Η Κίρρα είναι ιστορικός, παραθαλάσσιος οικισμός του νομού Φωκίδας, χτισμένη ανατολικά της Ιτέας με την οποία αποτελεί πλέον ενιαίο πολεοδομικό συγκρότημα. Ανήκει διοικητικά στον Δήμο Δελφών και έχει 1.385 μόνιμους κατοίκους, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011.[2] Στην αρχαιότητα αποτελούσε πολύ σημαντικό λιμάνι της Φωκίδας και του Κορινθιακού.
Ιστορία
Η αρχαιότερη κατοίκηση στην περιοχή της Κίρρας χρονολογείται στην Πρωτοελλαδική Εποχή (3200-2000 π.Χ). Τότε δημιουργήθηκε ένας εκτεταμένος οικισμός, που εξελίχθηκε σε μεγάλο εμπορικό κέντρο στους Μεσοελλαδικούς Χρόνους (2000-1600 π.Χ) και παρήκμασε στο τέλος της Υστεροελλαδικής Εποχής (1600-1100 π.Χ), όταν οι κάτοικοι εγκατέλειψαν προσωρινά, πιθανόν εξαιτίας ισχυρού σεισμού, την παραλιακή θέση και εγκαταστάθηκαν στις μυκηναϊκές ακροπόλεις της ενδοχώρας. Ο Παυσανίας την ταυτίζει με την Φωκική πόλη Κρίσα. Αναφέρεται πρώτη φορά από τον Όμηρο ως μία από τις εννέα Φωκικές πόλεις που συμμετείχαν στην Τρωική Εκστρατεία.
Η Κίρρα, κτισμένη στον Κρισσαίο Κόλπο (σημερινό Κόλπο της Ιτέας), στις εκβολές του ποταμού Πλείστου ήταν το κοντινότερο λιμάνι στους Δελφούς και επίνειό τους και επομένως οι προσκυνητές που κατευθύνονταν σε αυτούς από τη θάλασσα, αποβιβάζονταν στο λιμάνι της πόλης και ανέβαιναν οδικώς προς το ιερό, μέσω του αρχαίου μονοπατιού Κίρρας-Δελφών.
Αυτό έκανε την Κίρρα πολύ σημαντικό και πλούσιο λιμάνι στην ευρύτερη περιοχή.
Μεταξύ του 7ου και 6ου αιώνα π. Χ. η πόλη βρισκόταν σε συνεχή ανταγωνισμό με τη Δελφική Αμφικτυονία με αποκορύφωμα τον πόλεμο μεταξύ των δύο δυνάμεων (περί 600-590 π.Χ.). Φαίνεται πως την περίοδο αυτή οι Κιρραίοι αποσπούσαν χρήματα από τους προσκυνητές που διέρχονταν από την πόλη τους με σκοπό να πάνε στο μαντείο των Δελφών. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε αφορμή για να κηρύξει η Δελφική Αμφικτυονία (που ελέγχονταν από τους Θεσσαλούς) τον πόλεμο στους Κιρραίους. Με τους Θεσσαλούς και τη Δελφική Αμφικτυονία συμμάχησαν οι Σικυώνιοι, οι οποίοι στόχευαν να απαλλαγούν από τους Κιρραίους πειρατές που δρούσαν στα ανοιχτά του Κορινθιακού. Στη συμμαχία αυτή προστέθηκαν και οι Αθηναίοι. Η Κίρρα πολιορκήθηκε και από τη στεριά και από τη θάλασσα και τελικά υπέκυψε όταν οι πολιορκητές δηλητηρίασαν τις πηγές που τροφοδοτούσαν με νερό την πόλη με δηλητήριο από το φυτό ελλέβορο. Ο ελλέβορος προκάλεσε ακατάσχετη διάρροια στους υπερασπιστές της πόλης, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους. Οργανωτής αυτού του σχεδίου φαίνεται πως ήταν ο Κλεισθένης της Σικυώνας αλλά κατά τον Παυσανία ήταν ο Αθηναίος Σόλων. Η πόλη ανοικοδομήθηκε μετά την καταστροφή της από τη Δελφική Αμφικτυονία (590 π.Χ.)[3] και στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα ίδρυσε ένα μεγάλο ιερό, ενώ αργότερα οχυρώθηκε και εξελίχθηκε ξανά σε σημαντικό λιμάνι του Κορινθιακού κόλπου, που λειτούργησε και πάλι ως επίνειο των Δελφών.
Η κατοίκηση της πόλης συνεχίζεται και στους Βυζαντινούς Χρόνους, στη Λατινοκρατία, καθώς και στην Τουρκοκρατία όπως μαρτυρούν οι λιμενικές εγκαταστάσεις και ο μεσαιωνικός πύργος στην παραλιακή ζώνη της Ιτέας και της σημερινής Κίρρας. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ιδρύεται δυτικά της Κίρρας η σημερινή Ιτέα (τότε με την ονομασία Σκάλα Σαλώνων), με μια υποτυπώδη ξύλινη αποβάθρα, ένα τελωνείο, καλύβες και αποθήκες. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης στην Ιτέα λαμβάνει χώρα μια από τις σημαντικότερες και καθοριστικές μάχες, η ναυμαχία της Αγκάλης (17 Σεπτεμβρίου 1827), όπου με επικεφαλής τον φιλέλληνα Άγγλο πλοίαρχο Φρανκ Άμπνευ Άστιγξ (Frank Abney Hastings), κυβερνήτη του πρώτου ατμοκίνητου πλοίου με την ονομασία «Καρτερία», μια μικρή ελληνική ναυτική δύναμη, ανατίναξε την τουρκική ναυαρχίδα και κατέστρεψε άλλα 6 Τουρκικά πολεμικά καθώς και 3 Αυστριακά πλοία εφοδιασμού, ενώ αχρήστευσε τα πυροβολεία της ξηράς αποκαθιστώντας την κυριαρχία των Ελλήνων στον Κορινθιακό Κόλπο.
Σταδιακά η Ιτέα επεκτάθηκε κι έτσι πλέον αποτελεί ενιαίο οικοδομικό συγκρότημα με την Κίρρα.
Αρχαιολογικά δεδομένα
Σε διάφορα σημεία εντός του σύγχρονου οικισμού έχουν αποκαλυφθεί αρχαιολογικά κατάλοιπα, που αποκαλύπτουν πτυχές της αρχαίας πόλης. Οι απαρχές του οικισμού τοποθετούνται στην 3η χιλιετία π.Χ. Πλάι στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου έχουν αποκαλυφθεί επάλληλες οικιστικές φάσεις, που χρονολογούνται από την Πρώιμη Ελλαδική περίοδο και ως τη Μυκηναϊκή περίοδο, με μεγάλη φάση ακμής τη Μεσοελλαδική περίοδο. Οι ανασκαφές έφεραν επίσης στο φως ναϊκό οικοδόμημα, που πιθανότατα ήταν αφιερωμένο στην ιερή τριάδα του Απόλλωνα, της Αρτέμιδος και της Λητούς. Στο χώρο του ιερού, που βρίσκεται επίσης πλάι στην εκκλησία της Κοιμήσεως, εκτός από αρχαιολογικά κατάλοιπα ανακαλύφθηκαν και αρκετά ειδώλια, που σήμερα εκτίθενται στο αρχαιολογικό μουσείο της Άμφισσας. Κατά την κλασική περίοδο η πόλη προστατευόταν και από ξηράς, με ισχυρό τείχος, και από θαλάσσης χάρη στις προηγμένες λιμενικές εγκαταστάσεις. Από τις τελευταίες είναι ακόμη ορατοί οι νεώσοικοι, που απαρτίζονταν από τουλάχιστον πέντε επιμήκη διάχωρα, ανοιχτά προς την πλευρά της θάλασσας, από όπου μικρά πλοία και βάρκες έλκονταν στην ξηρά για να συντηρηθούν.[4]
Όνομα
Πιστεύεται ότι η Κίρρα πήρε το όνομά της από τη μυθολογική νύμφη Κίρρα.