Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές.Βοηθήστε συνδέοντας το κείμενο με τις πηγές χρησιμοποιώντας παραπομπές, ώστε να είναι επαληθεύσιμο.
Το πρότυπο τοποθετήθηκε χωρίς ημερομηνία. Για τη σημερινή ημερομηνία χρησιμοποιήστε: {{χωρίς παραπομπές|19|12|2024}}
Αεροπειρατεία χαρακτηρίζεται γενικά η παράνομη κατάληψη αεροσκάφους όταν βρίσκεται σε λειτουργία ή σε πτήση.
Πρόκειται για ποινικό αδίκημα (έγκλημα) με διεθνή χαρακτήρα που πρωτοεμφανίστηκε μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πρώτη περίπτωση αεροπειρατείας που σημειώθηκε ήταν στις 25 Ιουλίου του 1947 σε ρουμανικό αεροσκάφος. Κατά τη δεκαετία του 1960 το αδίκημα αυτό άρχισε να λαμβάνει έκταση με συνέπεια η διεθνής κοινωνία ν΄ αναγκαστεί να λάβει μια σειρά μέτρων, θεσπίζοντας κανόνες Διεθνούς Δικαίου και κατ΄ επέκταση εσωτερικών εθνικών με συνομολόγηση διεθνών συμβάσεων για την προστασία των ταξιδιωτών, των αεροσκαφών και των πληρωμάτων τους.
Πρωτοστάτης της διεθνούς κινητοποίησης για τη συνομολόγηση των συμβάσεων Χάγης και Μόντρεαλ ήταν ο ICAO του οποίου τα κράτη-μέλη έθεσαν αμέσως σε ισχύ, 83 επί συνόλου 185 κρατών-μελών τη σύμβαση της Χάγης και 80 επί ίδιου συνόλου για του Μόντρεαλ (1990). Η Ελλάδα έχει επικυρώσει και τις τρεις παραπάνω συμβάσεις, ενώ ειδικότερα έχει ψηφίσει και έχει θέσει σε ισχύ από το 1976 τον σχετικό Νόμο 480/1976 "Περί προλήψεως και καταστολής πράξεων τινών στρεφομένων κατά της ασφαλείας της αεροπλοΐας".