Ο Ιωάννης Παλαιοκρασσάς (Αθήνα, 27 Μαρτίου 1934 -2 Οκτωβρίου 2021) ήταν Έλληνας πολιτικός. Διετέλεσε βουλευτής, υπουργός, επίτροπος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πρόεδρος της ΔΕΗ.
Προϊστάμενος του Κλάδου Προγραμματισμού του Γραφείου Δοξιάδη στην Αθήνα. Διευθυντής του Γραφείου Δοξιάδη στο Ντιτρόιτ (1963-1968)
Γενικός Διευθυντής της Windward Shipping Co Ltd., Λονδίνο (1968-1970)
Διευθύνων Σύμβουλος της Εταιρείας Προγραμματισμού και Αναπτύξεως (1972-1974)
Assistant Vice-President της American Express International Banking Corp.
Γενικός Διευθυντής της Τράπεζας Εργασίας Α.Ε. (1974-1977)
Επισκέπτης Καθηγητής στο Brasenose College, Oxford University (1995-1996)
Πρόεδρος της SPECTRUM Financial Services S.A. (2000-2004)
Πρόεδρος Δ.Σ. ΔΕΗ Α.Ε. (2004-2005)
Μέλος Δ.Σ. WIND-TELLAS A.E. (2006-2021 )
Πρόεδρος του Ιδρύματος Λίλιαν Βουδούρη (2007-2021 )
Αντιπρόεδρος της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (2007- 2021)
Έγραψε πολλές εργασίες και βιβλία για τη ναυτιλία, τις μεταφορές, την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, τους ανθρώπινους πόρους, τη χωροταξία, την περιφερειακή ανάπτυξη, το χρηματοδοτικό σύστημα, την Ευρωπαϊκή σύγκλιση, το περιβάλλον και την αειφορία.
Μιλούσε ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά και λίγα ιταλικά.
Πολιτική Σταδιοδρομία
Διετέλεσε:
Υφυπουργός, αναπληρωτής υπουργός και υπουργός Συντονισμού (1977-1981)
Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας (δεκαετία 1980).
Επίτροπος Περιβάλλοντος και Αλιείας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Ιανουάριος 1993 - Ιανουάριος 1995). (Διαδέχθηκε τη Βάσω Παπανδρέου και τον διαδέχθηκε ο Χρήστος Παπουτσής).
Εκλέχθηκε:
Βουλευτής Επικρατείας με τη Νέα Δημοκρατία το 1978 (αντικατέστησε τον Σόλωνα Γκίκα μετά τον θάνατό του).
Βουλευτής Κυκλάδων το 1981, 1985, 1989 (Ιούνιο και Νοέμβριο) και 2004, υπηρετώντας έως τις 26 Μαρτίου 2004, οπότε παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε από την Αριάδνη Μανούσου - Μπινοπούλου.[8]
Υπουργός Οικονομικών (1990 - 1992)
Οι πρακτικοί οικονομικοί στόχοι που τέθηκαν επί υπουργίας του και σε μεγάλο βαθμό επιτεύχθηκαν ήταν α) η δημοσιονομική ανασυγκρότηση και σταθερότητα πάνω σε νέες βάσεις, β) η νομισματική σταθερότητα και η μείωση του πληθωρισμού, γ) ο περιορισμός του δημόσιου τομέα που είχε γιγαντωθεί, με ευρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και με περιορισμό του κρατικού παρεμβατισμού στις αγορές και δ) η σταθερή πορεία ανάπτυξης και σύγκλιση με τις χώρες της ΕΟΚ.
Κανένας άλλος υπουργός δεν προκάλεσε τόσες αντιδράσεις μέσα σε τόσο σύντομο διάστημα όσο ο Παλαιοκρασσάς. Παρόλα αυτά μέσα σε δύο χρόνια το διάστημα 1990-92 κατάφερε να μετατρέψει το πρωτογενές έλλειμμα σε πρωτογενές πλεόνασμα, επιτυγχάνοντας παράλληλα διπλασιασμό των δημοσίων εσόδων –κάτι που είχε να συμβεί περίπου μία 20ετία- και συγκρατώντας τις δαπάνες.
Το 1992 δήλωνε στη Βουλή με αφορμή την κατάθεση του προϋπολογισμού: «Ναι ο προϋπολογισμός που καταθέτουμε είναι προϋπολογισμός λιτότητας» ενώ άφηνε να εννοηθεί ότι το κάθε σπίτι θα πλήρωνε 55.000 δραχμές το μήνα για τις αλόγιστες δαπάνες των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Η πλέον τολμηρή πρόταση Παλαιοκρασσά είναι η φορολόγηση των τόκων από τις καταθέσεις, πρόταση που ξεσηκώνει θύελλα αντιδράσεων. Οι γελοιογράφοι με το πενάκι τους καταγράφουν γλαφυρά τον Παλαιοκρασσά να κυνηγά τους φοροφυγάδες και να επιχειρεί να μαζέψει χρήματα.
Αυτό πάντως που δεν μπορούσε να πει ευθέως ως υπουργός Οικονομικών ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς, το είπε ως Ευρωπαίος Επίτροπος σε συνέντευξή του στον Ελεύθερο Τύπο στις 19 Ιουνίου 1994: Η χρεωκοπία του ελληνικού Δημοσίου επιταχύνεται και η χώρα οδηγείται σε πτώχευση «οπότε για να αποφύγουμε έστω την ύστατη στιγμή ή και να βγούμε από την πτώχευση όταν αυτή επέλθει, θα αναγκαστούμε να συρθούμε σε σκληρότερα μέτρα, όπως όχι μόνο το πάγωμα των προσλήψεων στο Δημόσιο αλλά ακόμη και απολύσεις υπαλλήλων με αλόγιστες κοινωνικές συνέπειες. Το κυριότερο και σοβαρότερο ίσως είναι πως οι οικονομικές εξελίξεις αναπόφευκτα υπονομεύουν το μέλλον της χώρας μας στην Ενωμένη Ευρώπη».
Προσωπική ζωή
Ήταν νυμφευμένος με τη Ναταλία Παλαιοκρασσά και είχε τρία παιδιά και επτά εγγόνια.
Απόπειρα δολοφονίας
Στις 14 Ιουλίου 1992 το αυτοκίνητο του Γιάννη Παλαιοκρασσά στο οποίο βρισκόταν ο ίδιος, η γυναίκα του και μια 14χρονη φίλη της κόρης του έγινε στόχος τρομοκρατικής επίθεσης με ρουκέτες από τη 17 Νοέμβρη στο κέντρο της Αθήνας. [9] Από την επίθεση σκοτώθηκε ένας περαστικός, ο 22χρόνος φοιτητής Θάνος Αξαρλιάν.[10]
Ο τότε υπουργός Οικονομικών σώθηκε από τύχη με μικρά εγκαύματα στο πρόσωπο και στο χέρι. Αργότερα τον επισκέφθηκε στο υπουργείο Οικονομικών ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ο οποίος δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η ρουκέτα πέρασε από πάνω του. Ήταν ρουκέτα η οποία εξαπελύθη από τον πρώτο όροφο της απέναντι πολυκατοικίας. Πέρασε ευτυχώς πάνω από το αυτοκίνητό τους, κτύπησε ένα άδειο αυτοκίνητο το οποίο κάηκε. Ο κ. Παλαιοκρασσάς που οδηγούσε καθήμενος στα αριστερά άνοιξε και βγήκε μέσα στις φλόγες και «τσουρουφλίστηκε» λίγο στο πρόσωπο και στο χέρι. Του έδωσαν κάτι αλοιφές και δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα. Σκοτώθηκε όμως ένας νέος άνθρωπος, ένα παιδί 25 με 30 χρόνων και έχουμε και τραυματίες. Αυτός είναι ο τραγικός απολογισμός».
Η 17 Ν αργότερα σε προκήρυξή της ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο τότε υπουργός Παλαιοκρασσάς έγινε στόχος γιατί εξέφραζε την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.
Ο Γιάννης Παλαιοκρασσάς είχε γλυτώσει και παλιότερα από δολοφονική επίθεση. Η πρώτη απόπειρα είχε γίνει το 1984 στο Διδυμότειχο στο ξενοδοχείο Πλωτίνι όπου η Νέα Δημοκρατία είχε συγκέντρωση. Ολόκληρο το ξενοδοχείο είχε παγιδευτεί με 4 ωρολογιακές βόμβες, ενώ τρεις από αυτές εξερράγησαν αμέσως μετά το τέλος της συγκέντρωσης, προκαλώντας πολλές ζημιές στο χώρο.
Σκάνδαλο ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ και παραπομπή στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο
Τον Μάιο του 1994 ο Παλαιοκρασσάς παραπέμφθηκε, μαζί με τον πρώην πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον πρώην υπουργό Ανδρέα Ανδριανόπουλο, στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (Υπουργοδικείο), για το σκάνδαλο της ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ, κατηγορούμενος για απιστία και παράβαση καθήκοντος.[11] Η υπόθεση αφορούσε την ιδιωτικοποίηση της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ (από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη) και την πώλησή της στους Ιταλούς της Καλτσεστρούτσι, η οποία είχε διασυνδέσεις και με τη Μαφία. Την Πρωτοχρονιά του 1995, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την αναστολή των διώξεων, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιανουαρίου.
Ο ίδιος ο Παλαιοκρασσάς ισχυρίστηκε ότι η παραπομπή του έγινε για λόγους εκδίκησης (είχε προηγηθεί το «βρώμικο '89» και η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου και υπουργών του ΠΑΣΟΚ). Μάλιστα υπογράμμιζε σε δηλώσεις του στον Ελεύθερο Τύπο στις 19 Ιουνίου 1994 πως «εάν δεν είχαμε πουλήσει την ΑΓΕΤ, σήμερα τα ήδη προβληματικά οικονομικά του ελληνικού κράτους θα είχαν επιβαρυνθεί με 350 δις δραχμές περίπου και μέσα σε τρία χρόνια το ποσό αυτό θα έφτανε το ένα τρις».
Πρόεδρος της ΔΕΗ
Τον Απρίλιο του 2004 ορίστηκε πρόεδρος της ΔΕΗ από την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή. Η τοποθέτησή του σε αυτή τη θέση προκάλεσε την έντονη αντίδραση του ΠΑΣΟΚ, που υπενθύμισε τον ρόλο του στο σκάνδαλο ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ και την κακουργηματική παραπομπή του στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο. Για να μετριάσει τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε να διατηρήσει στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της ΔΕΗ τον Στέργιο Νέζη, ο οποίος είχε διοριστεί από την προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Οι δύο άνδρες ήρθαν πολύ νωρίς σε σύγκρουση, με την μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων να παίρνει το μέρος του Νέζη (ακόμα και οι κομματικοί συνδικαλιστές της ΝΔ).[12]
Ο Νέζης τελικά παραιτήθηκε από τη ΔΕΗ τον Φεβρουάριο του 2005, αλλά μερικούς μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο Παλαιοκρασσάς οδηγήθηκε επίσης σε παραίτηση.[12] Από το πρωθυπουργικό γραφείο του Κώστα Καραμανλή, του καταλόγισαν ότι «άνοιξε μέτωπο με όλους όσοι μιλούν ελληνικά»,[12] ενώ ο Κώστας Καραμανλής αρνήθηκε να τον δεχτεί στο Μέγαρο Μαξίμου, παρά το αίτημά του.[12]
Τον Ιούλιο του 2019 το δικαστήριο έκρινε ένοχο[13], χωρίς κανένα ελαφρυντικό, τον Στέργιο Νέζη ο οποίος φέρεται να έλαβε, το 2003, από τον επιχειρηματία Ευάγγελο Μυτιληναίο το ποσό των 250.000 ευρώ μέσω εξωχώριας εταιρίας, προκειμένου να ανατεθεί στη ΜΕΤΚΑ έργο στο εργοστάσιο της ΔΕΗ στο Λαύριο.