Το Κάστρο της Άσσου ή Φρούριο της Άσσου κατασκευάστηκε στην Κεφαλονιά στα τέλη του 16ου αιώνα κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας. Παραμένει ακόμα και σήμερα σε πολύ καλή κατάσταση δίπλα στο γραφικό ψαροχώρι της Άσσου Κεφαλονιάς.Το κάστρο του Άσσου μαζί με το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου που βρίσκεται 40 χιλιόμετρα νοτιότερα, κοντά στο Αργοστόλι, αποτελούν άριστα δείγματα Στρατιωτικής αρχιτεκτονικής. Ο διάσημος Βρετανός στρατηγός Τσάρλς Τζέιμς Νάπιερ (1782 - 1853) το περιγράφει ως «ισχυρότερο ακόμα και από το Γιβραλτάρ». Σήμερα αποτελεί έναν από τους πιο ελκυστικούς τουριστικούς προορισμούς του νησιού. Το κάστρο έχει θέα στον όρμο της Αγίας Κυριακής στα βορειοδυτικά του νησιού, βόρεια από την Παλική, Κατασκευάστηκε από τους Βενετούς με στόχο να συμβάλει στην καλύτερη προστασία του νησιού από τους πειρατές και τις ναυτικές επιδρομές.[2] Το κάστρο βρίσκεται σε υψόμετρο 170 μέτρων πάνω σε έναν βραχώδη λόφο που καλύπτει ολόκληρη τη μικρή χερσόνησο που βρίσκεται απέναντι από το ομώνυμο παραλιακό χωριό. Το εξωτερικό τείχος έχει συνολικό μήκος 3.000 μέτρα και καλύπτει μια έκταση 440.000 τετραγωνικά μέτρα (440 στρέμματα).
Ανέγερση του κάστρου
Οι Βενετοί κατέλαβαν την Κεφαλονιά το 1500. Αρχικά ασχολήθηκαν με την επέκταση και ισχυροποίηση του κάστρου του Αγίου Γεωργίου. Στα 1584 όμως οι ευγενείς έκαναν αίτημα για τη δημιουργία ενός νέου κάστρου επειδή το υπάρχον κάστρο του Αγίου Γεωργίου δεν επαρκούσε για την αποτελεσματική υπεράσπιση του νησιού έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των πειρατικών επιδρομών.[3] Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας αποφάσισε να μετακινήσει τη στρατιωτική της διοίκηση από το κάστρο του Αγίου Γεωργίου μέσα στα όρια του νέου κάστρου. Η κατασκευή ξεκίνησε υπό την επίβλεψη του Αμβρόσιου Κορνήλιου (1593) και κράτησε τρία χρόνια (1593 - 1596). Τα σχέδια και την εκτέλεση ανέλαβαν ο Βενετός μηχανικός Μαρίνος Γκεντιλίνης που εγκαταστάθηκε στην Κεφαλλονιά, παντρεύτηκε Ελληνίδα και είναι καταγεγραμμένος στη Χρυσή Βίβλο των Βενετών ευγενών. Οι απόγονοι του είναι σήμερα Κεφαλονίτες με το επώνυμο Γκεντιλίνης.[4]
Παρακμή του κάστρου
Η Άσσος είχε πάντοτε μικρό πληθυσμό. Σε περίοδο πολιορκίας οι εχθροί μπορούσαν να κόψουν εύκολα όλες τις προμήθειες ακόμα και το νερό. Το κάστρο έγινε πρωτεύουσα της βόρειας Κεφαλλονιάς. Παρά την έκταση δεν πυκνοκατοικήθηκε ποτέ. Από τη χρονιά που η Βενετία κατέλαβε από τους Οθωμανούς τη Λευκάδα (1684) το κάστρο έχασε τη στρατηγική του σημασία, οι πειρατικές και οι Οθωμανικές επιδρομές ελαττώθηκαν σημαντικά και οι Βενετσιάνοι ίδρυσαν νέα πρωτεύουσα το Αργοστόλι. Στον Άσσο είχε την έδρα του ωστόσο ο Βενετός Προβλεπτής μέχρι την πτώση της Δημοκρατίας (1797).
Στο κάστρο μεταφέρθηκαν 7.000 κάτοικοι από το Σούλι Θεσπρωτίας και δημιουργήθηκε μέσα σε αυτό μια μικρή εγκατάσταση που πήρε το όνομα Σούλι, τα επόμενα χρόνια έχασε τη στρατιωτική του σημασία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 δημιουργήθηκε μέσα στο κάστρο μια φυλακή η οποία από τα τέλη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου φιλοξενούσε πολιτικούς κρατούμενους που καλλιεργούσαν αμπέλια και δημητριακά. Τα Επτάνησα υπέστησαν φοβερές φθορές από τους ισχυρούς Σεισμούς του 1953, οι κάτοικοι του κάστρου το εγκατέλειψαν μετά τον σεισμό και η φυλακή έκλεισε. Οι τελευταίοι έξι κάτοικοι καταγράφονται το 1961 που τελικά αποχώρησαν και αυτοί (1963), οι κάτοικοι του κάστρου τα τελευταία χρόνια έμειναν γνωστοί ως "Καστρινοί", καλλιεργούσαν ελιές και σταφύλια.[5] Ο Κωνσταντίνος Γεράκης, Έλληνας τυχοδιώκτης του 17ου αιώνα που έγινε αργότερα πρωθυπουργός του Σιάμ, γεννήθηκε στο κάστρο της Άσσου.
Το κάστρο σήμερα
Το κάστρο είναι σήμερα ανοιχτό σε καθημερινή βάση για το κοινό.
Η πρόσβαση γίνεται είτε από την ανατολική κεντρική πύλη μέσω πλακόστρωτου πεζόδρομου μήκους 2 χιλιομέτρων, είτε από τη νότια βοηθητική είσοδο (Πορτέλο) με χρήση μονοπατιού μήκους 800 μέτρων.
Και οι δύο δρόμοι ξεκινούν διαφορετικά, με αρχή το «λαιμό» της χερσονήσου.
Οι επισκέπτες μπορούν να δουν ανάμεσα στα ερείπια πολύ κοντά στη κεντρική πύλη την ερειπωμένη καθολική εκκλησία του Αγίου Μάρκου και κάπως μακρύτερα την επίσης ερειπωμένη Οικία του Ύπατου Αρμοστή της Γαληνότατης Δημοκρατίας. Όπως και τα επισκευασμένα κτίρια των μη ενεργών πλέον αγροτικών φυλακών. Στο κάστρο βρίσκεται και η ορθόδοξη εκκλησία του Προφήτη Ηλία που οικοδομήθηκε το 1880 πάνω στα ερείπια μιας παλιότερης εκκλησίας. Επίσης ακολουθώντας κανείς την πορεία των Β.Δ. τειχών δύναται να δει 6-7 βενετσιάνικα κανόνια (τηλεβόλα).