Ο κοκκινολαίμης, από τα χαρακτηριστικότερα ωδικά πτηνά της ελληνικής και ευρωπαϊκής ορνιθοπανίδας, αποτελεί κόσμημα για τους κήπους και τα πάρκα σε όλες τις περιοχές κατανομής του. Είναι, από τα πιο κοινά πτηνά σε όλες τις χώρες όπου απαντά και, από τα πλέον αγαπητά, όχι μόνον για τα όμορφα χρώματά του, αλλά κυρίως για το δυνατό και μελωδικό τραγούδι του (βλ. Φωνή).
Η ετυμολογία των λέξεων erithacus και rubecula παραπέμπουν αμφότερες στο κύριο μορφολογικό στοιχείο του πτηνού, τον (πορτοκαλο)κόκκινο λαιμό του.
Η επιστημονική ονομασία του γένουςErithacus, αποτελεί μεσαιωνική (νεο-)λατινική ονομασία του ίδιου του πτηνού «κοκκινολαίμης».[6] Η προέλευση είναι ελληνική, εκ του ερίθακος < έριθος «ωδικό πτηνό που μαθαίνει να ψελλίζει λέξεις» (αγνώστου ετυμολογίας) και εμφανίζεται και με τους παραλλήλους τύπους εριθεύς και ερίθυλος.[7][ii] Ωστόσο, υπάρχει και η εκδοχή, ο όρος να σχετίζεται με τον αρχαίο τύπο ερεύθω «χρωματίζω κάτι ερυθρό, το κοκκινίζω» (πρβλ. το πρόσωπον ερεύθει, Ιπποκρ.), που παραπέμπει στο χαρακτηριστικό χρώμα του πτηνού. Μάλιστα, η συγκεκριμένη εκδοχή ίσως είναι πιθανότερη, [εκκρεμεί παραπομπή] διότι ετυμολογικά συνδέεται με τον τύπο της αρχαίας ισλανδικής rjōđa «ματώνω» και της αρχαίας αγγλικής rēodan «βάφω κάτι κόκκινο», που ανάγονται στην ινδοευρ. ρίζα reudh- «κόκκινος»,[8] δηλαδή με σημασία που παραπέμπει, επίσης, στο χρώμα του πτηνού.
Ο όρος rubecula, στην επιστημονική ονομασία του είδους, είναι υποκοριστικό μεγέθους (diminutive) της λέξης ruber «ερυθρός»[9] (πρβλ. frater > fratercula «φρατέρκουλα». Επομένως, η ακριβής απόδοση είναι το χαϊδευτικό «κοκκινάκος, κοκκινούλης» που, όμως δεν έχει καθιερωθεί ως λόγια απόδοση στην ελληνική γλώσσα. [iii]
Η ελληνική λαϊκή ονομασία του πτηνού, «κοκκινολαίμης», παραπέμπει στο χαρακτηριστικό χρώμα του λαιμού του. Η προέλευση της λέξης είναι, πιθανότατα, άμεση απόδοση της αγγλικής [robin] redbreast -όπως είναι η πλήρης ονομασία του πτηνού-, αλλά χρησιμοποιείται μόνο το α’ συνθετικό.[10] Ωστόσο, η ακριβής μετάφραση θα έπρεπε να είναι «κοκκινοστήθης», που απαντά ως μία (1) από τις ελληνικές λαϊκές ονομασίες του πτηνού (βλ. Άλλες ονομασίες), αλλά έχει επικρατήσει ευρέως το «κοκκινολαίμης».[11]
Οι περισσότερες λαϊκές ονομασίες στις διάφορες γλώσσες έχουν, επίσης, ως συνθετικό τη λέξη «κόκκινος», π.χ.: rouge-gorge (γαλλ.), Rotkehlchen (γερμ.), petirrojo (ισπ.), pettirosso (ιταλ.), roodborstje (ολλανδ.), κ.ο.κ.[12][13]
Το χαρακτηριστικό πορτοκαλί χρώμα του στήθους του κοκκινολαίμη, δεν έδωσε την -ορθή- ονομασία «πορτοκαλολαίμης» (sic) στο πτηνό, διότι στη μεσαιωνική Αγγλία, όπου πρωτοεμφανίστηκε η ονομασία του, το πορτοκαλί χρώμα ήταν ακόμη άγνωστο ως όρος. Μάλιστα, για πρώτη φορά αναφέρεται το συγκεκριμένο χρώμα, από την εποχή που εισήχθησαν στη χώρα τα πρώτα πορτοκάλια, γύρω στον 15ο αιώνα. Από την αγγλική γλώσσα δανείστηκαν την ονομασία οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ως εκ τούτου, η αρχική -λανθασμένη ονομασία- παρέμεινε ως είχε.[10]
Συστηματική Ταξινομική
Το είδος περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Λινναίο ως Motacilla rubecula (Σουηδία, 1758).[14] Μεταφέρθηκε στο σημερινό του γένος, από τον Γάλλο φυσιοδίφη και ζωολόγο Ζορζ Κυβιέ (Georges Cuvier, 1769-1832) το 1800.[15]
Το γένοςErithacus, παλαιότερα, ταξινομείτο στην οικογένειαTurdidae μαζί με τις τσίχλες, ωστόσο μοριακά δεδομένα υποστήριξαν την άποψη ότι το γένος πρέπει να ταξινομηθεί στην οικογένεια Muscicapidae, κάτι που έγινε αποδεκτό.
Ωστόσο, το γένοςErithacus, κατ’ άλλους ερευνητές είναι μονοτυπικό δεν περιλαμβάνει, δηλαδή, περαιτέρω κατώτερες ιεραρχικά ταξινομικές μονάδες,[2] κατ’ άλλους, όμως, περιλαμβάνει δύο είδη ακόμη, τα Erithacus akahige και E. komadori.[16] Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για τη διευθέτηση του προβλήματος, δεδομένου ότι τα δύο αυτά είδη είναι πολύ απομακρυσμένα γεωγραφικά (Ιαπωνία, Άπω Ανατολή), από τον «τυπικό» κοκκινολαίμη και πλησιάζουν περισσότερο προς τα αηδόνια (Luscinia spp. ).[17]
Οι πληθυσμοί των Καναρίων Νήσων
Μεγάλο ταξινομικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι πληθυσμοί των Καναρίων Νήσων. Συγκεκριμένα, είχε προταθεί, οι πληθυσμοί των δύο μεγάλων νησιών να γίνουν ξεχωριστά είδη: E. superbus, στην Τενερίφη και E. marionae στην Γκραν Κανάρια, εξ αιτίας σημαντικής γενετικής απομόνωσης. Πράγματι, δεδομένα b κυτοχρωμικής ακολουθίας και διαφορές στη φωνή[18] δείχνουν ότι, οι πληθυσμοί των δύο αυτών νησιών είναι διακριτοί και προήλθαν από «αποικισμό» ηπειρωτικών πληθυσμών, περίπου 2 εκατ. χρόνια πριν, πρώτα στην Γκραν Κανάρια και κατόπιν στην Τενερίφη.[19] Επίσης, αρχικές μετρήσεις έδειξαν μεγαλύτερες πτέρυγες κατά 10% στα πουλιά της Τενερίφης.[20]
Αυτή η κατάσταση, ωστόσο, βασίζεται ακόμη σε μικρό επίπεδο διαφοροποίησης και τυχόν ταξινομική διάκριση μεταξύ των πληθυσμών πιθανότατα δεν δικαιολογείται, χωρίς περαιτέρω επιβεβαιωμένες διαφορές στους μορφολογικούς χαρακτήρες,[14] οπότε οι δύο πληθυσμοί παρέμειναν ως υποείδος (E. r. superbus) (βλ. και Γεωγραφική κατανομή υποειδών). Γενικότερα, η γεωγραφική διαφοροποίηση μεταξύ των ευρωπαϊκών υποειδών είναι εξαιρετικά μικρή, με σημαντική υβριδοποίηση μεταξύ τους.
Σε αντίθεση με τους πληθυσμούς της Γκραν Κανάρια και της Τενερίφης, εκείνοι των Δ. Καναρίων φαίνεται να προήλθαν από πληθυσμούς μεταγενέστερους φυλογενετικά, αρχίζουν πρόσφατα να εξελίσσονται και μοιάζουν πολύ με εκείνους της ηπειρωτικής Ευρώπης, γι’ αυτό και παραμένουν στο ίδιο υποείδος (E. r. rubecula) με αυτούς.[10]
Τέλος, δεν αποτελεί έκπληξη ότι, οι πληθυσμοί των νήσων Φουερτεβεντούρα και Λανθαρότε είναι εκείνοι της ηπειρωτικής Ευρώπης (E. r. rubecula), δεδομένου ότι δεν αναπαράγονται στα νησιά και, πηγαίνουν εκεί για να διαχειμάσουν.[19]
Γεωγραφική κατανομή υποειδών
Το είδος εμφανίζει φάσμα κατανομής στον Παλαιό Κόσμο (Ευρασία και Αφρική), όπου απαντά σε όλες τις μορφές μετακίνησης (επιδημητικό, καλοκαιρινό αναπαραγόμενο, διαχειμάζον και μεταναστευτικό πτηνό).
Γενικά, εξαπλώνεται στην Ευρασία, από την ακτή του Ατλαντικού μέχρι τη Δ. Σιβηρία και στη Β. Αφρική, από το Μαρόκο έως την Αίγυπτο. Δεν έχει αναφερθεί από την Ισλανδία, αλλά στα βόρεια φθάνει μέχρι τις απώτατες ακτές της Νορβηγίας.
Οι προσπάθειες για την εισαγωγή του κοκκινολαίμη στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία στο τελευταίο μέρος του 19ου αιώνα, ήσαν ανεπιτυχείς. Τα πουλιά απελευθερώθηκαν γύρω από τη Μελβούρνη, το Ώκλαντ, το Κράιστσερτς, το Ουέλινγκτον και το Ντάνεντιν, από διάφορες τοπικές Οργανώσεις Εγκλιματισμού (Acclimatisation Societies), ουδείς πληθυσμός, ωστόσο, εδραιώθηκε. Παρόμοια κατάληξη είχαν προσπάθειες στη Βόρεια Αμερική, μετά από απελευθέρωση πληθυσμών στο Λονγ Άιλαντ (Long Island) της Νέας Υόρκης το 1852, το Όρεγκον (1889 – 1892), και το Saanich στη Βρετανική Κολομβία του Καναδά, το 1908 – 1910.[21]
Στην Ευρώπη, ο κοκκινολαίμης είναι καθιστικό πτηνό σε μεγάλο μέρος της ηπείρου (δυτικά, κεντρικά και νότια), ενώ έρχεται το καλοκαίρι για να αναπαραχθεί σε μεγάλο μέρος της ανατολικής ηπείρου και στη Σκανδιναβία. Ωστόσο, στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και της Αδριατικής, έρχονται διαχειμάζοντες πληθυσμοί.
Στην Ασία, το είδος έχει μικρή εξάπλωση, φθάνοντας μέχρι τη Μέση ανατολή και το Ιράν στα ανατολικά και, μέχρι το Κατάρ στα νότια (καθιστικοί και διαχειμάζοντες πληθυσμοί). Ανατολικά εξαπλώνεται μέχρι τις βορειοδυτικές παρυφές των Ορέων Αλτάι (αναπαραγόμενοι καλοκαιρινοί πληθυσμοί).
Τέλος, η Αφρική αποτελεί τόπο μόνιμης παρουσίας αλλά και διαχείμασης του είδους μόνο στις παραμεσόγειες χώρες, ενώ νότια φθάνει μέχρι το κέντρο της Αλγερίας, περίπου.[22]
Αρ.
Υποείδος
Περιοχές αναπαραγωγής (επιδημητικό ή/και καλοκαιρινός επισκέπτης)
Είναι το κύριο ευρωπαϊκό υποείδος. Οι πληθυσμοί των Αζορών και της Μαδέρα, από κάποιοιους ερευνητές θεωρούνται ως ξεχωριστό υποείδος (E. r. microrhynchos)
Έντονος, λευκός οφθαλμικός δακτύλιος και έντονα χρωματισμένο στήθος που διαχωρίζεται από τον καφετί χρωματισμό του υπολοίπου σώματος με πλατύ γκρίζο περιθώριο. Η κοιλιά είναι εντελώς λευκή.
(σημ. με έντονα γράμματα το υποείδος που απαντά στον ελλαδικό χώρο)
Μεταναστευτική συμπεριφορά
Ο κοκκινολαίμης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μερικώς μεταναστευτικό είδος, με μεγάλο τμήμα των πληθυσμών του να παραμένει στην ίδια περιοχή (κυρίως στα νότια και νοτιοανατολικά), καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και, με το υπόλοιπο τμήμα να πραγματοποιεί καλοκαιρινά ταξίδια για να φωλιάσει, είτε φθινοπωρινά για ξεχειμώνιασμα (κυρίως στα βορειοανατολικά του φάσματος κατανομής).
Ωστόσο, ακόμη και οι καθιστικοί (επιδημητικοί) πληθυσμοί, πραγματοποιούν τοπικές μετακινήσεις, «κατεβαίνοντας» τον χειμώνα σε μικρότερα υψόμετρα. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι κοκκινολαίμηδες είναι πιο συνηθισμένοι στα πάρκα και τους κήπους των πόλεων, μετά το φθινόπωρο.
Τα αρσενικά τείνουν να είναι πιο καθιστικά από τα θηλυκά. Τα ταξίδια πραγματοποιούνται κυρίως κατά τη διάρκεια της νύκτας, ενώ οι τοπικές μετακινήσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Οι κύριες περιοχές διαχείμασης βρίσκονται νότια και νοτιονατολικά σε όλη την Ευρώπη και τη ΒΔ. Αφρική, ωστόσο αρκετά πουλιά ακολουθούν τη γραμμή από τη Ν. Δανία στον Βόσπορο (Τουρκία), και από τη Ν. Σουηδία στη ΒΑ. Πολωνία. Οι πληθυσμοί της Κ. Ευρώπης μεταναστεύουν σε μεγάλο ποσοστό. Επίσης, παρατηρούνται αξιοσημείωτες συγκεντρώσεις στη λεκάνη της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών όπου δεν αναπαράγονται, π.χ. μέρη της Ιβηρικής, οι Δαλματικές ακτές, η Ν. Τουρκία και τα περισσότεροι νησιά της Μεσογείου.
Το φθινόπωρο πέρασμα πραγματοποιείται σε ευρύ μέτωπο, στην περιοχή της Βαλτικής από τα μέσα Αυγούστου έως τις αρχές Νοεμβρίου, με κορύφωση στα τέλη Σεπτεμβρίου και τον Οκτώβριο. Η αποδημία στα νότια φαίνεται να ξεκινάει λίγο αργότερα από ό, τι στο βορρά, καθώς επίσης και με ελαφρά τάση στους ενήλικες να φεύγουν αργότερα από τα νεαρά άτομα. Η άφιξη στους τόπους διαχείμασης στην Ανδαλουσία (Ισπανία) αρχίζει από τις αρχές Σεπτεμβρίου και κορυφώνεται τον Οκτώβριο, ενώ στη Β. Αφρική στα τέλη Σεπτεμβρίου (σπάνια από τα τέλη Αυγούστου), με μεγαλύτερη εισροή κατά το μήνα Οκτώβριο. Οι περισσότερες καταγραφές από τις οάσεις της Σαχάρας είναι από τα τέλη Δεκεμβρίου μέχρι τον Μάρτιο.
Η επιστροφή ξεκινάει ήδη από τις αρχές Φεβρουαρίου, κυρίως κατά μήκος των ακτών της Αλγερίας και του Μαρόκου. Μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου, τα πρώτα πουλιά φτάνουν στην Ελβετία και τη Ν. Γερμανία, (σπάνια στη Ν. Νορβηγία). Η κορύφωση της εαρινής μετανάστευσης είναι τον Μάρτιο, αλλά οι πληθυσμοί στα Ουράλια φθάνουν στις αρχές Μαΐου.[25]
Στην Ελλάδα, ο κοκκινολαίμης είναι τόσο επιδημητικόείδος, μένει δηλαδή στις ίδιες περιοχές όλο το έτος, κυρίως στη βόρεια και κεντρική χώρα,[26][27] με μικρές «υψομετρικές» μετακινήσεις τον χειμώνα, όσο και χειμερινός επισκέπτης από βορειότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Από την Κρήτη και την Κύπρο αναφέρεται ως κοινός χειμερινός επισκέπτης.[28][29]
Βιότοπος
Ο κοκκινολαίμης αναπαράγεται σε φυσικές δασικές περιοχές με πλούσιο υποόροφο, όπου τοπικά αποτελεί πολύ κοινό πτηνό. Μερικές φορές «ακολουθεί» τις φυσικές διόδους των κωνοφόρων στον δασικό υποόροφο, σε ορισμένα τμήματα της επικρατείας του.[14] Ωστόσο, καθ’όλη τη διάρκεια του έτους, ιδιαίτερα τον χειμώνα, γεμίζει τα πάρκα των πόλεων όπου υπάρχουν πυκνοί θάμνοι για κάλυψη και τους κήπους των σπιτιών, ενώ μπορεί να «κατεβεί» μέχρι και στις ακτές.[30] Σε πιο ανοικτές περιοχές, απομακρυσμένες από τον οικιστικό ιστό, χρειάζεται πλούσια φυτική βλάστηση. Τα θηλυκά κινούνται σε μικρή απόσταση από το χώρο φωλιάσματος για τη χειμερινή διατροφή τους, ενώ τα αρσενικά τείνουν να παραμένουν στις ίδιες περιοχές όλο το έτος.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο η στατιστική ανάλυση των 5 πρώτων προτιμητέων οικοσυστημάτων, δίνει κατά σειράν τα εξής αποτελέσματα: Δάση Πλατύφυλλων, Κωνοφόρα, Θαμνότοποι, Χωριά, Λειμώνες.[9]
Στην Ελλάδα, ο κοκκινολαίμης απαντά σε δάση, άλση, χαμόκλαδα, φράκτες και κήπους[26] (βλ. και Κατάσταση στην Ελλάδα).
Μορφολογία
Ο κοκκινολαίμης αποτελεί από τα πιο αναγνωρίσιμα ωδικά πτηνά, με τη χαρακτηριστική πορτοκαλί περιοχή στο μέτωπο, το εμπρόσθιο τμήμα του λαιμού και το στήθος των ενηλίκων ατόμων. Αυτή η περιοχή διαχωρίζεται με ανοικτόχρωμη γκριζοκυανή περιφέρεια από το υπόλοιπο σώμα. Έχει στρουμπουλό παρουσιαστικό, με κοντό λαιμό και λεπτό, μυτερό ράμφος. Τα ωτικά καλυπτήρια είναι γκρίζα. Το στέμμα και η άνω επιφάνεια του σώματος, ανάλογα με το υποείδος, ποικίλλουν από καφετί έως ελαιοκαστανά, οι πλευρές (flanks) είναι καφεκίτρινες, ενώ η κοιλιά είναι λευκωπή. Οι σχετικά μακρείς ταρσοί και τα πόδια έχουν καφέ χρώμα, ενώ η ίριδα και το ράμφος είναι μαύρα. Ο οφθαλμός περιβάλλεται από οφθαλμικό δακτύλιο που, ανάλογα με το υποείδος μπορεί να είναι από ανεπαίσθητος έως έντονος.
Τα φύλα είναι παρόμοια, αλλά τα νεαρά άτομα διαφέρουν από τους γονείς διότι φέρουν χαρακτηριστικές καφετί-λευκές κηλίδες (mottled) σε όλο το σώμα και το στήθος, που σταδιακά αντικαθίστανται από την πορτοκαλί περιοχή των ενηλίκων. Μοιάζουν πολύ με τα μικρά του αηδονιού, αλλά έχουν μικρότερη, καφέ και όχι κόκκινη ουρά. Οι άκρες των πηδαλιωδών φτερών της ουράς είναι πολύ μυτερές (πιο αμβλείες στους ενήλικες).
Η διατροφή του κοκκινολαίμη αποτελείται κυρίως από χερσαία ασπόνδυλα, όπως αράχνες και γεωσκώληκες, αλλά και έντομα, ιδιαίτερα προνύμφες των σκαθαριών (mealworms). Το φθινόπωρο και τον χειμώνα, συμπληρώνει τη δίαιτά του με σπέρματα και σωροκάρπια (άγρια βατόμουρα). Η αναζήτηση της τροφής γίνεται κυρίως στο έδαφος, ενώ πολύ συχνά επισκέπτεται τις τεχνητές ταΐστρες.[36] Σπανιότερα, μπορεί να τρέφεται με μικρά σπονδυλόζωα (σαύρες, μικρά ψάρια), σπιτικό φαγητό,[32] ακόμη και υπολείμματα θνησιμαίων,[14] ενώ αναφέρεται ότι λατρεύει το λαρδί.[32]
Ηθολογία
Ο κοκκινολαίμης είναι ημερόβιο πτηνό, αν και έχει αναφερθεί να δραστηριοποιείται κυνηγώντας έντομα τις νύκτες με φεγγάρι ή κοντά σε τεχνητό φως.[42] Στο έδαφος, υιοθετεί ορθή στάση και μετακινείται με μικρά πηδηματάκια, συχνά ανοιγοκλείνοντας τις πτέρυγες και κουνώντας πάνω-κάτω την ουρά του.[30][32]
Είναι αρκετά εξοικειωμένος με τον άνθρωπο, ιδιαίτερα στη Β. Ευρώπη. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία πλησιάζει άφοβα όσους ασχολούνται με κηπευτικές εργασίες, για να ελέγξει το φρεσκοσκαμμένο χώμα για γαιοσκώληκες ή έντομα. Θεωρείται πολύ αγαπητό πτηνό και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι άνθρωποι δεν το βλάπτουν. Στην ηπειρωτική Ευρώπη, από την άλλη πλευρά, οι κοκκινολαίμηδες έχουν κυνηγηθεί όπως τα περισσότερα άλλα μικρά πουλιά, και είναι πιο επιφυλακτικοί.[43] Επίσης, προσεγγίζουν αγριογούρουνα, ή άλλα ζώα που συνηθίζουν να σκαλίζουν το έδαφος, για να αναζητήσουν οποιαδήποτε λεία που θα μπορούσε να έλθει στην επιφάνεια. Τα θηλυκά μετακινούνται σε μικρή απόσταση από τα καλοκαιρινά εδάφη φωλιάσματος, σε περιοχή που είναι πιο κατάλληλη για τη χειμερινή διατροφή τους. Τα αρσενικά παραμένουν στις ίδιες θέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Παρά το μικρό τους μέγεθος, οι κοκκινολαίμηδες έχουν καταγραφεί για εξαιρετικά επιθετική, εδαφική συμπεριφορά μεταξύ τους. Επιτίθενται σε όσα άτομα εισέρχονται στο έδαφός τους, ενώ έχουν παρατηρηθεί να επιτίθενται και σε άλλα πουλιά, ακόμη και μεγαλύτερου μεγέθους χωρίς προφανή πρόκληση.[25] Τέτοιες επιθέσεις, μερικές φορές μπορεί να οδηγήσουν σε θανάτους, που αντιπροσωπεύουν έως και το 10% των θανάτων ενηλίκων ατόμων σε ορισμένες περιοχές. Είναι χαρακτηριστικό ότι, τόσο τα αρσενικά όσο και τα θηλυκά είναι έντονα εδαφικά πουλιά.[32]
Λόγω της υψηλής θνησιμότητας κατά το πρώτο έτος της ζωής τους, οι κοκκινολαίμηδες έχουν προσδόκιμο ζωής μόλις 1,1 χρόνια, κατά μέσον όρο. Ωστόσο, η μέγιστη καταγεγραμμένη διάρκεια ζωής είναι τα 12 έτη.[44] Κάποιοι χειμώνες με πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε σημαντική θνησιμότητα πληθυσμών.[45] Το είδος παρασιτείται από τον ψύλλοDasypsyllus gallinulae.[46]
Αντίληψη μαγνητικών πεδίων
Ο κοκκινολαίμης έχει μελετηθεί εκτενώς για την ικανότητά του να ανιχνεύει μαγνητικά πεδία (magnetoreception), μέσω της όρασης, κάτι που εκμεταλλεύεται κατά τις μεταναστεύσεις του. Ο φυσικός μηχανισμός αυτής της ικανότητας, δεν είναι πλήρως κατανοητός, αλλά μπορεί να περιλαμβάνει κβαντική διεμπλοκήηλεκτρονίων, μέσω της ιδιοστροφορμής τους (σπιν.[47]
Φωνή
Ο κοκκινολαίμης έχει χαρακτηριστικό κάλεσμα που αποτελείται από πολλά δυνατά τικ, τα οποία ακούγονται με μικρές παύσεις μεταξύ τους, ένας ήχος ιδιαίτερα οικείος στους κήπους των σπιτιών, ιδιαίτερα τον χειμώνα.
Το τραγούδι του, το οποίο αρθρώνεται από χαμηλό πόστο (low perch),[36] είναι πολύ όμορφο, φλουταριστό και με διανθίσματα, που ακούγεται όλες τις εποχές, ιδιαίτερα κατά την αναπαραγωγική περίοδο. Μάλιστα, συχνά τραγουδάει το βράδυ, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να το συγχέουν με το τραγούδι του αηδονιού, αλλά ο μεγάλος τραγουδιστής της φύσης έχει πιο περίπλοκο, έντεχνο κελάηδημα, διανθισμένο με εξαιρετικές παραλλαγές και ιδιαίτερα ενδιάμεσα φωνήματα που λείπουν από τον κοκκινολαίμη. Το νυκτερινό τραγούδι στην πόλη ακούγεται σε χώρους που είναι θορυβώδεις κατά τη διάρκεια της ημέρας, ενώ το βράδυ είναι πιο ήσυχα και, το «μήνυμά» τους μπορεί να μεταδοθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια. Τόσο το αρσενικό, όσο και το θηλυκό τραγουδούν κατά τη διάρκεια του χειμώνα, όταν κατέχουν ξεχωριστά εδάφη, οπότε το τραγούδι ηχεί πιο «παραπονεμένο» από την καλοκαιρινή εκδοχή.[43]
Η αναπαραγωγική περίοδος είναι από τις αρχές Απριλίου μέχρι τα μέσα Ιουνίου στα βρετανικά νησιά και, από τα τέλη Απριλίου έως τα τέλη Ιουλίου στην Κ. Ευρώπη. Στα νότια αρχίζει από τα τέλη Απριλίου, ενώ στη Β. Ρωσία από τα μέσα Μαΐου.[14] Ωστόσο, κάποια μεμονωμένα άτομα, μπορεί να αναπαράγονται ήδη από τον Ιανουάριο.[25]
Στις δασικές περιοχές όπου συχνάζει (βλ. Βιότοπος), ο κοκκινολαίμης φωλιάζει στην πυκνή βλάστηση και περιστασιακά στους μεγάλους δενδρόκηπους (orchards). Η φωλιά κατασκευάζεται χαμηλά σε ένα κορμό δένδρου, ή σε κάποιο πεσμένο κούτσουρο, στις ρίζες των φυτών της πυκνής βλάστησης ή στην όχθη ενός ρέματος.[48]
Οι κοκκινολαίμηδες επιλέγουν πολύ μεγάλο «φάσμα» θέσεων για την κατασκευή της φωλιάς τους, στην πραγματικότητα οτιδήποτε μπορεί να προσφέρει στοιχειώδη κάλυψη, όπως κάποια εσοχή ή μια απλή τρύπα. Ειδικά στις κατοικημένες περιοχές, διάφορα εγκαταλειμμένα αντικείμενα μπορεί να αποτελούν θέσεις ωοτοκίας, μιάς και το μέγεθος των αβγών είναι πολύ μικρό. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται πάγκοι, κομμάτια από κινητήρες ή άλλα μηχανήματα, ψησταριές, παλιές σκούπες, βραστήρες, ποτιστήρια, γλάστρες, ακόμη και κονσερβοκούτια,[32] καπέλα ή τιμόνια ποδηλάτων.
Η φωλιά αποτελείται από βρύα, φύλλα και χόρτα, με λεπτό γρασίδι, μαλλί και -σπανιότερα- φτερά για επίστρωση. Η ωοτοκία πραγματοποιείται δύο φορές σε κάθε αναπαραγωγική περίοδο, μερικές φορές μέχρι και τρεις.[48]
Η γέννα αποτελείται από (3-) 5 με 6 (-9) αβγά, διαστάσεων 19,9 Χ 15,4 χιλιοστών[48] και βάρους 2,4 γραμμαρίων, εκ των οποίων ποσοστό 6% είναι κέλυφος.[49] Η επώαση πραγματοποιείται μόνον από το θηλυκό, ενώ ο εφοδιασμός με τροφή γίνεται από το αρσενικό, 3 φορές κάθε ώρα, περίπου.[25] Η διάρκεια της επώασης είναι 12-15 ημέρες. Οι νεοσσοί είναι φωλεόφιλοι και καλύπτονται από λεπτό χνούδι. Επιτηρούνται και από τους δύο γονείς, με το θηλυκό να αναλαμβάνει αρχικά τη σίτιση, ενώ το αρσενικό τροφοδοτεί όλη τη φωλιά. Εάν υπάρξει αλληλοεπικαλυπτόμενη γέννα, το αρσενικό αναλαμβάνει την αρχική.[48] Οι νεοσσοί πτερώνονται στις 12-15 ημέρες,[35] ενώ ανεξαρτητοποιούνται από τη φωλιά στις 3 εβδομάδες, περίπου.[25]
Κατάσταση πληθυσμού
Το είδος δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερους κινδύνους, εκτός από τις απώλειες που υφίστανται οι πληθυσμοί του σε κάποιους βαρείς χειμώνες, γι’ αυτό η IUCN το κατατάσσει στα Ελαχίστης Ανησυχίας (LC).[22] Οι ευρωπαϊκοί πληθυσμοί αποτελούν το 75% του παγκόσμιου πληθυσμού αναπαραγωγής και παρέμειναν σταθεροί μεταξύ 1970-1990. Αν και υπήρξε μείωση στη Σουηδία κατά τη διάρκεια των ετών 1990-2000, οι απώλειες αυτές αντισταθμίστηκαν από την αύξηση των πληθυσμών στη Γαλλία, όπου καταγράφονται οι μεγαλύτεροι πληθυσμοί μετά τη Ρωσία.[50]
Κατάσταση στην Ελλάδα
Ο κοκκινολαίμης φωλιάζει σε όλα τα ηπειρωτικά, αλλά μόνο σε κάποια νησιά (Κεφαλονιά, Κέρκυρα, Λέσβο, πιθανόν Σαμοθράκη), συνήθως μεταξύ 600 και 2.000 μέτρων. Στη ΒΔ. Πελοπόννησο μπορεί να αναπαράγεται στο επίπεδο της θάλασσας, σε ελαιώνες ή μακία γη, ενώ πολύ πιο κοινός είναι στη Β. Ελλάδα. Γενικά, είναι καθιστικό πτηνό στη χώρα, με μικρές «υψομετρικές» μετακινήσεις κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ενώ μεγάλοι πληθυσμοί εισρέουν στη χώρα από τα βόρεια, κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου. Έτσι, αποτελεί, τοπικά, ένα από τα κοινότερα πουλιά στην Ελλάδα.[51]
Στον πολιτισμό
Ο κοκκινολαίμης κατέχει περίοπτη θέση στην ευρωπαϊκή λαογραφία, κυρίως στη Βρετανία και τη ΒΔ. Γαλλία.[52] Επίσης, ήταν ιερό πουλί του Θωρ, θεού του κεραυνού στη σκανδιναβική μυθολογία.[53] Στο παραδοσιακό παιδικό παραμύθι Παιδιά στο Δάσος (Babes in the Wood), οι κοκκινολαίμηδες καλύπτουν τα νεκρά σώματα των παιδιών.[54]
Πιο πρόσφατα, ο κοκκινολαίμης έχει συνδεθεί έντονα με τα Χριστούγεννα, έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολλές κάρτες των Χριστουγέννων από τα μέσα του 19ου αιώνα.[54] Έχει επίσης εμφανιστεί σε πολλά χριστουγεννιάτικα γραμματόσημα, ενώ ο θρύλος λέει ότι παραδίδουν τις Χριστουγεννιάτικες κάρτες. Η σύνδεση με τα Χριστούγεννα πιθανόν προέκυψε από το γεγονός ότι οι ταχυδρόμοι στη βικτοριανή Βρετανία φορούσαν κόκκινα πανωφόρια και είχαν το παρατσούκλι Robin «κοκκινολαίμης».[32]
Ένα όμορφο, παλιό βρετανικό λαϊκό παραμύθι επιδιώκει να εξηγήσει το χρώμα στο στήθος του κοκκινολαίμη. Ο θρύλος λέει ότι, όταν ο Ιησούς πέθαινε στο σταυρό, ο κοκκινολαίμης, που τότε είχε καφέ χρώμα, πέταξε προς το μέρος του και τραγούδησε στο αυτί του για να τον παρηγορήσει στον πόνο του. Το αίμα από τις πληγές του Ιησού χρωμάτισαν το στήθος του πουλιού και, από τότε, όλοι οι κοκκινολαίμηδες πήραν το σημάδι του αίματος του Χριστού επάνω τους.[53][55] Παραλλαγή του θρύλου λέει ότι, το στήθος του «καψαλίστηκε» στην προσπάθειά του να κουβαλήσει νερό για τις ψυχές στο Καθαρτήριο.[54]
Το 1960 ο κοκκινολαίμης υπήρξε το «Εθνικό πτηνό» της Βρετανίας.[56] Πολλοί αθλητικοί σύλλογοι στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν το παρατσούκλι The Robins «Οι Κοκκινολαίμηδες», όπως οι ποδοσφαιρικές ομάδες Μπρίστολ, Σουίντον και Ρέξαμ.
Άλλες ονομασίες
Λόγιες
Ερί(ύ)θακος ο ερυθρόστερνος, Ερί(ύ)θακος ό ερυθρόστηθος.[57]
Λαϊκές
Στον ελλαδικό χώρο ο Κοκκινολαίμης απαντά και με τις ονομασίες Γύφταλος, Γυφτούλα, Καλόγιαννος και Καλογιάννος, Κομπογιάννης, Κοκκινοτραχηλίτσα (Καρδίτσα), Πυρρούλας, Ρούβελας, Τσιγκογιάννης (Θεσσαλία), Τσιμπογιάννης, Τσιπουργιάννης και Τσιρογιάννης (Αίγινα), Γιαννακάκι(Χανιά - Κρήτης).[57][58][59] Οι τοπικές ονομασίες Πετρίτης και Πύρρουλας[57] δεν πρέπει να συγχέονται με τις πανελλαδικές ονομασίες των φερώνυμων πτηνών, που είναι εντελώς διαφορετικά taxa.
ii.^ Η αναφορά του ωδικού πτηνού φοινίκουρος για τον κοκκινολαίμη, μπορεί αρχικά να σήμαινε το συγκεκριμένο πτηνό και όχι τον καρβουνιάρη, που ανήκει στο γένος Phoenicurus και με τον οποίο συγγενεύει. Ωστόσο η αναφορά στον πετρίτη,[7] είναι κατά πάσα πιθανότητα λανθασμένη, διότι δεν σχετίζεται με το αρπακτικό πτηνό.
iii.^ Σύμφωνα με αυτά που αναφέρονται στην ονοματολογία του είδους (βλ. Ονοματολογία), δεν έχει γίνει αποδεκτή η συγκεκριμένη απόδοση και, καταχρηστικά, προτιμάται ο όρος «ερυθρόλαιμος», για να συμβαδίζει με την απόδοση από την αγγλική (βλ. Άλλες ονομασίες).
Howard and Moore, Checklist of the Birds of the World, 2003.
Bergmann, H. H. & Schottler, B. (2001): Tenerife robin Erithacus (rubecula) superbus - a species of its own? Dutch Birding 23: 140–146.
Bertel Bruun, Birds of Britain and Europe, Hamlyn 1980.
Bob Scott and Don Forrest, The Birdwatcher’s Key, Frederick Warne & Co, 1979
Christopher Perrins, Birds of Britain and Europe, Collins 1987.
Colin Harrison & Alan Greensmith, Birds of the World, Eyewitness Handbooks, London 1993
Colin Harrison, Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds, Collins, 1988.
Dennis Avon and Tony Tilford, Birds of Britain and Europe, a Guide in Photographs, Blandford 1989
Detlef Singer, Field Guide to Birds of Britain and Northern Europe, The Crowood Press, Swindon 1988
Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East, Collins, 1995
Jim Flegg, Field Guide to the Birds of Britain and Europe, New Holland, London 1990
Rob Hume, RSPB Complete Birds of Britain and Europe DK, 2002
Mary Taylor Gray, The Guide to Colorado Birds, Westcliffe Publishers, 1998
Peter Colston and Philip Burton, Waders of Britain and Europe, Hodder & Stoughton, 1988
Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, ΕΟΕ, 2007
Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, Collins
Handrinos & Akriotis, The Birds of Greece, Helm 1997
R. Grimmett, C. Inskipp, T. Inskipp, Birds of Nepal, Helm 2000
Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κρήτης, Ευσταθιάδης, 1989
Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κύπρου, Ευσταθιάδης, 1991
Πάπυρος Λαρούς, εκδ. 1963 (ΠΛ)
Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
Ιωάννη Όντρια (I), Πανίδα της Ελλάδας, τόμος Πτηνά.
Ιωάννη Όντρια (II), Συστηματική Ζωολογία, τεύχος 3.
Ντίνου Απαλοδήμου, Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας, 1988.
Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΕΕ), ΕΟΕ 1994
«Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας», Αθήνα 1992
Ιωάννου Χατζημηνά, Επίτομος Φυσιολογία, εκδ. Γρ. Παρισιάνου, Αθήνα 1979
Βασίλη Κλεισούρα, Εργοφυσιολογία, εκδ. Συμμετρία, Αθήνα 1990
Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002
Valpy, Francis Edward Jackson, An Etymological Dictionary of the Latin Language
Linnaeus, Carolus (1758). Systema naturae per regna tria naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis. Tomus I. Editio decima, reformata (in Latin). Holmiae (Laurentii Salvii).
Πηγές
BirdLife International. 2004. Birds in Europe: population estimates, trends and conservation status. BirdLife International, Cambridge, U.K.
Cooper, JC (1992). Symbolic and Mythological Animals. London: Aquarian Press. p. 194. ISBN 1-85538-118-4.
Cuvier, G. (1800) Lecons d'Anatomie Comparée Paris.
de Vries, Ad (1976). Dictionary of Symbols and Imagery. Amsterdam: North-Holland Publishing Company. pp. 388–89. ISBN 0-7204-8021-3
Dietzen, C.; Witt, H.-H. & Wink, M. (2003): The phylogeographic differentiation of the robin Erithacus rubecula on the Canary Islands revealed by mitochondrial DNA sequence data and morphometrics: evidence for a new robin taxon on Gran Canaria? Avian Science 3(2-3): 115-131.
Goodall, Simon (November 2013). "European robin (Erithacus rubecula)" (in English). Greater Manchester Local Record Centre. "In Christian folklore the robin got its red breast because it plucked a thorn from Jesus’ crown-of-thorns during His crucifixion. A drop of Jesus’ blood fell on to the bird and thereafter they had a red breast – for Christians the robin has long been associated with charity and piety."
Holland J (1965). Bird Spotting. London: Blandford. p. 225.
Hume R (2002). RSPB Birds of Britain and Europe. London: Dorling Kindersley. p. 263. ISBN 0-7513-1234-7.
Hüppop, O.; Hüppop, K. 2003. North Atlantic Oscillation and timing of spring migration in birds. Proceedings of the Royal Society of London Series B 270: 233-240.
Ingersoll, Ernest (1923). "Fire-birds: The Robin and the Wren". Birds in legend, fable and folklore. New York: Longmans, Green and co.
IUCN. 2014. The IUCN Red List of Threatened Species. Version 2014.2. Available at: www.iucnredlist.org.
Jenkins, D.; Watson, A. 2000. Dates of first arrival and song of birds during 1974-1999 in mid-Deeside, Scotland. Bird Study 47: 249-251.
Jenni, L.; Kery, M. 2003. Timing of autumn bird migration under climate change: advances in long-distance migrants, delays in short-distance migrants. Proceedings of the Royal Society of London Series B 270(1523): 1467-1471.
Lack, D. (1950). Robin Redbreast. Oxford: Oxford, Clarendon Press. p. 44.
Long, John L. (1981). Introduced Birds of the World: The worldwide history, distribution and influence of birds introduced to new environments. Terrey Hills, Sydney: Reed. p. 309. ISBN 0-589-50260-3.
Palacios, César-Javier, Hallazgo en Gran Canaria de una especie de petirrojo única en el mundo (Discovery in Gran Canaria of a unique robin species in the world). Newspaper Canarias 7, 6/10/2006. Las Palmas de Gran Canaria
Pätzold R (1995). Das Rotkehlchen Erithacus rubecula. Neue Brehm-Bücherei. Magdeburg/Heidelberg: Westarp Wissenschaften/Spektrum.
Rothschild, Miriam; Clay, Theresa (1957). Fleas, Flukes and Cuckoos. A study of bird parasites. New York: Macmillan. p. 113
Seki, Shin-Ichi (2006). "The origin of the East Asian Erithacus robin, Erithacus komadori, inferred from cytochrome b sequence data". Molecular Phylogenetics and Evolution 39 (3): 899–905. doi:10.1016/j.ympev.2006.01.028. PMID 16529957.
Simpson, J., E. Weiner (eds), ed. (1989). "Robin". Oxford English Dictionary (2nd ed.). Oxford: Clarendon Press. ISBN 0-19-861186-2.
Tøttrup, A. P.; Thorup, K.; Rahbek, C. 2006. Patterns of change in timing of spring migration in North European songbird populations. Journal of Avian Biology 37: 84-92.
Vahatalo, A. V.; Rainio, K.; Lehikoinen, A.; Lehikoinen, E. 2004. Spring arrival of birds depends on the North Atlantic Oscillation. Journal of Avian Biology 35: 210-216.
Kommissar X war eine Serie von Kriminalromanen, die in der Verlagsgruppe Pabel-Moewig erschien. Im Verlauf von über 30 Jahren brachte sie es auf 1.740 Hefte in der ersten Auflage. Zudem existierte eine Taschenbuchreihe. Kommissar X Inhaltsverzeichnis 1 Geschichte 2 Inhalte 3 Verfilmungen 4 Weblinks Geschichte Die Figur des „KX“ wurde von Karl-Heinz Günther (Pseudonym: C.H. Guenter), erfunden, der als „Bert F. Island“ zwischen 1959 und 1966 auch 58 Heftromane und 51 Taschenbücher f...
يانغ زياوتيان معلومات شخصية الميلاد 26 مارس 1990 (العمر 33 سنة)شيان الطول 1.78 م (5 قدم 10 بوصة) مركز اللعب مدافع الجنسية الصين معلومات النادي النادي الحالي سانغتشو مايتي ليونز مسيرة الشباب سنوات فريق Jiangsu Youth المسيرة الاحترافية1 سنوات فريق م. (هـ.) 2010–2021 جيانغسو سونين...
Commune in Île-de-France, FranceNeuilly-sur-MarneCommuneThe town hall of Neuilly-sur-Marne Coat of armsParis and inner ring departmentsLocation of Neuilly-sur-Marne Neuilly-sur-MarneShow map of FranceNeuilly-sur-MarneShow map of Île-de-France (region)Coordinates: 48°51′13″N 2°32′56″E / 48.853733°N 2.549027°E / 48.853733; 2.549027CountryFranceRegionÎle-de-FranceDepartmentSeine-Saint-DenisArrondissementLe RaincyCantonGagnyIntercommunalityGrand ParisGovernm...
British electric multiple unit train British Rail Class 322Greater Anglia Class 322 at London Liverpool Street in April 2021Refurbished Northern Rail interiorIn service1990 – August 2022[1]ManufacturerBritish Rail Engineering LimitedBuilt atHolgate Road Works, YorkFamily nameBR Second Generation (Mark 3)ReplacedClass 305Constructed1990Refurbished2005–2007 (at Hunslet-Barclay, Kilmarnock)Scrapped2022Number built5[2]Number scrapped5SuccessorClass 331 (Northern)Class 720 (Gre...
Esta página cita fontes, mas que não cobrem todo o conteúdo. Ajude a inserir referências. Conteúdo não verificável pode ser removido.—Encontre fontes: ABW • CAPES • Google (N • L • A) (Janeiro de 2020) Supergêmeos Arte de Alex Ross Informações gerais Primeira aparição Histórica: Super Amigos # 7 (Outubro de 1977)[1] Moderna: Justiça Extrema # 9 (outubro de 1995) Criado por E. Nelson Bridwell Editora DC Comics Info...
Football tournament season 1950 National Challenge CupDewar Challenge CupTournament detailsCountry United StatesFinal positionsChampionsSimpkins-FordRunner-upPonta Delgada← 19491951 → The 1950 National Challenge Cup was the 36th edition of the United States Soccer Football Association's annual open cup. Today, the tournament is known as the Lamar Hunt U.S. Open Cup. Teams from the American Soccer League II competed in the tournament, based on qualification methods i...
2015 single by Chic featuring Nile RodgersI'll Be ThereSingle by Chic featuring Nile RodgersReleasedMarch 20, 2015Recorded2014GenreDisco, dance-pop, electrofunk, houseLength5:13LabelWarner Bros RecordsSongwriter(s)Bernard EdwardsNile RodgersProducer(s)Bernard EdwardsNile RodgersChic singles chronology Get Lucky (with Daft Punk and Pharrell Williams) (2013) I'll Be There (2015) Back In the Old School (2015) Nile Rodgers singles chronology Number 1(2014) I'll Be There(2015) Magic(2015) ...
У этого термина существуют и другие значения, см. Стэнли. ГородСтэнлиStanley Вид на Стэнли с подъёма на гору Нат 40°45′45″ ю. ш. 145°17′30″ в. д.HGЯO Страна Австралия Штат Тасмания История и география Основан 1826 Часовой пояс UTC+10:00, летом UTC+11:00 Население Население 476 ч...
Demographics and culture of Hong Kong Demographics Census Health Hongkongers Hong Kong resident Hong Kong identity card Languages Religion Right of abode Culture Cinema Comics Cuisine Media Music Opera Public holidays Shopping Sport Literature Visual art Slang Other Hong Kong topics Economy Education Geography History Politics vte Hong Kong counts approximately 600 temples, shrines and monasteries. While Buddhism and Christianity are the most widely practiced religions, most religions are rep...
American politician (1847–1918) Ben TillmanUnited States Senatorfrom South CarolinaIn officeMarch 4, 1895 – July 3, 1918Preceded byMatthew ButlerSucceeded byChristie Benet84th Governor of South CarolinaIn officeDecember 4, 1890 – December 4, 1894LieutenantEugene B. Gary (1890–1893)Washington H. Timmerman (1893–1894)Preceded byJohn Peter Richardson IIISucceeded byJohn Gary Evans Personal detailsBornBenjamin Ryan Tillman Jr.(1847-08-11)August 11, 1847Trenton, South C...
This article has multiple issues. Please help improve it or discuss these issues on the talk page. (Learn how and when to remove these template messages) This article contains content that is written like an advertisement. Please help improve it by removing promotional content and inappropriate external links, and by adding encyclopedic content written from a neutral point of view. (April 2018) (Learn how and when to remove this template message) This article has an unclear citation style. Th...
Indian actress This article is about the Indian actress. For the Indian model, see Lakshmi Menon (model). For the Indian politician, see Lakshmi N. Menon. Lakshmi MenonLakshmi Menon at the 60th South Filmfare Awards 2013Born (1996-05-19) 19 May 1996 (age 27)[1]Kochi, Kerala, IndiaAlma materReva University, BangaloreOccupationsActressdancersingerYears active2011–20162021–present Lakshmi Menon (born 19 May 1996) is an Indian actress who mainly appears in Tamil films. ...
甘肃省 Gānsù Shěng Singkatan: 甘 or 陇 (pinyin: Gān or Lǒng) Asal nama 甘 gān - Ganzhou (Zhangye) 肃 sù - Suzhou (Jiuquan) Tipe administrasi Provinsi Ibu kota Lanzhou Kota terbesar Lanzhou Sekretaris PKT Lin Duo [1] Gubernur Tang Renjian [2] Wilayah 454,000 km² (ke-7) Populasi (Tahun) - Kepadatan 26,190,000 (ke-22) 57.7/km² (ke-27) PDB (2004) - per kapita CNY 155.9 miliar (ke-27) CNY 5950 (ke-30) Suku-suku utama (2000) Han - 91%Hui - 5%Dongxiang - 2%Suku Tib...
KRI Sultan Iskandar Muda Karier (ID) ProduksiSchelde Naval Shipbuilding (SNS), Vlissingen, Belanda. Mulai dibuat Tidak diketahui Diluncurkan Tidak diketahui DitugaskanDirencanakan pada 2009Nama sebelumnyaSIGMA 3 Status persiapan Pelabuhan utamaArmada Timur TNI-AL Karakteristik umum Berat benaman 1.700 Ton Panjang 9.071 meter (29.760,50 ft) Lebar 1.302 meter (4.271,65 ft) Draft360 meter (1.181,10 ft)Tenaga penggerak2 shaft V28-33D STC MAN Diesel @8.900 kW Kecepatan 28 knot ...
531 ← 532 → 533 Un La Favorita GR de 1.ª generación identificado con el número 26, actualmente ya no circula en esta línea, si no que lo hace como 458 de la 562/563.LugarUbicación Municipio de General PueyrredónÁrea abastecida Mar del PlataDescripciónTipo AutobúsSistema Transporte público de Mar del PlataInicio Av. Fermin Errea y BerutiFin Av. Juan B. Justo y José María CalazaDepósitos 1, Av. Constitución 10250Características técnicasLongitud 24,0 kmPropietario Transporte ...
Cruiser of the Royal Navy For other ships with the same name, see HMS Diomede. HMS Diomede in 1938. History United Kingdom NameDiomede OrderedMarch 1918 BuilderVickers, Barrow-in-Furness Laid down3 June 1918 Launched29 April 1919 CommissionedOctober 1922 Decommissioned5 April 1946 In service1922 Out of service1945 IdentificationPennant number D92 MottoFortibus Feroces Frangitur FateSold for scrap 13 May 1946 General characteristics Class and typeDanae-class cruiser Displacement4,850 tons...
British colloquial term for strong tea Builder's tea refers to a strong cup of tea. Builder's tea, also known as a builder's brew or gaffer's tea, is a British English colloquial term for a strong cup of tea.[1][2] It takes its name from the inexpensive tea commonly drunk by labourers taking a break. A builder's tea is typically brewed in a mug with the tea contained in a teabag (as opposed to loose leaves in a teapot), with a small amount of milk usually added after either st...
German politician Heinrich GernsHeinrich Gerns on a campaign poster for the 1949 Bundestag electionsMember of the BundestagIn office7 September 1949 – 20 August 1963 Personal detailsBorn(1892-04-22)22 April 1892HannoverDied20 August 1963(1963-08-20) (aged 71)Kiel, Schleswig-Holstein, GermanyNationalityGermanPolitical partyCDU Heinrich Gerns (April 22, 1892 – August 20, 1963) was a German politician of the Christian Democratic Union (CDU) and former member of the German B...
2003 Bathurst 24 Hour Previous 2002 Next none Layout of the Mount Panorama Circuit The 2003 Bathurst 24 Hour was a motor race staged at the Mount Panorama Circuit just outside Bathurst in New South Wales, Australia. The race started at 2:00pm on 22 November 2003 and finished at 2:00pm on 23 November. It was the second Bathurst 24 Hour. The race featured five car classes and was intended as a showcase for the racing categories promoted by Procar Australia, namely Nations Cup cars, GT Performan...