεβέντιγκ και η Μπέλγκραβ.
Νοτιοδυτικά της Μελβούρνης βρίσκεται η πόλη Τζιλόνγκ σε απόσταση 65 χλμ. από αυτή.
Κλίμα
Το κλίμα της Μελβούρνης είναι εύκρατο, ωκεάνιο και αρκετά δροσερό. Η μέση ετήσια θερμοκρασία φθάνει τους 14°C. Ο Ιούλιος που είναι ο ψυχρότερος μήνας έχει μέση θερμοκρασία 9,5 °C, ενώ ο Ιανουάριος, ο θερμότερος έχει 26 °C. Το ετήσιο ύψος βροχής φθάνει τα 65 εκ.
Πριν οι Ευρωπαίοι ιδρύσουν τη Μελβούρνη, οι Αβορίγινες Αυστραλοί ζούσαν στην περιοχή για περισσότερα από 40.000 χρόνια.[11]
Η Μελβούρνη ιδρύθηκε το 1835 από τον Ιωάννη Μπάτμαν και πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους λιμένες του νοτίου ημισφαιρίου. Από το 1901 μέχρι τον καθορισμό της Καμπέρας ως πρωτεύουσας και έδρας της κυβέρνησης, η Μελβούρνη ήταν η πρωτεύουσα της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας. Ειδικά μετά την ανακάλυψη χρυσού στο Μπαλάρατ το 1851 ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε εκπληκτικά.
Δημογραφικά στοιχεία
Σύμφωνα με την απογραφή του 2006 ο πληθυσμός της Μελβούρνης έφτανε τους 3.592.591 κατοίκους.[12] Στην απογραφή του 2011 ο πληθυσμός της πόλης υπολογίστηκε στους 3.999.982 κατοίκους, σημειώνοντας αύξηση 9,7%. Στην απογραφή του 2016 ο πληθυσμός της πόλης υπολογίστηκε στους 4.725.316 κατοίκους[13]. Ο μέσος όρος ηλικίας των κατοίκων της Ευρύτερης Μελβούρνης το 2011 ήταν τα 36 χρόνια.[14]
Με βάση την απογραφή του 2011, τo 66,3% αυτών μιλούσε στα σπίτια του μόνο στην Αγγλική γλώσσα, 2,8% στα Ελληνικά (113.407 κάτοικοι), 2,8% στα Ιταλικά (112.686 κάτοικοι) και 2,2 Μανδαρίνικα Κινέζικα (100.598 κάτοικοι).[14] To 27,2% των κατοίκων δήλωσαν μέλη της Καθολικής Εκκλησίας, 10,8% Αγγλικανοί και 5,5% μέλη της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και ένα 4% Βουδιστές. Επίσης ένα 23,5% δήλωσε πως δεν ακολουθεί καμία θρησκεία.[14]
Σύμφωνα με τις μετρήσεις (2012), η Μελβούρνη αναπτύσσεται με έναν ετήσιο ρυθμό μεγέθους 1,9%, ελάχιστα πάνω από τον μέσο ρυθμό αύξησης του συνόλου των πρωτευουσών των πολιτειών της Αυστραλίας (1,8%). Σε επίπεδο πολιτείας, η αύξηση του πληθυσμού της Ευρύτερης Μελβούρνης αντιπροσωπεύει το 87% της αύξησης του πληθυσμού της Βικτόριας.[15]
Ο πληθυσμός της Μελβούρνης το 1947 αριθμούσε 1.227.000 κατοίκους. Από το 1960 και μετά ένας μεγάλος αριθμός μεταναστών κυρίως από τη Μεσόγειο (Έλληνες και Ιταλοί) αλλά και από ασιατικές περιοχές (Λιβανέζοι, Ιρανοί, Εβραίοι και Βιετναμέζοι) εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην πόλη και το 1983 έφθασε τους 2.865.000 κατοίκους, ενώ το 1998 πλησίασε τους 3.372.000 κατοίκους. Στη Μελβούρνη κατοικεί το 50% των Ελλήνων της Αυστραλίας. [16]
Σήμερα, στην ευρύτερη περιοχή της Μελβούρνης κατοικούν μετανάστες από περισσότερες από 140 χώρες. Ο σταδιακός αποικισμός της πόλης έγινε με τέσσερα κύρια μεταναστευτικά κύματα. Το πρώτο κύμα τοποθετείται τη δεκαετία του 1830 και περιελάμβανε κατά κύριο λόγο Ευρωπαίους μετανάστες Άγγλο-Κελτικής καταγωγής. Το δεύτερο κύμα προήρθε μετά την ανακάλυψη κοιτασμάτων χρυσού το 1850. Οι μετανάστες αυτού του κύματος προέρχονταν από όλο τον κόσμο, ενώ σημαντική ανάμεσά τους ήταν η παρουσία μεταναστών από την Κίνα. Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα νέο πλήθος μεταναστών, κυρίως από χώρες της Ευρώπης, αύξησε εκ νέου τον αριθμό τους στην πόλη. Το τελευταίο κύριο μεταναστευτικό κύμα έκανε την εμφάνισή του τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Την περίοδο αυτή στην περιοχή εγκαταστάθηκαν κυρίως μετανάστες από το Βιετνάμ και την Καμπότζη.[17]
Αυτά τα τέσσερα κύρια μεταναστευτικά κύματα, αλλά και η σταδιακή μετακίνηση κατοίκων από άλλες περιοχές στην Αυστραλία όπως φοιτητών για τα μεγάλα ιδρύματα της πόλης, οδήγησε στον σταδιακό εκτοπισμό των ιθαγενών κατοίκων της περιοχής. Στην απογραφή του 2011, ο πληθυσμός των Αβοριγίνων της Μελβούρνης έφθανε τους 18.024 κατοίκους, με μέσο όρο ηλικίας τα 23 χρόνια.[14]
Αν και η γεωργία θεωρείται αρκετά ανεπτυγμένη στη γύρω περιοχή η πόλη αποτελεί εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Η Μελβούρνη αποτελεί τη μεγαλύτερη πύλη του εξαγωγικού εμπορίου όλης της ηπείρου. Επίσης από τον λιμένα της διεξάγεται η ναυτιλιακή σύνδεση με την Τασμανία.
Τουρισμός
Η Μελβούρνη είναι περίφημη για τα τρία σπουδαία πάρκα της (το Εθνικό, της Βικτωρίας και της Αλεξάνδρας) και τους Βασιλικούς βοτανικούς κήπους, που δημιουργήθηκαν το 1845 και θεωρούνται από τους σπουδαιότερους του κόσμου στο είδος τους, με περισσότερα από 10.000 διαφορετικά είδη δένδρων και φυτών, που την περιβάλλουν, κατά μήκος του ποταμού Γιάρρα.
Από τα αξιολογότερα κτίρια της πόλης θεωρούνται η Εθνική Πινακοθήκη της Βικτωρίας, μία από τις πλουσιότερες του κόσμου, το Νομισματοκοπείο, το Αστεροσκοπείο, το Πανεπιστήμιο καθώς και ο Αγγλικανικός και Ρωμαιοκαθολικός καθεδρικοί ναοί.
Πολιτιστικά Σταυροδρόμια
Οι τρεις κύριες μη αγγλόφωνες εθνοτικές ομάδες της πόλης, οι Έλληνες, οι Ιταλοί και οι Κινέζοι συγκεντρώνουν την επιχειρηματική παρουσία τους σε τρία ξεχωριστά κέντρα στην περιοχή της Μελβούρνης. Ο Δήμος της Μελβούρνης αναγνωρίζει τις τρεις αυτές περιοχές με τον όρο «Πολιτιστικά Σταυροδρόμια της Μελβούρνης» (Cultural precincts), αναγνωρίζοντας την πολιτιστική τους παρουσία στην πόλη.[18][19]
Το παραδοσιακό κέντρο των Ελληνικών επιχειρήσεων στη Μελβούρνη, το «Ελληνικό Σταυροδρόμι» (Greek precinct), τοποθετείται γύρω από την οδό Λόνσντεϊλ (Lonsdale Street) της πόλης και περιλαμβάνει μαγαζιά που ασχολούνται κατά κύριο λόγο με τον τομέα της εστίασης. Η οδός Lonsdale αποτελεί τόπο διεξαγωγής μέρος των εορταστικών εκδηλώσεων των Ελλήνων της Μελβούρνης, όπως το Φεστιβάλ Αντίποδες της Μελβούρνης.
Στην περιοχή του προαστίου Κάρλτον βρίσκεται το «Lygon Street cultural precinct», που συχνά αναφέρεται και ως «Μικρή Ιταλία». Αποτελεί το κέντρο των Ιταλών της περιοχής, με επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της εστίασης και των επαγγελματικών υπηρεσιών.
Στο κέντρο της πόλης της Μελβούρνης, με επίκεντρο την οδό Little Bourke Street, βρίσκεται η «Chinatown», το κέντρο των Ασιατών της Μελβούρνης. Στην περιοχή της Chinatown υπάρχουν μαγαζιά εστίασης με κουζίνες από όλη την Ασία, ενώ υπάρχει το μουσείο αφιερωμένο στους Κινέζους μετανάστες στην περιοχή. Στο μέρος αυτό γιορτάζεται ο ερχομός του Κινέζικου Νέου Έτους, ενώ κάθε χρόνο διοργανώνεται το Ασιατικό Φεστιβάλ Κουζίνας (Αύγουστος-Σεπτέμβριος).
Προάστια
Η Μελβούρνη, σύμφωνα με την εφημερίδα Χέραλτ Σαν, είναι η τέταρτη πιο εξαπλωμένη πόλη της Γης. Έχει αρκετά προάστια. Τα πιο σημαντικά είναι: Το Κάρλτον, το Μόνι Ποντζ, το Χώθορν, το Φράνκστον, το Γουέριμπι, το Τάλλαμαριν, το Τούρακ, το Φιτζρόυ και πολλά άλλα.