Η Μαρί Λαφορέ (γαλλικά: Marie Laforêt, πραγματικό όνομα Μαϊτενά Μαρί Μπριζίτ Ντουμενάς, 5 Οκτωβρίου 1939 – 2 Νοεμβρίου 2019)[11] ήταν Γαλλίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός, ιδιαίτερα γνωστή για τη δουλειά της κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.[12] Το 1978 μετακόμισε στη Γενεύη και απέκτησε την ελβετική υπηκοότητα.
Όνομα
Το μικρό της όνομα Μαϊτενά, το οποίο είναι βασκικής προέλευσης, σημαίνει «αγαπημένη», χρησιμοποιείται μερικές φορές από τους κατοίκους του Λανγκντόκ, ιδιαίτερα των Πυρηναίων[13] και μοιάζει με το υποκοριστικό του ονόματος Μαρί-Τερέζ, «Μαϊτέ».
Το Ντουμενάς, το επώνυμό της, είναι καταλανικής καταγωγής - Domènec στα καταλανικά. Το πραγματικό της όνομα της και το ρεπερτόριό της που περιελάμβανε κομμάτια εμπνευσμένα από την παγκόσμια λαογραφία έχουν οδηγήσει σε εικασίες για την αρμενική καταγωγή των γονιών της. Η ίδια η τραγουδίστρια αυτοπροσδιοριζόταν συχνά ως προερχόμενη από την περιοχή Αριέζ στη νότια Γαλλία.[14]
Βιογραφία
Παιδικά χρόνια και εφηβεία
Η Μαρί Λαφορέ γεννήθηκε στο Σουλάκ-σιρ-Μερ, στο Μεντόκ, στη βίλα "Ριτέ-Ριλού", που ονομάστηκε έτστι από τη θεία και τη μητέρα της: Μαρί Τερέζ και Μαρί Λουίζ. Η οικογένεια του πατέρα της, οι Ντουμενάς, κατάγονταν από την Ολέτ, ένα χωριό στα Ανατολικά Πυρηναία. Ο προπάππος της από τον πατέρα της, Λουί Ντουμενάς, διηύθυνε ένα εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας στην Αριέζκαι ο γιος του, Σαρλ-Ζοζέφ Ντουμενάς, ήταν συνταγματάρχης και δημοτικός σύμβουλος.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο πατέρας της τραγουδίστριας, βιομήχανος, συνελήφθη και κρατήθηκε ως αιχμάλωτος πολέμου στη Γερμανία μέχρι την απελευθέρωση τον Μάιο του 1945. Η Λαφορέτ, η αδελφή της Αλεξάνδρα και η μητέρα τους πέρασαν μια περίοδο πολλών κακουχιών. Σε ηλικία τριών ετών η Λαφορέ υπέστη σεξουαλικό τραύμα που την επηρέασε για μεγάλο χρονικό διάστημα.[15] Κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι Ντουμενάς βρήκαν καταφύγιο στην Καόρ και στην επαρχία των προγόνων τους στην Αριέζ. Μετά τον πόλεμο, η οικογένεια μετακόμισε στη Βαλανσιέν, όπου ο πατέρας διηύθυνε ένα εργοστάσιο για σιδηροδρομικών ειδών. Αργότερα εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι.[16][17] Αφού έγινε θρησκευόμενη και σκέφτηκε να γίνει καλόγρια, η Λαφορέ συνέχιζε το σχολείο στο Lycee La Fontaine στο Παρίσι. Εκεί άρχισε να δείχνει ενδιαφέρον για το θέατρο και οι πρώτες της εμπειρίες σε αυτόν τον τομέα της αποδείχθηκαν θεραπευτικές μέσω της καθαρτικής τους επίδρασης.
Δεκαετία του 1960
Η καριέρα της Λαφορέ ξεκίνησε τυχαία το 1959, όταν αντικατέστησε την αδερφή της την τελευταία στιγμή στον ραδιοφωνικό διαγωνισμό ταλέντων Naissance d'une étoile (η γέννηση ενός αστεριού) και κέρδισε.[18] Στη συνέχεια, ο σκηνοθέτης Λουί Μαλ πήρε τη νεαρή στάρλετ στην ταινία που γύριζε εκείνη την εποχή με τίτλο Liberté, την οποία τελικά εγκατέλειψε. Τελικά, η πρώτη εμφάνιση της Λαφορέ στην οθόνη έγινε απέναντι στον Αλέν Ντελόν στο δράμα του 1960 Γυμνοί στον ήλιο του Ρενέ Κλεμάν.
Μετά από αυτή την ταινία έγινε πολύ δημοφιλής και ερμήνευσε πολλούς ρόλους τη δεκαετία του 1960. Παντρεύτηκε τον σκηνοθέτη Ζαν-Γκαμπριέλ Αλμπικοκό, ο οποίος τις έδωσε ρόλους σε μερικά δικά του έργα, μεταξύ των οποίων και Το κορίτσι με τα χρυσά μάτια, βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, που θα γινόταν το παρατσούκλι της.[18]
Στη δεύτερη ταινία της με τίτλο Saint Tropez Blues τραγούδησε το τραγούδι των τίτλων και άρχισε αμέσως να κυκλοφορεί σινγκλ, με την πρώτη της επιτυχία να είναι το Les Vendanges de l'Amour του 1963.[19] Τα τραγούδια της πρόσφεραν μια πιο ώριμη, ποιητική, τρυφερή εναλλακτική στα ελαφριά, εφηβικά γιεγιέδικα τραγούδια που κυκλοφορούσαν στη Γαλλία εκείνη την εποχή. Οι μελωδίες της είχαν στοιχεία περισσότερο από τη λαϊκή μουσική, ιδιαίτερα της Νότιας Αμερικής και της Ανατολικής Ευρώπης, παρά από τη σύγχρονη αμερικάνικη και βρετανική ποπ. Η Λαφορέ συνεργάστηκε με πολλούς σημαντικούς Γάλλους συνθέτες, μουσικούς και στιχουργούς, όπως ο Αντρέ Ποπ και ο Πιερ Κουρ, οι οποίοι της παρείχαν πληθώρα ορχηστρικών διασκευών, με δεκάδες μουσικά όργανα και ποικιλία ήχων, μερικές φορές σχεδόν μεσαιωνικά, αναγεννησιακά ή μπαρόκ, άλλες φορές αρκετά μοντέρνα και καινοτόμα.
Με τον επιχειρηματία Ζουντά Αζουέλος, έναν Μαροκινό Εβραίο σεφαραδίτης καταγωγής, απέκτησε δύο παιδιά, μια κόρη και έναν γιο. Η κόρη της, Λίζα Αζουέλος, είναι Γαλλίδα σκηνοθέτρια, συγγραφέας και παραγωγός, η οποία γύρισε ταινία για μια άλλη διάσημη Γαλλίδα τραγουδίστρια, τη Δαλιδά, το 2017.
Δεκαετία του 1970
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, η Λαφορέ είχε γίνει αρκετά ξεχωριστή φιγούρα στη γαλλική ποπ σκηνή. Η μουσική της ξεχώρισε, ίσως περισσότερο για τη νέα της δισκογραφική CBS Records. Αν και τα πιο επιτυχημένα οικονομικά σινγκλ της ("Viens, Viens", μια διασκευή της γερμανικής επιτυχίας ″ RainRainRain″ και "Il a neigé sur Yesterday", μια μπαλάντα για τη διάλυση των Beatles) κυκλοφόρησαν τη δεκαετία του 1970,[19] Η Λαφορέ έχασε σταδιακά το ενδιαφέρον της για το τραγούδι, μετακομίζοντας στη Γενεύη της Ελβετίας το 1978, όπου άνοιξε γκαλερί εγκαταλείποντας τη μουσική.
Από το 1980 έως το 2019
Στη δεκαετία του 1980, η Λαφορέ επικεντρώθηκε στην καριέρα της ως ηθοποιού, εμφανιζόμενη σε μερικές γαλλικές και ιταλικές ταινίες. Μερικά μουσικά σινγκλ κυκλοφόρησαν τελικά, αλλά με περιορισμένη επιτυχία. Έκανε μια επιστροφή, ωστόσο, το 1993 με τον τελευταίο της δίσκο, για τον οποίο έγραψε τους στίχους. Στη δεκαετία του 1990, συνέχισε και πάλι να εργάζεται ως ηθοποιός, τόσο στην οθόνη όσο και στη σκηνή. Έπαιξε σε μια σειρά από θεατρικά έργα στο Παρίσι όλα αυτά τα χρόνια, που εκτιμήθηκαν τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς. Τον Σεπτέμβριο του 2005 τραγούδησε άλλη μια φορά, κάνοντας περιοδεία στη Γαλλία για πρώτη φορά από το 1972. Όλες οι συναυλίες ήταν sold out. Η Λαφορέ έμεινε στη Γενεύη και απέκτησε την ελβετική υπηκοότητα.[20]
Θάνατος
Η Μαρί Λαφορέ πέθανε στις 2 Νοεμβρίου 2019 στο Ζενολιέ της Ελβετίας,[21] μια μικρή πόλη στην περιοχή Νιόν κοντά στη Γενεύη, από τις συνέπειες καρκίνου των οστών όπως αποκαλύφθηκε από μια από τις κόρες της το 2020.[22] Ήταν 80 ετών. Η κηδεία της έγινε στο Παρίσι, στην Εκκλησία του Αγίου Ευσταθίου, στις 24 Νοεμβρίου. ακολούθησε η ταφή στην οικογενειακή κρύπτη στο κοιμητήριο του Περ-Λασέζ.[11]
Ηχογραφήσεις
Φολκ
Η Λαφορέ λάτρευε τη φολκ μουσική από την αρχή της καριέρας της στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Βοήθησε στη διάδοση του τραγουδιού του Μπομπ Ντίλαν "Blowin' in the Wind" στη Γαλλία με την ερμηνεία της το 1963. Στην B-side του ίδιου EP τραγουδάει την κλασική αμερικανική φολκ μπαλάντα "House of the Rising Sun". Άλλες φολκ ηχογραφήσεις της είναι: "Viens sur la montagne",[19] μια γαλλική διασκευή του 1964 του αφροαμερικανού σπιρίτσουαλ "Go Tell It on the Mountain", που είχε ηχογραφηθεί από το αμερικανικό φολκ τρίο Peter, Paul and Mary τον προηγούμενο χρόνο, "Coule doux" (Hush-a-Bye), ένα ακόμη τραγούδι των Peter, Paul and Mary, "Sur les chemins des Andes" του 1966, μια γαλλική εκδοχή του παραδοσιακού περουβιανού τραγουδιού "El Cóndor Pasa" και "La voix du silence", μια διασκευή του 1966 της πρώτης επιτυχίας του αμερικανικού ντουέτου Simon & Garfunkel "The Sound of Silence".
Ροκ
Ηχογράφησε επίσης μερικά ροκ τραγούδια κατά τη δεκαετία του 1960, με πιο γνωστό το "Marie-douceur, Marie-colère", μια διασκευή του 1966 της επιτυχίας των Rolling Stones "Paint It Black". Μια άλλη δημοφιλής ηχογράφηση ήταν το "A Demain, my darling" του 1965, γνωστό στους αγγλόφωνους ως "The Sha La La Song" που έγραψε η Μαριάν Φέιθφουλ στο πρώτο άλμπουμ της με το όνομά της.
Ποπ
Μερικά από τα πιο αξιομνημόνευτα ποπ τραγούδια της είναι αυτά που έγραψε ή ενοσχήστρωσε ο Γάλλος συνθέτης Αντρέ Ποπ, όπως τα "Entre toi et moi", "L'amour en fleurs", "Les noces de campagne", "Mon amour, mon ami", και "Μάντσεστερ και Λίβερπουλ". Η μελωδία του τελευταίου τραγουδιού έγινε δημοφιλής στην πρώην Σοβιετική Ένωση ως μουσική υπόκρουση στο μετεωρολογικό δελτίο του τηλεοπτικού ειδησεογραφικού προγράμματος Βρέμια τη δεκαετία του 1970.[23]
Άλλα μουσικά είδη
Η απαλή, γλυκόπικρη και ελάχιστα ενορχηστρωμένη μπαλάντα "Je voudrais tant que tu comprennes" (1966), σε σύνθεση του Φρανσίς Λε, είναι ένα από τα αγαπημένα της Μαρί Λαφορέ. Αποδόθηκε φόρος τιμής στο τραγούδι τη δεκαετία του 1980, όταν η Γαλλίδα ποπ σούπερ σταρ Μιλέν Φαρμέρ το πρόσθεσε στο ρεπερτόριο των συναυλιών της.
Η επιτυχία του 1973 "Viens, viens" ήταν μια διασκευή του γερμανικού τραγουδιού "Rain, Rain, Rain".
Η επιτυχία του 1977 της Λαφορέ "Il a neigé sur Yesterday" ίσως η πιο γνωστή ηχογράφησή της και γράφτηκε από τον μουσικό Ζαν-Κλοντ Πετίτ και τον στιχουργό Μισέλ Ζουρντάν (διάσημο για τη δουλειά του με τους Δαλιδά, Νάνα Μούσχουρη, Μισέλ Φιγκέν και Μάικ Μπραντ), ο οποίος είχε γράψει στίχους για προηγούμενα τραγούδια της Λαφορέ, όπως τα "Les vendanges de l'amour" και "L'orage".
↑«accessed 20 October 2010». 10 Ιουλίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Αυγούστου 2023. Ανακτήθηκε στις 1 Νοεμβρίου 2011.CS1 maint: Unfit url (link)
↑Λευτέρης, Παπαδόπουλος (30 Οκτωβρίου 2010). «Η κατηφόρα». ΤΑ ΝΕΑ. Ανακτήθηκε στις 5 Αυγούστου 2023.