Το κόμμα ή υποστιγμή ή υποδιαστολή ( , ) είναι σημείο στίξης. Μ' αυτό χωρίζονται μεταξύ τους τα μέρη μιας περιόδου, που περιέχουν ένα λογικό και αυτοτελές νόημα. Άλλες φορές χρησιμοποιείται σε μεγάλες φράσεις, για να δοθεί η ευκαιρία στον ομιλητή να πάρει αναπνοή ή για να βοηθηθεί στο διάβασμα ή για να προκαλέσει προσδοκία. Χωρίς κόμμα ή και με την κακή χρησιμοποίησή του, είναι δυνατή η παρερμηνεία ενός κειμένου, μια και το κόμμα συντελεί στην κατανόηση ενός κειμένου.
Στην κλασική ελληνική και λατινική γραμματεία ως κόμμα ορίζεται το «μικρό μέρος περιόδου του προφορικού ή γραπτού λόγου», το οποίο αργότερα, όταν εμφανίστηκαν τα σημεία στίξης, περιβλήθηκε ανάμεσα σε κόμματα[1].
Σε μια πρόταση βάζουμε κόμμα:
- Για να χωριστούν μεταξύ τους όμοιοι όροι, π.χ.: Φάγαμε ψωμί, ελιές και ντομάτα.
- Για να χωρίσουμε ένα μόριο ή ένα βεβαιωτικό επίρρημα στην αρχή μιας περιόδου, π.χ.: Ναι, θα έρθω.
- Για να χωρίζουμε την κλητική, π.χ.: Έλα, Μαίρη, σε περιμένουμε.
- Όταν θέλουμε να χωρίσουμε μια κύρια και μια δευτερεύουσα πρόταση: Όταν πάω στην Αθήνα, θα σου φέρω ένα καινούριο φόρεμα.
- Επίσης με κόμμα χωρίζονται οι παρενθετικές προτάσεις: Πέρασα, όπως μου είπαν, απ' το σπίτι του, μα αυτός δεν ήταν εκεί.
- Χωρίζουμε και τις προσθετικές αναφορικές προτάσεις, που δεν είναι απαραίτητα συμπληρώματα της πρώτης, π.χ.: Μας είπε για το χωριό τους, που δεν το ξέραμε μέχρι τώρα.
Υποσημειώσεις
- ↑ Το Λεξικό των Λίντελ και Σκοτ το ορίζει ως «μικρόν μέρος περιόδου, αλλαχού, κώλον, Λατ. comma».