Ο Κίμωνας ήταν Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός του πρώτου μισού του 5ου αιώνα π.Χ..
Βιογραφία
Δεδομένου ότι εξελέγη στρατηγός το 476 π.Χ. και θα πρέπει να ήταν 30 ετών τότε, πρέπει να γεννήθηκε το 506 π.Χ.. Ο Κίμων ανήκε στο μεγάλο γένος των Φιλαϊδών[1]. Πατέρας του ήταν ο Μιλτιάδης, ο νικητής του Μαραθώνα και μητέρα του ήταν η Ηγησιπύλη, πριγκίπισσα από τη Θράκη,[2] κόρη του βασιλέως Ολόρου (από την ίδια οικογένεια καταγόταν και ο ιστορικός Θουκυδίδης). Τα πρώτα χρόνια της ζωής του Κίμωνα υπήρξαν πολύ δύσκολα, αφού ο πατέρας του πεθαίνοντας του άφησε χρέος τεράστιο: το πρόστιμο που του είχε επιβληθεί για την αποτυχημένη εκστρατεία στην Πάρο. Η αδελφή του Κίμωνα, Ελπινίκη, παντρεμένη με τον πάμπλουτο Αθηναίο Καλλία Β´, τακτοποίησε την πληρωμή του προστίμου, παρά τις αντιρρήσεις του αδελφού της, ώστε να μπορέσει αυτός να αναμιχθεί στην πολιτική.
Ο Κίμων ήταν ψηλός με πυκνά σγουρά μαλλιά και ωραίο πρόσωπο. Η μόρφωσή του δεν ήταν σπουδαία, γιατί στα κρίσιμα χρόνια της νεότητός του έχασε τον πατέρα του που θα του έδινε τη σωστή κατεύθυνση. Ήξερε ιππασία, ποίηση και έπαιζε λύρα (τυπική εκπαίδευση Αθηναίου γαιοκτήμονα της προπερσικής εποχής). Ήταν συμπαθητικός και ευπροσήγορος και κατείχε καλά την τέχνη να κερδίζει την αγάπη του κόσμου και με τα φυσικά του χαρίσματα, αλλά και με την ηγεμονική του γενναιοδωρία, όταν απέκτησε και πάλι δική του περιουσία. Ο Πλούταρχος μάλιστα αναφέρει ότι γκρέμισε τους φράκτες από τους κήπους του για να παίρνουν φρούτα οι συνδημότες του Λακιάδες κ.α[3]. Γινόταν συμπαθής με τη σεμνότητά του και έπειθε τους πολίτες με τη λογική παρά με την ευφράδεια του. Ήταν θαυμαστής της Σπάρτης και σε όλη του την πολιτική σταδιοδρομία αγωνίσθηκε για να καθιερώσει την ειρηνική συνύπαρξη της Σπάρτης με την Αθήνα.
Ο γάμος του με την Ισοδίκη, την κόρη του Ευρυπτολέμου και εγγονή του Μεγακλή από το γένος των Αλκμεωνιδών, έγινε αφορμή να σταματήσει η διαμάχη που υπήρχε μεταξύ των δύο οικογενειών, με αποτέλεσμα να καρπωθεί ο ίδιος τα οφέλη αυτής της συμφιλιώσεως και σύντομα έγινε ο εκφραστής της αριστοκρατικής παράταξης.
Μετά τα Μηδικά ο Αριστείδης (αριστοκρατικοί) και ο Θεμιστοκλής (δημοκρατικοί) ήταν οι φυσιογνωμίες που θα δέσποζαν στην πολιτική ζωή της Αθήνας, αλλά ο μεν Αριστείδης άφησε την Αθήνα για να επισκεφθεί τους τόπους των μελών της Αθηναϊκής Συμμαχίας, ώστε να καθορίσει τους ανάλογους "φόρους", ο δε Θεμιστοκλής δεν λειτούργησε διόλου κομματικά, αλλά πάσχιζε να υλοποιήσει μεγαλόπνοα σχέδια που ο ίδιος συνελάμβανε, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια δυσπιστία στο πρόσωπό του. Όλα ήταν με το μέρος του Κίμωνα ο οποίος εκλεγόταν στρατηγός από το 476 π.Χ. (που διαδέχθηκε τον Αριστείδη στην ηγεσία των αριστοκρατικών) έως το 462 π.Χ. συνεχώς.
Η δράση του Κίμωνα
Ο Κίμωνας από το 471 π.Χ. τέθηκε επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων και με αφετηρία το Βυζάντιο ξεκίνησε η πρώτη συμμαχική επιχείρηση: να εκκαθαριστούν τα θρακικά παράλια από τις περσικές φρουρές. Πρώτα πολιορκήθηκε η Ηιόνα επιτυχώς και στη συνέχεια ο Δορίσκος, ο οποίος άντεξε (για εκείνη τη χρονιά τουλάχιστον). Με αυτή την εκστρατεία οι Αθηναίοι έκαναν το πρώτο βήμα στη Θράκη, η οποία ήταν πλούσια σε ξυλεία, ενώ υπήρχαν επίσης μεταλλεία χρυσού και αργύρου.
Το 475, η Σκύρος, σημαντικότατο σημείο ελέγχου διακίνησης πλοίων στο Αιγαίο, παραδόθηκε στη συμμαχία, επειδή οι Δόλοπες, οι οποίοι την είχαν καταλάβει κι επιδίδονταν στην πειρατεία, καταδικάστηκαν από τη Δελφική Αμφικτυονία σε αποζημίωση που δεν μπορούσαν να καταβάλουν. Ο Κίμων, για να εξασφαλίσει την κατοχή της, έδιωξε τους Δόλοπες και εγκατέστησε Αθηναίους κληρούχους. Ο Κίμων εκπλήρωσε τον δελφικό χρησμό, σύμφωνα με τον οποίο τα οστά του Θησέα έπρεπε να μεταφερθούν από τους Αθηναίους από τη Σκύρο στην Αθήνα[4]. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Κίμωνας παρατήρησε έναν αετό να χτυπάει με το ράμφος και να σκάβει με τα νύχια του σε ένα συγκεκριμένο σημείο, όπου έσκαψαν και βρήκαν τα οστά του Θησέα δίπλα στα όπλα του[5]. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Κίμων λέγεται ότι αναγνώρισε τα οστά του Θησέα από το μεγάλο τους μέγεθος [6]. Με μεγάλες τιμές μεταφέρθηκαν στην Αθήνα, όπου για τη στέγασή τους ιδρύθηκε το Θησείον λίγες εκατοντάδες μέτρα ανατολικά της Αγοράς.
Το 474 - 472 π.Χ. η Κάρυστος, η μόνη πόλη της Εύβοιας που δεν ανήκε στην Αθηναϊκή συμμαχία, πολιορκήθηκε. Οι κάτοικοί της, οι Δρύοπες, αντιστάθηκαν γενναία, αλλά στο τέλος συνθηκολόγησαν και έγιναν αναγκαστικά μέλος της συμμαχίας. Η Κάρυστος είχε και αυτή σπουδαία θέση για τον έλεγχο της ναυσιπλοΐας στο Αιγαίο και δεδομένου ότι υπερίσχυε το αριστοκρατικό κόμμα που είχε προτιμήσει φιλοπερσική πολιτική στο παρελθόν, ήταν δύσκολο να δεχθεί η Συμμαχία την ουδετερότητά της, ενώ δεν είχε εκλείψει ο Περσικός κίνδυνος.
Το 469 π.Χ. εμφανίσθηκε η πρώτη δυσαρέσκεια μέλους της συμμαχίας. Η Νάξος, το ισχυρότερο νησί των Κυκλάδων, αποστάτησε. Οι λόγοι είναι άγνωστοι ως τώρα. Η Νάξος είχε, όπως και η Κάρυστος, δυνατό αριστοκρατικό κόμμα το οποίο οι Αθηναίοι δεν εμπιστεύονταν. Επίσης είχε παραβιαστεί ο όρκος της συμμαχίας και υπήρχε κίνδυνος ρήγματος της συμμαχίας. Ο Κίμων λοιπόν έδρασε σαν «αστυνόμος» της συμμαχίας, η Νάξος πολιορκήθηκε, συνθηκολόγησε και υποχρεώθηκε να περάσει στην τάξη των υποτελών συμμάχων, με βαρύτερο «φόρο».
Ύστερα από μία περίοδο αδράνειας της Αθηναϊκής Συμμαχίας, καθώς η μόνη ενέργεια κατά των Περσών ήταν η εκστρατεία της Θράκης ενώ ο «φόρος» πληρωνόταν κανονικά, το 468 π.Χ. οι Πέρσες ξεκίνησαν να συγκεντρώνουν στρατό και στόλο στην Παμφυλία με προφανή σκοπό να κινηθούν προς τη Μικρά Ασία και το Αιγαίο. Ο Κίμων ορίστηκε αρχηγός της εκστρατείας με 300 συμμαχικές τριήρεις (200 Αθηναϊκές) και 5.000 οπλίτες. Στις εκβολές του ποταμού Ευρυμέδοντα, μετά από τις συμπλοκές σε ξηρά και θάλασσα, οι Περσικές δυνάμεις διαλύθηκαν (βλέπε Ευρυμέδοντας). Η νίκη αυτή απογείωσε το κύρος της συμμαχίας, και είχε ως αποτέλεσμα κάθε πόλη της Ιωνίας, της Καρίας και της Λυκίας, να προσχωρεί στη συμμαχία για να διατηρήσει την ανεξαρτησία της.
Το 465 π.Χ., οι Αθηναίοι αποφάσισαν να στείλουν 10.000 αποίκους, Αθηναίους και σύμμαχους, στη Θράκη στις Εννέα Οδούς (αργότερα Αμφίπολη), προκειμένου να αρχίσουν την εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Θράκης. Η Θάσος, ένα από τα ισχυρά μέλη της συμμαχίας, βλέποντας τα συμφέροντά της να απειλούνται, αποστάτησε. Ο Κίμων για άλλη μια φορά επέβαλε την τάξη μετά από τριετή πολιορκία. Η Θάσος τιμωρήθηκε βαρύτατα. Ταυτόχρονα οι άποικοι των Εννέα Οδών προχώρησαν προς την ενδοχώρα για να εδραιωθούν κοντά στα μεταλλεία χρυσού. Όταν βρέθηκαν στον Δράβησκο της Ηδωνικής (κοντά στη Δράμα), δέχθηκαν επίθεση από της τοπικές θρακικές φυλές, με αποτέλεσμα να σφαγιασθούν κυριολεκτικά.
Κατά την τελευταία απουσία του Κίμωνα, οι δημοκρατικοί στην Αθήνα δραστηριοποιήθηκαν, εκμεταλλευόμενοι τη δυσφορία των Αθηναίων από τη φοβερή καταστροφή στον Δράβησκο και τον κατηγόρησαν για δωροδοκία. Ένας από τούς κατήγορους ήταν και ο Περικλής. Υποστήριξαν ότι ενώ έπρεπε μετά την παράδοση της Θάσου να εισβάλει στη Μακεδονία, καθώς είχε και εκεί μεταλλεία, αυτός πήρε δώρο από τον βασιλιά της Μακεδονίας Αλέξανδρο. Όταν κλήθηκε να λογοδοτήσει, αμύνθηκε με επιτυχία και απαλλάχθηκε των κατηγοριών.
Το 462 π.Χ., η Σπάρτη ζήτησε τη βοήθεια των Αθηναίων, αφού η εξέγερση των ειλώτων την είχε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση. Η δημοκρατική παράταξη, η οποία είχε ανακτήσει τη δύναμή της, με αρχηγό τον Εφιάλτη πρότεινε να αφεθεί η Σπάρτη στην κακή της τύχη, όμως οι Αθηναίοι μεταπείστηκαν από τον Κίμωνα να στείλουν στρατό να τη βοηθήσουν. Η είδηση της άφιξης 4.000 Αθηναίων οπλιτών με επικεφαλής τον Κίμωνα ανησύχησε τους Σπαρτιάτες, οι οποίοι με το πρόσχημα ότι δεν τους χρειάζονταν πια, τους έδιωξαν. Αυτή η προσβολή καταλογίστηκε στον Κίμωνα, ο οποίος τον επόμενο χρόνο εξοστρακίστηκε. Ύστερα λύθηκε και η Ελληνική Συμμαχία του 481 π.Χ..
Η εκστρατεία των Αθηναίων και των συμμάχων τους στην Αίγυπτο (460 - 454 π.Χ.), ως βοήθεια προς τους εξεγερμένους Αιγυπτίους κατά των Περσών, κατέληξε σε μεγάλου μεγέθους καταστροφή (20.000 άνδρες και 100 πλοία). Παράλληλα με τη λύση της Ελληνικής Συμμαχίας είχαν αρχίσει εχθροπραξίες μεταξύ Αθήνας και Πελοποννησίων. Οι Αθηναίοι τότε, με πρωτοβουλία του Περικλή, αποφάσισαν να ανακαλέσουν τον Κίμωνα, με την προϋπόθεση να μην εμπλακεί στα εσωτερικά της πόλης, και του ανέθεσαν να κλείσει το μέτωπο με τη Σπάρτη. Πράγματι ο Κίμων, που ήταν αγαπητός στους Σπαρτιάτες, κατάφερε να συνάψει πενταετείς σπονδές.
Το 450 π.Χ. ο Κίμων έπλευσε στην Κύπρο, με 200 τουλάχιστον συμμαχικές τριήρεις, για να εκδιώξει τους Πέρσες και να αποκαταστήσει την Αθηναϊκή κυριαρχία στην ανατολική Μεσόγειο. Στην Κύπρο πολιόρκησε το Μάριον και το Κίτιον[7]. Εικάζεται πως το Μάριον κυριεύτηκε, όμως η πολιορκία του Κιτίου τραβούσε σε μάκρος, και επιπλέον οι αμυνόμενοι είχαν στις επάλξεις τους τοξότες, που προκαλούσαν φθορά στους πολιορκητές. Οι πολιορκητές υπέφεραν και από έλλειψη εφοδίων. Στο Κίτιον ο Κίμων άφησε την τελευταία του πνοή, είτε από τραύμα είτε από αρρώστια[8][9] είτε από πείνα[10]. Πριν πεθάνει έδωσε εντολή να λυθεί η πολιορκία και να επιστρέψουν στην Αθήνα, χωρίς να γνωστοποιήσουν τον θάνατό του: επί 30 ημέρες όλοι νόμιζαν ότι στρατηγούσε ο Κίμων. Κατά την επιστροφή, έγινε ναυμαχία και πεζομαχία στη Σαλαμίνα της Κύπρου, όπου οι Αθηναίοι νίκησαν (μεταθανάτια αμοιβή του Κίμωνα - από τη νίκη αυτή έμεινε η φράση «και νεκρός ενίκα»). Η σορός του επιστράφηκε στην πόλη των Αθηνών και τάφηκε με μεγάλες τιμές στις Μελίτιδες Πύλες.